Οι μεγάλες κατασκευαστικές εταιρείες που θα κληθούν να «σηκώσουν το βάρος» της επανεκκίνησης της οικονομίας προετοιμάζονται να διεκδικήσουν μερίδιο από τα 32 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης. Η αναθέρμανση των έργων υποδομών, στην οποία και θα κατευθυνθεί μέρος του «πακέτου», είναι καθοριστική για την ελληνική οικονομία. Μετά από μια δεκαετία απόλυτης καθήλωσης λόγω της οικονομικής κρίσης, που συρρίκνωσε την προστιθέμενη αξία του κλάδου από 22,4 δισ. το 2007 σε 10,8 δισ. ευρώ το 2017, οι συνέπειες της πανδημίας απειλούν ξανά τις προοπτικές της χώρας.
Οι υποδομές
Σε αναμονή για την οριστικοποίηση των όρων και των αξόνων στους οποίους θα κατευθυνθούν οι πόροι που προορίζονται για υποδομές, όλοι οι παράγοντες του κατασκευαστικού κλάδου συνηγορούν ότι δεν υπάρχουν περιθώρια για μία ακόμα χαμένη ευκαιρία. Ενδεικτικό είναι ότι σε όλο και περισσότερες χώρες η ανάκαμψη από την πανδημία περνά από τις υποδομές. Πιο πρόσφατο παράδειγμα η Βρετανία, όπου ο πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον ανακοίνωσε «πακέτο» 5 δισ. στερλινών για υποδομές.
Η πρόταση της Κομισιόν στο πλαίσιο του ενισχυμένου InvestEU για ενίσχυση των επενδύσεων σε βιώσιμες υποδομές και ψηφιοποίηση είναι ενδεικτική των νέων προτεραιοτήτων.
Θεσμικό πλαίσιο
Για να είναι έτοιμη όμως η χώρα να «τρέξει» στη νέα αυτή περίοδο, καθοριστική είναι η βελτίωση του υφιστάμενου θεσμικού πλαισίου για την ανάθεση έργων. Αυτό θα έρθει, σύμφωνα με πληροφορίες, μέσα από ένα ολοκληρωμένο νομοθέτημα για την προετοιμασία, τη διαγωνιστική διαδικασία και την παρακολούθηση των δημόσιων έργων, υπό την ομπρέλα των αρμόδιων υπουργείων μέσα στο καλοκαίρι.
Η αναθεώρηση του Ν. 4412/2016 θα έχει ως στόχο την επιτάχυνση των διαδικασιών αδειοδότησης στα πρότυπα των στρατηγικών επενδύσεων. Επίσης, το νέο πλαίσιο θα θωρακίσει το ζήτημα των προκαταβολών, που δίδονται στους αναδόχους, οι οποίες έχουν «ενοχοποιηθεί» για το φαινόμενο των αδικαιολόγητα μεγάλων εκπτώσεων. Ως συνέπεια όμως αυτού, και τα έργα καθυστερούν και τελικά το κόστος μέσω διαιτησιών και συμπληρωματικών συμβάσεων εκτοξεύεται.
Οι εκπτώσεις
Για την καταπολέμηση του φαινομένου των μεγάλων εκπτώσεων (συχνά άνω του 50%), αναμένεται να θεσπιστούν πρόσθετα κριτήρια, πέραν της οικονομικής προσφοράς, που θα αφορούν τον χρόνο εκτέλεσης του έργου και πιθανώς τον χρόνο εγγύησης που θα προσφέρουν οι υποψήφιοι. Επιπλέον, θα ζητείται αιτιολόγηση των εκπτώσεων και μεσοσταθμική σύγκριση των προσφορών.
Πρόκειται ακόμα να θεσμοθετηθούν οι λεγόμενες «προτάσεις καινοτομίας», καθώς και η ιδιωτική επίβλεψη έργων και μελετών, στα πρότυπα του ανεξάρτητου μηχανικού που ισχύει στις συμβάσεις παραχώρησης.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στην πρόσφατη έρευνα InfraCompass 2020, που πραγματοποίησαν το Global Infrastructure Hub (πρωτοβουλία των G20) και η Deloitte, η Ελλάδα βρίσκεται μεταξύ των ουραγών διεθνώς, μεταξύ άλλων στους πυλώνες του θεσμικού πλαισίου και του σχεδιασμού (ωριμότητα μελετών, προετοιμασία διαγωνισμών). Αντιθέτως, η χώρα μας διαπρέπει στα έργα ΣΔΙΤ καταλαμβάνοντας τη δεύτερη θέση διεθνώς ως προς τις διαφανείς διαδικασίες στις εν λόγω συμβάσεις.
Προκειμένου να ξεπεραστούν οι διαχρονικές παθογένειες στα μεγάλα έργα, η ελληνική κυβέρνηση συμφώνησε με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στη δημιουργία μιας δομής υποστήριξης για την προετοιμασία έργων. Στόχος είναι να μη χαθούν κοινοτικοί πόροι ή να μην κληθεί η Ελλάδα να επιστρέψει κονδύλια στην ΕΕ λόγω των μεγάλων καθυστερήσεων.
Οι προκαταβολές
Ενα από τα κομβικά σημεία των αλλαγών είναι η κατάργηση ή όχι των προκαταβολών. Οπως σημειώνουν κύκλοι του κλάδου, «τα έργα στην Ελλάδα καθυστερούν και κοστίζουν περισσότερο γιατί κατασκευαστικές παίρνουν προκαταβολές, μετά ξοδεύονται τα χρήματα, αλλά τα έργα δεν προχωρούν. Στη συνέχεια όπως έχει δείξει η εμπειρία ζητούν νέα χρηματοδότηση για να τα ολοκληρώσουν και έτσι γίνεται φαύλος κύκλος».