Ολο και πιο μακρύς και… ανηφορικός γίνεται ο δρόμος προς την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας για την Ελλάδα, καθώς η κρίση που προκαλεί στην οικονομία η πανδημία του κορωνοϊού και το συγκριτικά μεγαλύτερο πλήγμα που αναμένεται να δεχθεί λόγω του υψηλού «βάρους» του τουρισμού στο ΑΕΠ «παγώνει» τις αναβαθμίσεις από τους οίκους αξιολόγησης. Η Citi, η οποία υποβαθμίζει περαιτέρω τις εκτιμήσεις της για την ύφεση φέτος, τοποθετώντας την στο 7,1% φέτος (από 6,9% που προέβλεπε πριν), καθώς και για την ανάκαμψη το 2021 στο 3,7% (από 4% πριν), λόγω της «βουτιάς» του τουρισμού, δεν βλέπει επιστροφή της Ελλάδας στην «ελίτ» των χωρών που φέρουν επενδυτική βαθμίδα μέσα τα επόμενα τέσσερα χρόνια.

Το καλό νέο για τη χώρα μας είναι πως, τουλάχιστον προς το παρόν, δεν αναμένεται να δεχθεί υποβάθμιση της πιστοληπτικής της ικανότητας και αυτό χάρη στα υψηλά ταμειακά διαθέσιμα που έχει, στη διατήρηση της παρουσίας της στις αγορές, στο πολύ ευνοϊκό προφίλ χρέους λόγω των μέτρων ελάφρυνσης καθώς και στο ότι η Ελλάδα θα είναι από τους μεγάλους ωφελημένους του πακέτου της Ε.Ε. μετά τη συμφωνία για τον προϋπολογισμό και το Ταμείο Ανάκαμψης της περιοχής.

Αυτό αναμένεται ευρέως από την αγορά να επιβεβαιωθεί σήμερα από τη Fitch, η οποία αργά το βράδυ πρόκειται να ανακοινώσει τη νέα «ετυμηγορία» της για τη χώρα μας, διατηρώντας, όπως εκτιμάται, την αξιολόγηση στο ΒΒ (σταθερές προοπτικές), δύο σκαλοπάτια κάτω από την επενδυτική βαθμίδα. Και εκεί, ή και λίγο υψηλότερα, αλλά χωρίς να κατακτήσει το «ορόσημο» της επενδυτικής βαθμίδας, αναμένεται να παραμείνει η Ελλάδα για τα επόμενα δύο με τέσσερα χρόνια, όπως εκτιμά η Citigroup.



Κατά τις προβλέψεις της Citigroup, τους επόμενους εννέα μήνες η Ελλάδα δεν αναμένεται να δεχθεί κάποια αλλαγή στην αξιολόγησή της, είτε προς την πλευρά της υποβάθμισης είτε της αναβάθμισης, από τους διεθνείς οίκους.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις προβλέψεις της αμερικανικής τράπεζας, μέσα στους επόμενους εννέα μήνες η Ελλάδα δεν αναμένεται να δεχθεί κάποια αλλαγή στην αξιολόγησή της, είτε προς την πλευρά της υποβάθμισης είτε της αναβάθμισης, από τους διεθνείς οίκους. Ωστόσο, μέσα στα επόμενα δύο με τέσσερα χρόνια, το 2022-2024 δηλαδή, τόσο η Moody’s όσο και η S&P θα αναβαθμίσουν την πιστοληπτική της αξιολόγηση κατά δύο βαθμίδες, σύμφωνα με την αμερικανική τράπεζα. Η Moody’s από το Β1 θα την ανεβάσει στο Ba2 μέσα στο συγκεκριμένο διάστημα, έως και δύο σκαλοπάτια μακριά από την επενδυτική βαθμίδα, και η S&P στο ΒΒ+ από BB- σήμερα, δηλαδή μία βαθμίδα κάτω από το «ορόσημο».

Παράγοντες της αγοράς επίσης εκτιμούν πως η επενδυτική βαθμίδα πλέον αργεί και δεν την αναμένουν πριν από το 2023, επισημαίνοντας πως μια τέτοια εξέλιξη προκαλεί προβληματισμό για την πορεία του κόστους δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου μεσοπρόθεσμα. Η Ελλάδα και τα ελληνικά ομόλογα έχουν αυτή τη στιγμή τη στήριξη του προγράμματος PEPP της ΕΚΤ, η οποία και εξηγεί πλήρως την πολύ καλή πορεία των κρατικών τίτλων. Οταν, ωστόσο, τελειώσει το PEPP, το 2021, η Ελλάδα δεν θα έχει αυτή τη στήριξη, καθώς δεν διαθέτει επενδυτική βαθμίδα για να συμμετέχει στο «κλασικό» QE (και δεν είναι σε πρόγραμμα – εκτός εάν προσφύγει στην πιστωτική γραμμή πανδημίας του ESM), και έτσι δεν θα έχει το δίχτυ προστασίας και ασφαλείας που απολαμβάνει τώρα και που απορροφά σημαντικό μέρος των κραδασμών του σοκ της πανδημίας.

Το ράλι των ελληνικών ομολόγων συνεχίζεται

Η Citi εκτιμά πως τα spreads και οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων θα συνεχίσουν στο υπόλοιπο του 2020 αλλά και το 2021 να κινούνται χαμηλότερα από αυτά των ιταλικών.



Η Citi εκτιμά ότι τα ελληνικά ομόλογα θα έχουν καλύτερες επιδόσεις σε σχέση με τα ιταλικά στο υπόλοιπο του 2020, αλλά και κατά το 2021.

Προβλέπει πως τα spreads στην περιφέρεια γενικότερα θα αυξηθούν ελαφρώς στο β΄ εξάμηνο του τρέχοντος έτους λόγω της αβεβαιότητας γύρω από την οικονομική ανάκαμψη, του φόβου για ένα δεύτερο κύμα της πανδημίας και την περαιτέρω αύξηση των χρηματοδοτικών αναγκών πολλών χώρων εγείροντας ανησυχίες για τη βιωσιμότητα του χρέους, ωστόσο επισημαίνει πως το 2021 τα ελληνικά spreads θα συρρικνωθούν.

Χθες, μετά και το νέο εκρηκτικό ράλι που σημειώθηκε στα ομόλογα της περιφέρειας στον απόηχο και της συμφωνίας για το Ταμείο Ανάκαμψης, οι αποδόσεις του 10ετούς ελληνικού ομολόγου και του αντίστοιχου ιταλικού σχεδόν «ισοφαρίστηκαν» στο 1,05%, σημειώνοντας «βουτιά» της τάξης του 9% και του 5% αντίστοιχα, με το spread έναντι της Γερμανίας να διαμορφώνεται στις 155 μονάδες βάσης. Η Citi εκτιμά πως τα ελληνικά spreads θα κινηθούν στις 170 μ.β. στο γ΄ τρίμηνο, στις 180 μ.β. στο δ΄ τρίμηνο και στις 190 μ.β. στο α΄ τρίμηνο του 2021, ωστόσο στη συνέχεια θα συρρικνωθούν στις 175 μ.β. στο β΄ τρίμηνο, στις 160 μ.β. στο γ΄ τρίμηνο και στις 150 μ.β. στο δ΄ τρίμηνο. Αντίθετα, τα ιταλικά spreads θα κινηθούν στις 180 μ.β. στο γ΄ τρίμηνο και στις 220 μ.β. στο δ΄ τρίμηνο φέτος, ενώ σε όλη τη διάρκεια του 2021 θα βρεθούν στις 230 μ.β. σε μέσον όρο.

Σε ό,τι αφορά τις αποδόσεις, τοποθετεί στο 1,5% την απόδοση του ελληνικού 10ετούς στα τέλη του 2020 και στο 1,80% του ιταλικού, ενώ το 2021 εκτιμά πως θα κινηθούν στο 1,4% και στο 2,2% αντίστοιχα.

kathimerini.gr