Πτώση της τάξεως του 60%, στο 36,5%, σημείωσε η πληρότητα στα ξενοδοχεία της Αττικής τον Ιούλιο, παρά το γεγονός ότι η μέση τιμή του δωματίου μειώθηκε κατά 42,7%. Αλλά και στο πρώτο επτάμηνο του έτους η μέση πληρότητα στα ξενοδοχεία της Περιφέρειας διαμορφώθηκε στο 39,2% έναντι 77,2% πέρυσι, δηλαδή υποχώρησε κατά 49,2%. Στην πραγματικότητα, τα στοιχεία αυτά είναι ωραιοποιημένα από τις καλές επιδόσεις του Ιανουαρίου και του Φεβρουαρίου, που είχαν οριακή μόνο μεταβολή σε σχέση με πέρυσι. Η μέση τιμή ανά διαθέσιμο δωμάτιο υποχώρησε τον Ιούλιο στα 69,49 ευρώ, από 121,32 τον περυσινό Ιούλιο, και συνολικά για το διάστημα Ιανουαρίου – Ιουλίου στα 78,95 ευρώ, από 105,57 το αντίστοιχο διάστημα πέρυσι.

Δραματικές επιπτώσεις

Τα δεδομένα αυτά μεταφράζονται σε μείωση του εσόδου ανά διαθέσιμο δωμάτιο σε μόλις 25,36 ευρώ τον Ιούλιο και 30,99 για το επτάμηνο, από 108,69 πέρυσι τον Ιούλιο και 81,56 το επτάμηνο του 2019. Η μεταβολή στα έσοδα ήταν -76,7% τον Ιούλιο και -62% για το διάστημα Ιανουαρίου – Ιουλίου. Αποκαλύπτεται έτσι το βάθος της κρίσης στον τουρισμό στην Περιφέρεια Αττικής. Τα δεδομένα αυτά προκύπτουν από έκθεση της Ενωσης Ξενοδόχων Αθηνών – Αττικής και Αργοσαρωνικού (ΕΞΑΑΑ) και της GBR Consulting. Να σημειωθεί πως, σύμφωνα με τα στοιχεία κίνησης και απόδοσης ξενοδοχείων, η πληρότητα των καταλυμάτων έκλεινε αρνητικά καθ’ όλη τη διάρκεια του 2020. Οι δραματικές επιπτώσεις της κλιμακούμενης πανδημίας στην πληρότητα των ξενοδοχείων άρχισαν να γίνονται ορατές από τα μέσα Φεβρουαρίου 2020 στις κρατήσεις και προκρατήσεις από όλες τις αγορές, στον επαγγελματικό τουρισμό και στην οργάνωση συνεδρίων, εταιρικών συναντήσεων και εκδηλώσεων, αναφέρει η ΕΞΑΑΑ.

Οι μήνες Απρίλιος και Μάιος ήταν ως γνωστόν οι μήνες του lockdown και των κλειστών, με απόφαση της πολιτείας, ξενοδοχείων, πλην αυτών που ορίσθηκε από το κράτος να λειτουργούν ανά περιφερειακή ενότητα. Από 1η Ιουνίου τα ξενοδοχεία δωδεκάμηνης λειτουργίας μπορούσαν να επαναλειτουργήσουν, κάτι που δεν υλοποιήθηκε στο σύνολο των μονάδων της Αττικής.

Οπως δείχνουν τα στοιχεία, παρότι ο αριθμός των εν λειτουργία ξενοδοχείων και κλινών Αττικής που συγκέντρωναν το ενδιαφέρον της ζήτησης ήταν εντυπωσιακά περιορισμένος σε σχέση με το 2019 (τουλάχιστον κατά 35%-40%), παρότι σταδιακά επανήλθαν οι διεθνείς αεροπορικές συνδέσεις και παρότι η Ελλάδα κέρδισε εγκαίρως τότε το συγκριτικό πλεονέκτημα του ασφαλούς τουριστικού προορισμού, τόσο ο Ιούνιος όσο και ο Ιούλιος αποδείχθηκαν απολύτως απογοητευτικοί για τα ξενοδοχεία της Αθήνας – Αττικής. Το ποσοστό της μέσης πληρότητας δεν ξεπέρασε για τον Ιούνιο 2020 το 25,7% και για τον Ιούλιο 2020 το 36,5%, κάτι που αντιστοιχεί σε κατακόρυφη πτώση της πληρότητας έναντι των αντίστοιχων μηνών του 2019, της τάξεως του -72,3% και -59,3%, αντιστοίχως. Εντυπωσιακή ήταν και η πτώση κατά 79,0% και 76,7% του εσόδου ανά διαθέσιμο δωμάτιο (ReVpar) και της μέσης τιμής δωματίου κατά 24,0% και 42,7%, αντιστοίχως.

Αντίστοιχη είναι όμως η εικόνα και από τις άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές ανταγωνιστικές πόλεις, αν και σε ορισμένες η κατάσταση είναι ακόμη χειρότερη. Η Αθήνα, το Λονδίνο, η Μαδρίτη και η Κωνσταντινούπολη αποδείχθηκαν οι μόνες πόλεις-προορισμοί με πτώση πληρότητας της τάξεως του 50%. Οι υπόλοιπες πόλεις παρουσίασαν ακόμη μεγαλύτερη πτώση πληρότητας. Ενδεικτικά παραδείγματα η Ρώμη (-66,5%), η Βαρκελώνη (-61,2%) και η Βιέννη (-60,3%). Ωστόσο, η Αθήνα παρουσίασε τη μεγαλύτερη πτώση (-25,2%) στη μέση τιμή δωματίου (ADR) έναντι όλων.

Λάθος πολιτικές

Η Ενωση Ξενοδόχων Αθηνών – Αττικής και Αργοσαρωνικού υπενθυμίζει ότι «πτωτικές τάσεις στην πληρότητα των ξενοδοχείων καταγράφονται από τα τέλη του 2018» και εκτιμά πως τότε «το φαινόμενο δεν είχε σχέση με το παγκόσμιο πρόβλημα υγείας, αλλά με λάθος πολιτικές που υιοθετήθηκαν ως προς τη διαχείριση της τουριστικής ανάπτυξης και οι οποίες επέτρεψαν την υπερπροσφορά κλινών κάθε τύπου στην Αθήνα και όχι μόνον».

kathimerini.gr