Σήμερα το προλογίζουν ως το πρόγραμμα που άλλαξε τη γλώσσα της τηλεόρασης, καταστρατηγώντας τις συμβάσεις και ανοίγοντας νέα σύνορα για το τι μπορεί και τι όχι να παιχτεί στο γυαλί.

Τρεις δεκαετίες όμως πρωτύτερα, όλα αυτά ήταν κάπως διαφορετικά. Και δεν ήταν μόνο οι 30.000 κλήσεις που δέχτηκε το τηλεφωνικό κέντρο του BBC από αλαφιασμένους τηλεθεατές. Ούτε τα ακόμα περισσότερα οργισμένα γράμματα.

Μία εγκυμονούσα μπήκε επειγόντως στο χειρουργείο και ένας έφηβος έδωσε τέλος στη ζωή του. Τώρα κανείς δεν γελούσε.

Το ραδιοτηλεοπτικό συμβούλιο της Βρετανίας (Broadcasting Standards Council) κατέληξε στις 27 Ιουνίου 1995, τρία σχεδόν χρόνια αργότερα, ότι οι παραγωγοί του ψευδο-ντοκιμαντέρ «Ghostwatch», που προβλήθηκε στο BBC1 τη νύχτα του Halloween τον Οκτώβριο του 1992, είχαν προσπαθήσει εσκεμμένα να «καλλιεργήσουν μια αίσθηση απειλής».

Στη ρυθμιστική αρχή είχαν καταφύγει οι χαροκαμένοι γονείς του 18χρονου Martin Denham, ο οποίος κρεμάστηκε μερικές μέρες μετά το πρόγραμμα.

Είχε δει κι αυτός στην οθόνη το στοιχειωμένο σπίτι που ερευνούσε υποτίθεται σε πραγματικό χρόνο το κανάλι, παραπλανώντας όλους ώστε να πιστέψουν πως η εκπομπή ήταν ένα πραγματικό χρονικό παραφυσικών φαινομένων.

Παρά το γεγονός ότι το BBC το προλόγιζε στο τρέιλερ ως «δραματοποιημένο», ήταν σαφές πως απέκρυπτε τεχνηέντως τον μυθοπλαστικό χαρακτήρα της εκπομπής, ξεχνώντας βολικά σημάνσεις και προειδοποιήσεις.

Για να το πούμε αλλιώς: το BBC είχε προσπαθήσει σκόπιμα να τρομοκρατήσει 11 εκατ. ανθρώπους. Και τα κατάφερε και με το παραπάνω.

Εκατομμύρια άνθρωποι πίστεψαν αυτό ακριβώς, πως παρακολουθούσαν ένα ντοκιμαντέρ για ένα κακόβουλο πνεύμα που τρομοκρατούσε τους ενοίκους μιας κατοικίας.

Το πράγμα κλιμακώθηκε τόσο που το BBC βρέθηκε στη δίνη του κυκλώνα. Είχε επιστρατεύσει την αξιοπιστία του ως τηλεοπτικό δίκτυο για να πανικοβάλει το ανυποψίαστο κοινό. Και οι συνέπειες ήταν ολέθριες για κάποιους.

Περιπτώσεις παιδιών με συμπτώματα μετατραυματικού στρες καταγράφονταν για καιρό στην έγκριτη ιατρική επιθεώρηση «British Medical Journal».

Αυτό που ήθελε το BBC να κάνει, να φτιάξει ένα περιεχόμενο τρόμου για το Halloween, είχε ξεφύγει από κάθε έννοια ελέγχου…

Πώς στήνεις μια τηλεοπτική φάρσα

 

Ακόμα και σήμερα υπάρχει κάτι το μυθικό στη διαβόητη ραδιοφωνική φάρσα που έστησε ο Όρσον Ουέλς στις 30 Οκτωβρίου 1938 με τον «Πόλεμο των Κόσμων» του Χ. Τζ. Γουέλς.

Ο τρόπος που μεταχειρίστηκε ο σκηνοθέτης για να πείσει το κοινό ότι δέχονταν φονική επίθεση από χιλιάδες πάνοπλους Αρειανούς είναι εμβληματικός, ο πανικός εκατομμυρίων ανθρώπων δεν είχε και δεν θα ξανάχει όμοιό του στην ιστορία της μαζικής επικοινωνίας.

Μόνο που το 1992 το BBC έφτασε πολύ κοντά σε όρους υστερίας. Και όταν λέμε BBC, εννοούμε εδώ Stephen Volk. Συγγραφέας τρόμου και σεναριογράφος, ο Ουαλός ήταν αυτός που συνέλαβε την ιδέα για το «Ghostwatch» το 1998.

Για μίνι σειρά 6 επεισοδίων το προόριζε, μια ιστορία μεταφυσικής έρευνας σε ένα στοιχειωμένο σπίτι που κλιμακώνεται σε ζωντανή υποτίθεται μετάδοση. Το BBC δεν το βρήκε όμως αρκετά καλό ώστε να του αφιερώσει τόσο πολύ από τον πολύτιμο και πανάκριβο χρόνο του.

Στρίμωξε λοιπόν τη σειρά σε ένα επεισόδιο, στο τελευταίο επεισόδιο της ιδέας του Volk, ώστε να φτιάξει ένα ψευδο-ντοκιμαντέρ που θα μπορούσε να παίξει ωραιότατα το βράδυ του Halloween ως ειδικό αφιέρωμα.

Για τον Volk ήταν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να πειραματιστεί με το μέσο της τηλεόρασης. Το κοινό πήγαινε να δει στο σινεμά ταινίες τρόμου ξέροντας εκ των προτέρων τι να περιμένει, έχοντας κάνει τη σύμβαση δηλαδή ότι πάει για να φοβηθεί. Η τηλεόραση όμως ήταν και πιο οικεία και λιγότερη προβλέψιμη.

Αυτό πίστευε ο Volk και αυτό είχε σκοπό να κάνει. Να μην πει ξεκάθαρα ότι η ιστορία είναι μια φανταστική ιστορία τρόμου, ώστε να μην περιμένει ο κόσμος τι θα δει. Παρά να το προωθήσουν ως μια αληθινή δημοσιογραφική έρευνα που εξελίσσεται σε πραγματικό χρόνο, κάνοντας έτσι την κορύφωση θεαματική.

Για να επιτείνουν μάλιστα την αληθοφάνεια της εκπομπής, ο Volk και η σκηνοθέτρια Lesley Manning έβαλαν δυο πραγματικούς παρουσιαστές του BBC, τη Sarah Greene και τον Craig Charles, στο σπίτι της οικογένειας Early, την ίδια ώρα που από το στούντιο θα παρουσίαζε ο ίδιος ο Michael Parkinson, ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα του σταθμού.

Η επιλογή των Sarah Greene και Craig Charles δεν ήταν καθόλου τυχαία. Αμφότεροι εμφανίζονταν τακτικά στο παιδικό πρόγραμμα του BBC και οι δημιουργοί σκέφτηκαν πως αυτό θα προσέλκυε και μικρότερα κοινά στο προϊόν τους. Παιδιά και εφήβους δηλαδή, που όλα λάτρευαν τη Sarah Greene.

Όσο για τα μέλη της κακομοίρας της οικογένειας, ήταν επαγγελματίες ηθοποιοί. Η μαμά Pam και οι κόρες Suzanne και Kim αποκάλυπταν ανατριχιαστικά σκηνικά με μπόλικη παραφυσική δραστηριότητα στην οικία.

Πιάτα να πέφτουν, απόκοσμους θορύβους, μυστηριώδη νιαουρίσματα γάτας. Η Suzanne έφερε μάλιστα στο πρόσωπό της γρατσουνιές, έργο του φαντάσματος που είχε στοιχειώσει το σπίτι, του Pipes, όπως τον αποκαλούσαν, γιατί συνήθιζε να χτυπά τις σωληνώσεις του σπιτιού.

Για να καταλάβει κανείς πόσο μακριά ήθελε να φτάσει ο Volk, είχε θεοπαρακαλέσει το BBC να του επιτρέψει να παρεμβάλει υπέρηχους στην ηχητική μπάντα του προγράμματος, ώστε να τους ακούνε τα κατοικίδια στο σπίτι και να επιδεικνύουν παράξενη συμπεριφορά, προκαλώντας περισσότερη ανησυχία στους τηλεθεατές. Αυτό αποδείχτηκε τελικά… τεχνικά αδύνατο.

Δείχνει όμως και πόσο διεξοδικά το είχαν μεθοδεύσει το πράγμα. Χαρακτηριστική εδώ είναι η μαρτυρία του Mike Smith, συζύγου της Sarah Greene στην πραγματική ζωή και δημοσιογράφου του BBC που εμφανίστηκε στο «Ghostwatch», ο οποίος δήλωσε αργότερα πως δεν ήταν ο μόνος που τα θεωρούσε παρατραβηγμένα όλα αυτά.

«Είχαμε μια σύσκεψη με το BBC μερικές μέρες πριν την προβολή. Και τους είπαμε ότι αυτό θα προκαλέσει αντιδράσεις. Μας είπαν να μην ανησυχούμε, επειδή το προλογίζουν ως δράμα στα τρέιλερ, έχουν προσθέσει και τη λίστα με τους ηθοποιούς. Αλλά εμείς νιώθαμε πως δεν ήταν αρκετό».

Το σκηνικό της φρίκης

 

Όταν έπαιξε το «Ghostwatch», από τις 9:25-11:00 το βράδυ της 31ης Οκτωβρίου 1992, τα γυρίσματα είχαν ήδη γίνει.

Ο πάντα σοβαρός και διακεκριμένος παρουσιαστής Parkinson αντιδρούσε στα «ζωντανά» υποτίθεται αποσπάσματα από το σπίτι, συνομιλώντας ταυτοχρόνως με τηλεθεατές -όλα σκηνοθετημένα- για τις δικές τους εμπειρίες με υπερφυσικά φαινόμενα.

Και μιας και ήταν ο Parkinson, φιλοξενούσε στο στούντιο και έναν σκεπτικιστή αναλυτή, επίσης φτιαχτά όλα αυτά, που προσπαθούσε υποτίθεται να απομυθοποιήσει τους ισχυρισμούς της οικογένειας Early.

Το BBC έλεγε πάντα για τη φάρσα που σκάρωσε πως ο προσεκτικός τηλεθεατής θα μπορούσε να καταλάβει πως ήταν όλα ψέματα, καθώς είχαν παρεμβάλλει υπαινιγμούς και στοιχεία που θα μπορούσαν να τον οδηγήσουν στο σωστό μονοπάτι. Αυτή όμως ήταν η δική του εκδοχή.

Γιατί ναι μεν στους τίτλους αρχής υπήρχε η σημείωση πως το περιεχόμενο είχε «γραφτεί από τον Volk», το γραφικό ωστόσο δεν παρέμεινε στην οθόνη παρά για κλάσματα του δευτερολέπτου.

Η παρουσία εξάλλου του Parkinson και των άλλων γνώριμων στο κοινό παρουσιαστών του BBC υποδείκνυε πως επρόκειτο για πραγματική δημοσιογραφική έρευνα. Σαν αυτές που έκανε το κανάλι.

Σε 90 λεπτά, το αριστοτεχνικά σκηνοθετημένο «Ghostwatch» παρουσίαζε εσκεμμένα αποσπασματικές εικόνες από το στοιχειωμένο σπίτι, που έμεναν επίτηδες ασαφείς και διφορούμενες. Το πρώτο μισό μάλιστα ήταν μάλλον ανιαρό.

Μόνο στο δεύτερο μέρος της εκπομπής τα πράγματα γίνονταν πιο ξεκάθαρα. Τώρα ένας τηλεθεατής αποκάλυπτε πως κάποιος είχε αυτοκτονήσει στο συγκεκριμένο σπίτι. Άλλος είπε για έναν ακρωτηριασμένο σκύλο που βρέθηκε νεκρός εκεί κοντά.

Τα παιδιά της οικογένειας Early εμφανίζονταν τώρα πολύ ανήσυχα για τα όσα τρελά λάμβαναν χώρα στο πατρικό τους.

Ο Parkinson ενημέρωσε μάλιστα κάποια στιγμή τους τηλεθεατές πως είχαν ματαιώσει το προγραμματισμένο περιεχόμενο του καναλιού, ώστε να παραμείνουν περισσότερο στο σπίτι που συμβαίνουν όλα αυτά τα «αδιανόητα». Ακόμα και ανατριχιαστικά νιαουρίσματα γάτας είχαν βάλει να ακούγονται πίσω από τους τοίχους.

Η Greene εξαφανίστηκε κάποια στιγμή στο υπόγειο του σπιτιού, την τράβηξε το πνεύμα, και ο ειδικός ερευνητής των παραφυσικών φαινομένων αποφάνθηκε πως το τηλεοπτικό κοινό είχε γίνει μόλις μάρτυρας εμφάνισης φαντάσματος. Το οποίο το είχε σκάσει πια από το σπίτι και ήταν έτοιμο να εξαπλώσει τον τρόμο του σε όλη την Αγγλία.

Στο τέλος, ακόμα και ο Parkinson έμοιαζε να έχει καταληφθεί στο στούντιο από το μοχθηρό πνεύμα! Το οποίο στοίχειωσε το BBC, έσπαγε λάμπες τώρα και έκανε τα πλατό λαμπόγυαλα.

Ο Parkinson εμφανίζεται μόνος σε ένα μισοσκότεινο στούντιο να τραγουδά ακατάληπτα παιδικά τραγούδια με τη φωνή του φαντάσματος. Τίτλοι τέλους.

Το BBC έκλεινε εδώ το μάτι σε όλους ότι ήταν πλάκα. Μόνο που ένα σεβαστό ποσοστό αυτών των 11 εκατ. τηλεθεατών παραήταν τρομαγμένοι για να πιάσουν τη νύξη. Τα φαντάσματα ήταν αληθινά, ένα είχε βγει μόλις σε ζωντανή μετάδοση στην τηλεόραση και ήταν ελεύθερο να κάνει κακό σε όποιον ήθελε…

 

Ο αδιανόητος αντίκτυπος

 

Το BBC είχε μόλις πέντε τηλεφωνητές εκείνο το βράδυ για να απαντούν στις κλήσεις. Πριν καν τελειώσει το «Ghostwatch», τα τηλέφωνα είχαν πάρει φωτιά, οι κλήσεις έρχονταν κατά χιλιάδες.

Ένας πήρε να πει ότι η γυναίκα του μπήκε να γεννήσει πρόωρα από το στρες που της προκάλεσε το σόου. Μία άλλη είπε πως ο άντρας της τα είχε κάνει πάνω του. Όλοι τους ήταν θυμωμένοι με όσα έκανε το κανάλι στους ίδιους και τα παιδιά τους.

Η κατάσταση κλιμακώθηκε τόσο που μέσα σε λίγες ώρες το BBC αναγκάστηκε να διακόψει το πρόγραμμά του για να υπενθυμίσει στους τηλεθεατές πως το «Ghostwatch» δεν ήταν αληθινό. Ήταν όμως πολύ αργά, η ζημιά είχε γίνει.

Στον δημόσιο λόγο, ακόμα και σε άλλες εκπομπές του BBC που δέχονταν κλήσεις από τον κόσμο, το κοινό καυτηρίαζε το γεγονός ότι το κανάλι είχε εκμεταλλευτεί τη φήμη του για να ξεγελάσει τους πάντες και να πιστέψουν πως κάτι κακό συνέβη τόσο στην οικογένεια Early όσο και στους ίδιους τους παρουσιαστές.

Την Greene την έβγαλαν άρον-άρον στην πρώτη διαθέσιμη παιδική εκπομπή για να καθησυχάσει τα πιτσιρίκια πως δεν την είχε αρπάξει το φάντασμα. Ούτε την είχε σκοτώσει. Οι Volk και Manning απολογήθηκαν δημόσια. Είπαν πως ήθελαν να αποτίσουν φόρο τιμής στην ιστορική φάρσα του Ουέλς και κανείς τους δεν περίμενε τέτοια φριχτή εξέλιξη.

Ακόμα και οι παραγωγοί του επεισοδίου, Ruth Baumgarten και Richard Broke, βγήκαν σε εκπομπή του BBC 1 για να υπερασπιστούν τον εαυτό τους. Καλύτερα να μην το έκαναν. Είπαν πως το πρόγραμμα περιείχε αρκετές ενδείξεις για να συνάγει κάποιος πως ήταν ψεύτικο. Έφταιγε ο τηλεθεατής.

Ακόμα και τα παιδιά θα μπορούσαν όμως να το καταλάβουν; Τα παιδιά δεν έπρεπε καν να είναι ξύπνια εκείνη την ώρα, δικαιολογήθηκαν οι παραγωγοί! Τώρα έφταιγαν οι γονείς.

Άρθρα στο «British Medical Journal» ανέφεραν ακόμα και 18 μήνες μετά περιπτώσεις «διαταραχών μετατραυματικού στρες» σε παιδιά από την παρακολούθηση του «Ghostwatch». Κάποια από αυτά νοσηλεύτηκαν σε ψυχιατρικές κλινικές. Τα συχνότερα συμπτώματα που παρατηρούσαν οι ειδικοί σε 10χρονα ήταν κρίσεις πανικού και διαταραχές ύπνου.

Απ’ όλα ξεχωρίζει δυστυχώς η υπόθεση της αυτοκτονίας του 18χρονου Martin Denham, ενός εφήβου που έπασχε από μαθησιακές δυσκολίες. Όπως ανέφεραν οι γονείς του, Percy και April, ο γιος τους φοβόταν για μέρες μετά το σόου μια ενδεχόμενη επαφή με φαντάσματα.

Άκουγε κι αυτός συνεχώς ήχους από τις υδραυλικές εγκαταστάσεις, του είχε γίνει έμμονη ιδέα. Κάποια στιγμή δεν άντεξε άλλο και κρεμάστηκε στο δωμάτιό του.

Αυτή ήταν η 36η επίσημη καταγγελία στο ραδιοτηλεοπτικό συμβούλιο της Αγγλίας για το «Ghostwatch». Όπως είπαμε, το Broadcasting Standards Council αποφάνθηκε τρία χρόνια μετά πως το BBC είχε παραπλανήσει σκοπίμως τους τηλεθεατές ώστε να πιστέψουν πως αυτό που έβλεπαν ήταν μια ολοζώντανη μαρτυρία παραφυσικών εκδηλώσεων.

Λίγα χρόνια αργότερα, όταν θα εμφανίζονταν αντίστοιχα κινηματογραφικά έργα και τηλεοπτικά προγράμματα, όπως για παράδειγμα το «Blair Witch Project» (1999) και η σειρά «Paranormal Activity», κανείς δεν θα τα κατηγορούσε για εσκεμμένη παραπλάνηση.

Κι αυτή ακριβώς ήταν η μοναδικότητα του «Ghostwatch», πως πάτησε πάνω στην ιστορική αξιοπιστία του BBC για να πει μια φανταστική ιστορία και να δημιουργήσει μια απόκοσμη εμπειρία σαν αυτές που δύσκολα θα ξαναζήσει τηλεθεατής.

Όχι βέβαια πως το BBC θα αποπειραθεί ποτέ κάτι αντίστοιχο. Από κείνη την αποφράδα προβολή του 1992, το «Ghostwatch» δεν έχει ξαναπαιχτεί ποτέ στην αγγλική τηλεόραση.

Πηγή