Οι μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ελλάδα σε ό,τι αφορά τη διατήρηση της οικονομικής ανάπτυξης, σε συνδυασμό με τα προβλήματα του ελληνικού τραπεζικού κλάδου, είναι οι δύο παράγοντες που ουσιαστικά βρίσκονται πίσω από την αδύναμη αξιολόγηση που δίνει η Moody’s για τη χώρα μας, στο Β1 με σταθερές προοπτικές, διατηρώντας την έτσι τέσσερα σκαλοπάτια κάτω από την επενδυτική βαθμίδα. Αυτό επισημαίνει σε νέα ανάλυσή του ο οίκος, διαμηνύοντας εμμέσως πλην σαφώς το πόσο δύσκολη θα είναι η διαδικασία αναβάθμισης της χώρας στην κατηγορία της «επενδυτικής βαθμίδας» και πως θα χρειαστούν απτές αποδείξεις προόδου στα δύο αυτά σημαντικά μέτωπα για να αλλάξει το αδύναμο μακροοικονομικό προφίλ που διατηρεί η Ελλάδα.

Οπως τονίζει η Moody’s, αν και εκτιμά ότι οι προοπτικές ανάπτυξης της Ελλάδας θα βελτιωθούν τα επόμενα δύο χρόνια, ωστόσο παραμένουν σημαντικά εμπόδια στη βιωσιμότητά της, όπως τα χαμηλά επίπεδα αποταμίευσης και οι χαμηλοί ρυθμοί επενδύσεων. Οπως εκτιμά, η ανάπτυξη θα κινηθεί στο 2,5% το 2020-2021, τονίζοντας πως θα μπορούσε να είναι ισχυρότερη, ωστόσο αυτό θα εξαρτηθεί από την ανάκαμψη στις επενδύσεις. Σε αυτό πάντως θα λειτουργήσουν υποστηρικτικά οι κινήσεις στις οποίες έχει προχωρήσει η κυβέρνηση (μειώσεις φόρων, μείωση γραφειοκρατίας και εμποδίων στις επενδύσεις). Ο οίκος επισημαίνει πως μετά τις εκλογές του Ιουλίου η χώρα έχει ένα πιο σταθερό πολιτικό περιβάλλον, καθώς για πρώτη φορά από το 2009 κατάφερε ένα κόμμα να αποκτήσει αυτοδυναμία. Ωστόσο, το μακροοικονομικό προφίλ της Ελλάδας παραμένει αδύναμο, καθώς αντανακλά εκτός από θετικές, και αρνητικές εξελίξεις και συγκεκριμένα: 1) τις πολύ αδύναμες πιστωτικές συνθήκες οι οποίες χαρακτηρίζονται από το ακόμα υψηλό επίπεδο των προβληματικών δανείων των τραπεζών που εξακολουθούν να αποτελούν τη μεγαλύτερη πρόκληση για τον κλάδο και (2) τη βελτίωση της εμπιστοσύνης των καταθετών μετά τον μηδενισμό του ELA και την πλήρη άρση των capital controls.

Πάντως, ο οίκος επισημαίνει πως το σχέδιο «Ηρακλής» αποτελεί ένα ισχυρό όπλο στον δρόμο της βελτίωσης της ποιότητας του ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών μέσω τιτλοποιήσεων, ενώ ο κλάδος αναμένεται να χρησιμοποιήσει και άλλα εργαλεία μείωσης των NPEs όπως οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί, οι αναδιαρθρώσεις και οι διαγραφές. Επίσης, όπως εκτιμά, μέσα στους επόμενους 12 με 18 μήνες οι ελληνικές τράπεζες θα επιχειρήσουν με αυξημένους ρυθμούς να αντλήσουν κεφάλαια από τις αγορές μέσω της έκδοσης μη εξασφαλισμένων τίτλων, καθώς το οικονομικό κλίμα θα βελτιώνεται περαιτέρω.

kathimerini.gr