Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης αναφέρεται στον πολύπαθο Ιώβ
Ούτος ήτον από την χώραν την καλουμένην Αυσίτιδα, εκ των συνόρων της Ιδουμαίας και Αραβίας, απόγονος των υιών του Ησαύ, του πρωτοτόκου υιού του Ισαάκ, ώστε οπού αυτός είναι πέμπτος από τον Αβραάμ.
Και ο μεν πατήρ του, ωνομάζετο Ζαρέθ, η δε μήτηρ του, Βοσόρρα. Ωνομάζετο δε πρότερον Ιωβάβ, και επροφήτευσε χρόνους τεσσαράκοντα πέντε. Ήτον δε προ της ελεύσεως του Χριστού χρόνους χιλίους εννεακοσίους εικοσιπέντε (η κατά άλλους, χρόνους χιλίους τετρακοσίους).
Τούτον τον δίκαιον εζήτησεν ο διάβολος από τον Θεόν διά να τον παιδεύση, και εκ της παιδείας να τον κάμη να αδημονήση και να βλασφημήση κατά του Θεού, επειδή και ήκουσε να τον μαρτυρή ο ίδιος Θεός, πως είναι δίκαιος και ακατηγόρητος και υπερέχει όλους τους τότε δικαίους. Όθεν ο Θεός εσυγχώρησε να δοθή ο δίκαιος εις τας χείράς του. Ο δε Διάβολος λαβών την συγχώρησιν και άδειαν ταύτην, εγύμνωσε τον δίκαιον από όλα του τα υπάρχοντα. Και αφ’ ου τον εταλαιπώρησε με λέπραν και με άλλας πληγάς και πάθη απαρηγόρητα, ανεχώρησεν εντροπιασμένος. Επειδή με τας προσβολάς των τόσων πειρασμών, οπού επροξένησεν εις τον δίκαιον, δεν εκατώρθωσε τον σκοπόν οπού είχε, δηλαδή το να τον κάμη να βλασφημήση κατά του Θεού, μάλλον δε εις το εναντίον ευγήκεν ο σκοπός του. Διότι ο δίκαιος Ιώβ μείνας στερεός και ακλινής εις τους πειρασμούς, αντί να βλασφημήση, ευχαρίστει τον Θεόν. Όθεν ο Θεός εις το τέλος των αγώνων του, ανεκήρυξεν αυτόν λέγων· «Μη αποποιού μου το κρίμα, οίει δε με άλλως σοι κεχρηματικένα, η ίνα αναφανής δίκαιος;» (Ιώβ μ΄, 8). Ήγουν μη αποστραφής την παιδείαν αυτήν, οπού σοι έδωκα. Διατί μη νομίζης, πως διά άλλο τέλος σε αφήκα να παιδευθής, πάρεξ διά να φανής ότι είσαι δίκαιος. Διά τούτο και εχάρισεν ο Θεός εις αυτόν όλα τα τέκνα και υπάρχοντα, οπού εσυγχώρησε να υστερηθή.
Τα δε περί του Ιώβ κατά πλάτος και μερικώς πράγματα, αναφέρονται εις το ξεχωριστόν και καθ’ αυτό βιβλίον του. Έζησε δε μετά την παιδείαν χρόνους εκατόν εβδομήκοντα, ώστε όλοι οι χρόνοι της ζωής του οι προ της πληγής και οι μετά την πληγήν, συμποσούνται διακόσιοι σαράντα οκτώ.
Ταίς αυτού πρεσβείαις, Χριστέ ο Θεός, ελέησον και σώσον ημάς. Αμήν.