Το νέο φορολογικό νομοσχέδιο εισήγαγε ευνοϊκές αλλαγές στον τρόπο φορολόγησης κάποιων παροχών σε είδος (αυτοκίνητα, stock options, κ.λπ.) που λαμβάνουν οι μισθωτοί από τον εργοδότη τους στο πλαίσιο της εργασιακής τους σχέσης.

Κατ’ αρχάς διευκρινίζεται ότι στο φορολογητέο εισόδημα περιλαμβάνονται πλέον και οι παροχές που λαμβάνουν και οι εταίροι ή μέτοχοι και τα συγγενικά τους πρόσωπα (δηλ. όχι μόνο οι εργαζόμενοι).

Οι παροχές σε είδος φορολογούνται εφόσον η αξία τους υπερβαίνει τα 300 ευρώ ανά φορολογικό έτος και μόνο για το υπερβάλλον ποσό.

Εταιρικά αυτοκίνητα

Επανακαθορίζεται ο τρόπος υπολογισμού της φορολογητέας αξίας της παραχώρησης οχήματος σε εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο, για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα εντός του φορολογικού έτους, με βάση την ακόλουθη προοδευτική κλίμακα, ως ποσοστό της Λιανικής Τιμής Πώλησης προ Φόρων (ΛΤΠΦ):

α) Για ΛΤΠΦ έως 14.000 ευρώ ως ποσοστό 4% της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα, για ΛΤΠΦ από 14.001 έως 17.000 ευρώ ως ποσοστό 20% της ΛΤΠΦ, για ΛΤΠΦ από 17.001 έως 20.000 ευρώ ως ποσοστό 33% της ΛΤΠΦ, για ΛΤΠΦ 20.001 έως 25.000 ευρώ ως ποσοστό 35% της ΛΤΠΦ, για ΛΤΠΦ από 25.001 έως 30.000 ευρώ ως ποσοστό 37% της ΛΤΠΦ, για ΛΤΠΦ πλέον των 30.001 ευρώ, ως ποσοστό 20% της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα. Περαιτέρω, η αξία της παραχώρησης του οχήματος μειώνεται κατά 10% έως 50% βάσει της παλαιότητας του οχήματος.

Τα ανωτέρω ισχύουν ανεξάρτητα αν το όχημα ανήκει στην επιχείρηση ή είναι μισθωμένο με οποιονδήποτε τρόπο στα ανωτέρω πρόσωπα. Επίσης, η φορολογητέα αξία της παραχώρησης ενός οχήματος δεν μπορεί να επιμεριστεί σε περισσότερα του ενός πρόσωπα.

Η εφαρμογή της ανωτέρω κλίμακας συνεπάγεται μειωμένη φορολόγηση σε σχέση με το προϊσχύον καθεστώς. Επίσης, εξαιρούνται από τη φορολόγηση τα οχήματα που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για επαγγελματικούς σκοπούς και εφόσον έχουν ΛΤΠΦ έως 17.000 ευρώ (από 12.000 ευρώ που ήταν το προηγούμενο όριο).

Δάνειο σε εργαζόμενο

Σε περίπτωση παροχής δανείου από τον εργοδότη σε εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο, ως φορολογητέα παροχή σε είδος θεωρείται η διαφορά του τόκου που τυχόν κατέβαλε ο εργαζόμενος στη διάρκεια του ημερολογιακού μήνα κατά τον οποίο έλαβε το δάνειο και του (υψηλότερου) μέσου επιτοκίου αγοράς κατά τον ίδιο μήνα, όπως το επιτόκιο αυτό ορίζεται με απόφαση του υπουργού Οικονομικών.

Τα ανωτέρω ισχύουν ανεξαρτήτως από τη σύναψη ή μη έγγραφης σύμβασης δανείου. Υπενθυμίζουμε ότι η διάταξη στην προγενέστερη μορφή της προέβλεπε πως ένα δεν υπήρχε έγγραφη σύμβαση ολόκληρο το ποσό του δανείου θεωρείτο παροχή σε είδος και φορολογείτο ως μισθός.

Επίσης καταργήθηκε η διάταξη που προέβλεπε πως η προκαταβολή άνω των 3 μισθών θεωρείται δάνειο.

Δικαιώματα προαίρεσης 

Τα δικαιώματα προαίρεσης απόκτησης μετοχών (stock options) που παρέχονται σε εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο φορολογούνται με βάση την ακόλουθη διάκριση:

α) Αυτοτελής φορολόγηση με συντελεστή 15% ως εισόδημα από υπεραξία: Ισχύει για μετοχές εισηγμένων και μη εισηγμένων εταιρειών με την προϋπόθεση της διακράτησης των μετοχών για τουλάχιστον 24 μήνες από την απόκτησή τους και ανεξαρτήτως εάν συνεχίζει να ισχύει η εργασιακή σχέση.

Ειδικά, για μη εισηγμένες στο χρηματιστήριο, νεοσύστατες, μικρές ή και πολύ μικρές επιχειρήσεις, ο φορολογικός συντελεστής ορίζεται σε 5%, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθοι όροι: (i) τα ως άνω δικαιώματα αποκτώνται εντός πέντε ετών από τη σύσταση της εταιρείας, (ii) η εταιρεία δεν έχει συσταθεί μέσω συγχώνευσης, και (iii) οι μετοχές θα μεταβιβαστούν μετά τη συμπλήρωση 36 μηνών από την απόκτηση των δικαιωμάτων προαίρεσης.

β) Φορολόγηση ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες (παροχή σε είδος): Εφόσον οι μετοχές μεταβιβαστούν πριν από τη συμπλήρωση 24 μηνών ή 36 μηνών, αντίστοιχα, το σχετικό εισόδημα (αγοραία αξία δικαιώματος προαίρεσης) φορολογείται ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες (παροχή σε είδος).

Η αγοραία αξία των δικαιωμάτων προαίρεσης απόκτησης μετοχών προσδιορίζεται κατά τον χρόνο άσκησης του δικαιώματος προαίρεσης και ανεξαρτήτως εάν συνεχίζει να ισχύει η εργασιακή σχέση. Η αγοραία αξία ορίζεται ως η τιμή κλεισίματος της μετοχής στο χρηματιστήριο, μειωμένη κατά την τιμή διάθεσης του δικαιώματος.

Για τις μετοχές των μη εισηγμένων εταιρειών είναι η τιμή πώλησης μειωμένη κατά την τιμή κτήσης, η οποία προσδιορίζεται με ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων των σχετικών διατάξεων του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος.

Πρέπει να σημειωθεί ότι οι ανωτέρω διατάξεις είναι ασαφείς σε αρκετά σημεία: π.χ. ως προς τον χρόνο έναρξης του ελάχιστου χρόνου διακράτησης (από την απόκτηση των μετοχών ή του δικαιώματος προαίρεσης) τον χρόνο φορολόγησης και υπολογισμού της υπεραξίας, κλπ.)

* Η κ. Τζένη Πάνου είναι υπεύθυνη του φορολογικού τμήματος της ASnetwork (www.asnetwork.gr).

kathimerini.gr