Εκτός από την τόνωση της κτηματαγοράς μέσω της αναστολής του ΦΠΑ, βελτιώνονται θεαματικά οι ισολογισμοί των τραπεζών, καθώς θα αυξηθεί η αξία των ενυπόθηκων δανείων στα βιβλία τους. Αυτό θα προσφέρει τη δυνατότητα για σημαντική αύξηση των νέων χορηγήσεων προς τα νοικοκυριά, αλλά και τις επιχειρήσεις.
Στο «ξεπάγωμα» της αγοράς κατοικίας προχωρεί άμεσα η κυβέρνηση, καθώς πάνω από 100.000 απούλητες κατασκευές θα μπορούν για τα επόμενα τρία χρόνια να πωλούνται χωρίς να επιβαρύνονται με ΦΠΑ 24%. Πρόκειται για όλα τα απούλητα ακίνητα που κατασκευάστηκαν από το 2006 και μετά, όταν δηλαδή πρωτοεπιβλήθηκε ο σχετικός φόρος. Τη σχετική ανακοίνωση πραγματοποίησε, χθες, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης από το βήμα σχετικής εκδήλωσης «στρογγυλής τράπεζας», που διοργάνωσε ο Economist. Οπως ανέφερε, η κίνηση αυτή θα οδηγήσει άμεσα στην αναθέρμανση της «παγωμένης» (στη διάρκεια αυτής της δεκαετίας) αγοράς ακινήτων, που μπορεί να προσελκύσει επενδύσεις, να αυξήσει την απασχόληση και να ενισχύσει το εισόδημα δεκάδων επαγγελμάτων που σχετίζονται με την οικοδομή. Ταυτόχρονα, μέσω της αναστολής του ΦΠΑ, βελτιώνονται θεαματικά οι ισολογισμοί των τραπεζών, καθώς θα αυξηθεί η αξία των ενυπόθηκων δανείων στα βιβλία τους. Αυτό θα προσφέρει τη δυνατότητα για σημαντική αύξηση των νέων χορηγήσεων προς τα νοικοκυριά, αλλά και τις επιχειρήσεις.
H αναστολή αυτή περιλαμβάνει τόσο περιπτώσεις νέων αδειών όσο και παλιές άδειες που εκδόθηκαν από 1.1.2006, δηλαδή περιλαμβάνει όλα τα παλιά ακίνητα που δεν έχουν πωληθεί καθώς και τα νέα ακίνητα. Η υπαγωγή στην αναστολή είναι προαιρετική και χορηγείται κατόπιν αιτήσεως των κατασκευαστών οικοδομών, εντός εξάμηνης προθεσμίας. Για τα αδιάθετα από το 2006 ακίνητα, για τα οποία έχει επιστραφεί ή εκπέσει ο ΦΠΑ εισροών και απαιτείται διακανονισμός φόρου (δηλαδή επιστροφή φόρου στο Δημόσιο), μετατίθεται η απόδοση στο Δημόσιο αυτού του ποσού ΦΠΑ, στον χρόνο της παράδοσης – πώλησης του κάθε ακινήτου, όταν δηλαδή θα βρεθεί αγοραστής, και όχι άμεσα με την υποβολή της αίτησης αναστολής, για λόγους διευκόλυνσης της ρευστότητας των κατασκευαστικών επιχειρήσεων. Τέλος, προβλέπεται ότι στην περίπτωση αντιπαροχής, ο οικοπεδούχος δεν θα οφείλει να πληρώσει ΦΠΑ για τα διαμερίσματα που θα παραλάβει ως αντιπαροχή από τον κατασκευαστή.
Υπενθυμίζεται ότι από τις προγραμματικές δηλώσεις της νέας κυβέρνησης τον προηγούμενο Ιούλιο και μέχρι σήμερα, είχε επικρατήσει έντονη αβεβαιότητα μεταξύ των κατασκευαστών κατοικιών, οι οποίοι απέφευγαν να εκδώσουν νέες οικοδομικές άδειες, έως ότου ξεκαθαρίσει ο τρόπος εφαρμογής της αναστολής του ΦΠΑ, δεδομένου ότι για αρκετές εβδομάδες, το επικρατέστερο σενάριο αφορούσε τον περιορισμό του μέτρου, μόνο στις νέες οικοδομικές άδειες, που θα εκδίδονταν από τις αρχές του 2020 και μετά. Πλέον αίρεται αυτό το εμπόδιο και αποκαθίσταται η ισορροπία στην αγορά ακινήτων.
Ο ΦΠΑ 24% επιβάλλεται σε όσους αποκτούν νεόδμητο ακίνητο (με άδεια οικοδομής μεταγενέστερη της 1η Ιανουαρίου του 2006), έχοντας ήδη κάποια κατοικία, ή στους αγοραστές εξοχικών κατοικιών, Ελληνες και ξένους. Αντιθέτως, στα παλαιότερα ακίνητα επιβάλλεται μόνον ο φόρος μεταβίβασης 3%. Το αποτέλεσμα είναι να προκύπτει διαφορά πάνω από 20% ανάμεσα στον φόρο που επιβαρύνει τα νέα ακίνητα και στα παλαιότερα ακίνητα, οδηγώντας έτσι όλους τους υποψήφιους αγοραστές στο να προτιμούν τα παλαιά ακίνητα, κάτι που εμπόδιζε την ανάκαμψη της οικοδομικής δραστηριότητας.
Εκπτωση φόρου 40%
Το πράσινο φως έλαβε ακόμα μια σημαντική παρέμβαση τόνωσης της οικοδομής. Ειδικότερα, η δαπάνη για την αναβάθμιση των κτιρίων θα εκπίπτει από τον τελικό φόρο και θα αφορά μόνο τις παρεχόμενες υπηρεσίες. Δηλαδή, η παροχή έκπτωσης φόρου 40% στις δαπάνες που καταβάλλει κανείς για την ενεργειακή, λειτουργική και αισθητική αναβάθμιση του ακινήτου του, θα αφορά για παράδειγμα τη δουλειά του εγκαταστάτη αλουμινίου και όχι τα υλικά. Οι ιδιοκτήτες ακινήτων που θα προχωρήσουν στην αναβάθμιση του ακινήτου τους θα πρέπει εν συνεχεία να προσκομίσουν τα νόμιμα παραστατικά (τιμολόγια εργασιών, ασφαλιστικές εισφορές και ΦΠΑ που έχει καταβληθεί), στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων και θα μπορούν να εισπράττουν το 40% της δαπάνης, μέσω όμως πίστωσης του σχετικού ποσού στον λογαριασμό τους. Ουσιαστικά, δηλαδή, ο ιδιοκτήτης που έχει δαπανήσει π.χ. 15.000 ευρώ για την αναβάθμιση του ακινήτου θα δημιουργεί έναν «κουμπαρά» στον λογαριασμό του στο Taxis, από τον οποίο θα πληρώνονται μελλοντικές φορολογικές υποχρεώσεις του. Με τον τρόπο αυτό και το Δημόσιο θα είναι κερδισμένο, καθώς η μεγάλη έκπτωση θα αναγκάσει τους ιδιοκτήτες να ζητούν αποδείξεις.