Πηγές του οικονομικού επιτελείου εκτιμούν ότι, εκτός από τη μείωση των επιτοκίων, προϋπόθεση για να εξασφαλισθεί η θετική αυτή απόφαση θα είναι μια καλή κατ’ αρχάς πορεία του ΑΕΠ.
Η προεξόφληση μέρους του δανείου του ΔΝΤ αναμένεται να περάσει τη Δευτέρα χωρίς πρόβλημα από το Δ.Σ. των EFSF/ESM, αλλά το ακόμη σημαντικότερο στοιχείο είναι ότι η θετική εισήγηση του μηχανισμού βασίζεται σε μια βελτιωμένη ανάλυση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους.
Η κυβέρνηση και οι πληροφορίες από τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες συγκλίνουν στην πρόβλεψη ότι η νεότερη ανάλυση βιωσιμότητας χρέους, που θα λαμβάνει υπόψη της όχι μόνο την εξόφληση του ΔΝΤ, αλλά και τη ραγδαία μείωση των επιτοκίων δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου, θα είναι σαφέστατα ακόμη πιο βελτιωμένη. Κάτι που –εφ’ όσον επιβεβαιωθεί– θα ανοίξει τον δρόμο για μια απόφαση μείωσης του στόχου για πρωτογενή πλεονάσματα το 2021 και 2022. Εκτιμήσεις ευρωπαϊκών πηγών τοποθετούν αυτή την απόφαση τον Απρίλιο του 2020, προβλέποντας ότι ο στόχος θα μειωθεί για τα δύο τελευταία χρόνια της συμφωνίας κατά 1%-1,3% του ΑΕΠ, έτσι ώστε να διαμορφωθεί στο 2,5% ή και στο 2,2%, όσο έχει συμφωνηθεί να είναι ο μέσος όρος των επόμενων ετών, μετά το 2022. Οπως εκτιμούν οι πηγές, η Ευρώπη θα δώσει τα περιθώρια στην κυβέρνηση να ενισχύσει την ανάπτυξή της, χαλαρώνοντας τον στενό δημοσιονομικό κορσέ που της έχει φορέσει.
Σύμφωνα, εξάλλου, με πηγές της αγοράς ομολόγων, μια μείωση της εκτίμησης του κόστους δανεισμού από το υπερβολικά υψηλό πλέον 4,9%, όπου τοποθετείται μέχρι στιγμής στην ανάλυση των θεσμών, στο εντελώς μετριοπαθές 4,7%, μειώνει πάνω από 4 μονάδες του ΑΕΠ το προβλεπόμενο χρέος το 2060, κάτι που επιτρέπει μια μείωση του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα κατά 1% του ΑΕΠ.
Στην Αθήνα, πηγές του οικονομικού επιτελείου εκτιμούν ότι πέρα από τη μείωση των επιτοκίων, προϋπόθεση για να εξασφαλισθεί η θετική αυτή απόφαση θα είναι μια θετική κατ’ αρχάς πορεία του ΑΕΠ. Ετσι, αναμένουν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το γ΄ τρίμηνο. Τα προσωρινά στοιχεία του γ΄ τριμήνου θα δημοσιευθούν στις 5 Δεκεμβρίου. Προβλέψεις που δημοσιεύθηκαν την περασμένη εβδομάδα, πάντως, κινούνται σε πιο μετριοπαθή κατεύθυνση από τις κυβερνητικές, καθώς το ΙΟΒΕ εκτιμά τον ρυθμό ανάπτυξης φέτος στο 1,8%, το ΚΕΠΕ στο 1,7% και η Τράπεζα Πειραιώς στο 1,6%. Η κυβέρνηση περιμένει ρυθμό ανάπτυξη 2% φέτος και 2,8% το 2020.
Εννοείται ότι εν τω μεταξύ, η κυβέρνηση θα κληθεί να επιδείξει αυστηρή συμμόρφωση στη μεταρρυθμιστική ατζέντα της ενισχυμένης εποπτείας. Αυτό αναφέρει άλλωστε και η εισήγηση του ESM υπέρ της προεξόφλησης μέρους του δανείου του ΔΝΤ. Στο πλαίσιο αυτό, κυβερνητικές πηγές εμφανίζονται ικανοποιημένες από τα αποτελέσματα της τηλεδιάσκεψης που πραγματοποιήθηκε την περασμένη Πέμπτη για τις εκκρεμότητες στο πλαίσιο της τέταρτης αξιολόγησης. Ο προϋπολογισμός δεν συζητήθηκε καθόλου, σύμφωνα με πληροφορίες, κάτι που επιβεβαιώνει ότι το θέμα του όποιου δημοσιονομικού κενού έχει κλείσει, ενώ σημειώθηκε πρόοδος σε άλλες εκκρεμότητες. Η κυβέρνηση περιμένει έτσι μια θετική έκθεση στις 20 Νοεμβρίου.
Μια μέρα μετά, στις 21 Νοεμβρίου, θα καταθέσει και τον προϋπολογισμό στη Βουλή και τότε, σύμφωνα με πληροφορίες από το οικονομικό επιτελείο, αναμένεται να δημοσιοποιήσει και τις προθέσεις της για το λεγόμενο κοινωνικό μέρισμα, δηλαδή τη διανομή του προβλεπόμενου υπερπλεονάσματος.
Οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν ότι πρόθεση του οικονομικού επιτελείου είναι να κινηθεί συντηρητικά και να μη μοιράσει στο σύνολό του το όποιο υπερπλεόνασμα, αφού είναι απαραίτητο να διατηρηθεί ένα μαξιλάρι ασφαλείας. Εισηγούνται, επίσης, ένα μέρος του να διατηρηθεί για πιθανές έκτακτες ανάγκες του 2020, παραπέμποντας στα αναδρομικά των συντάξεων. Στο τραπέζι πάντως βρίσκονται προτάσεις για τους κοινωνικά ασθενέστερους, όπως και για ενίσχυση έργων υποδομής (π.χ. νοσοκομεία).