O χρόνος μοιάζει γοητευμένος από τη βαθιά της φωνή, με αυτήν τη μοναδική χροιά που κάποιος αναγνωρίζει από τις πρώτες νότες. Δεν την αγγίζει, την έχει απλά χαϊδέψει, χαρίζοντάς της μια πιο συνειδητοποιημένη αυτοπεποίθηση. Αυτοπεποίθηση που, όσο η Άννα μεγαλώνει, κερδίζει με άνεση στο bras de fer με τη γυναικεία ματαιοδοξία της. Ο χρόνος που περνά έχει αποτυπωθεί με γλυκύτητα στο πρόσωπό της, χωρίς να χάνεται ούτε στιγμή αυτό το πονηρό ανασήκωμα του φρυδιού της νεανικής της ανησυχίας.
Στα stories που ανεβάζει στο Instagram, η Άννα αποκαλύπτει το γήινο πρόσωπο της σταρ των εξωφύλλων: είναι άβαφη, κάνει γυμναστική, φορά φόρμες, αυτοσαρκάζεται. Αν η Ελλάδα μπορεί να περηφανευτεί πως μετρά κάποιους ανθρώπους που είχαν το πακέτο «άστρο, ταλέντο, εμφάνιση, επιρροή», η Άννα Βίσση βρίσκεται με το σπαθί της σε αυτήν την ομάδα λίγων κι εκλεκτών, εδώ και σχεδόν τέσσερις πια δεκαετίες.
Βέβαια, τα τελευταία χρόνια κάνει ό,τι μπορεί για να διαχωρίσει τη θέση της από το «celebrity crowd», που μονοπωλεί το ενδιαφέρον των πάνελ, που πασχίζουν να γεμίσουν τηλεοπτικό χρόνο. Δεν πηγαίνει σε κοσμικές εκδηλώσεις. Δε βρίσκει νόημα να δώσει το παρών αν σκοπός δεν είναι να τιμήσει έναν αληθινό της φίλο. Δε δίνει συνεντεύξεις. Νιώθει πως τα έχει πει όλα. Δε θα τη δεις σχεδόν ποτέ σε «παπαρατσικά» θέματα. Εκτός αν την πετύχουν στο αεροδρόμιο όπου πάει να υποδεχτεί την κόρη της, Σοφία, και τα εγγόνια της, Νίκο και Νέστορα. Έχει γίνει ακόμα πιο επιλεκτική -πάντοτε ήταν. Και πιο ακριβοθώρητη. Την τελευταία φορά που θέλησα να κάνουμε μια συνέντευξη ήταν αποστομωτικά ειλικρινής, σερβίροντάς μου ένα ειλικρινές «όχι μωρέ, τι να πω πάλι». Γαρνιρισμένο με επιχειρήματα. «Οι συνεντεύξεις δίνονται από ανθρώπους που πρέπει να τους γνωρίσει ο κόσμος και νιώθω πως εμένα ο κόσμος με γνωρίζει καλά. Τι νόημα έχει να απαντήσω σε “καινούριες”, αλλά ήδη γνωστές ερωτήσεις; Έχω ήδη πει τόσα πολλά… Στο παρελθόν έχω γίνει και λίγο θύμα ματαιόδοξων δημοσιογράφων», μου εξήγησε. Ακόμα και για τις εμφανίσεις της στο Hotel Ερμού δεν έβγαλε καν αφίσα. Και ήταν κάθε βράδυ γεμάτο. Αυτοί που θέλουν, ξέρουν πού να την αναζητήσουν.
Σταρ αντιστάρ
Η Άννα δεν έχει αρνηθεί πως στις αρχές της καριέρας της υπήρξε ματαιόδοξη.
«Όταν είσαι στο ξεκίνημα, σε παρασύρει η προοπτική να δεις τον εαυτό σου ωραία ντυμένο, μακιγιαρισμένο. Όμως, όλο αυτό, η αυλή, οι κόλακες, τα μαλλιά, τα ρούχα σε οδηγούν στο ν’ αποκτήσεις μία αφελή εικόνα. Τα έχω κάνει όλα αυτά, τα χόρτασα. Τώρα, απλά αγαπώ τη μουσική. Εάν δε σταματήσει η φωνή μου, δε θα σταματήσω να τραγουδάω. Γιατί όταν σταματήσει η φωνή σου να τραγουδάει πρέπει να σταματήσεις κι εσύ», λέει στους φίλους της. Αυτό που λειτουργεί σαν βενζίνη στον κινητήρα της είναι το ενδιαφέρον του κόσμου για τη μουσική της. Αυτή η ωραία μίξη των παλιών με την πιτσιρικαρία. Αυτό την τσιγκλάει…
Μεγαλώνοντας έχει αποκτήσει πολύ καλύτερη σχέση με τον εαυτό της. Ίσως γιατί σε μια πορεία ζωής, με συνοδοιπόρο τον Καρβέλα, έμαθε να φιλοσοφεί περισσότερο. Η επανάληψη την κουράζει και το προσωπικό στοίχημα είναι να καταφέρνει κάθε φορά ν’ ανακαλύπτει τον εαυτό της. Έχει μια δική της θεωρία που δε διστάζει να εκφράσει:
«Όποιες καλλιτεχνικές τάσεις κι αν ακολουθείς, όταν λέγεσαι “τραγουδιστής” δεν ξέρω πόσο αθώος καλλιτέχνης μπορείς να είσαι. Πόσο σπάνιος καλλιτέχνης και ουσιαστικά ταγμένος ν’ αυτοθυσιαστείς για την τέχνη σου, από τη στιγμή που την πουλάς και ζεις από αυτήν. Όσο μεγαλώνω, λοιπόν, λέω περισσότερες αλήθειες στον εαυτό μου κι αυτό μου κάνει καλό». Λέγοντας αλήθειες στον εαυτό της, ενίοτε σκληρές, έχει μάθει να επιστρατεύει το χιούμορ της. Κι αυτό λειτουργεί λυτρωτικά.
govastileto.gr