Ενυπόθηκα στεγαστικά και επιχειρηματικά δάνεια ύψους 70 δισ. ευρώ θα έχουν μεταφερθεί σε funds έως τα τέλη του χρόνου, αλλάζοντας ριζικά τους κανόνες της συζήτησης για την προστασία της πρώτης κατοικίας των φυσικών προσώπων, αλλά και δεκάδων χιλιάδων επαγγελματιών ή επιχειρηματιών που έχουν δανειστεί προσημειώνοντας την κύρια κατοικία τους.

Οι τράπεζες, που δέχθηκαν επί σειράν ετών την κριτική για την αποτελεσματικότητά τους στις ρυθμίσεις κόκκινων δανείων, αποσύρονται οριστικά από το πεδίο αυτό, αφήνοντας την αγορά αυτή στους ειδικούς, δηλαδή στις εταιρείες διαχείρισης που λειτουργούν όχι ως εντολοδόχοι των τραπεζών όπως συνέβαινε π.χ. με τις εισπρακτικές εταιρείες, αλλά ως εντολοδόχοι των ξένων επενδυτικών κεφαλαίων. Αυτοί θα είναι πλέον οι νέοι ιδιοκτήτες των δανείων με πλήρη δικαιώματα στις εξασφαλίσεις, δηλαδή τα ακίνητα, που έχουν αυτά τα δάνεια.

Η αγορά των πλειστηριασμών ακινήτων, που για πολλά χρόνια είχε «παγώσει» και μόλις τα δύο τελευταία χρόνια άρχισε να επαναλειτουργεί με την ενεργοποίηση της πλατφόρμας eauction, επανακάμπτει δριμύτερη. Οι πλειστηριασμοί κατοικιών είτε πρόκειται για πρώτη κατοικία είτε όχι, δεν θα επιστρατεύονται πλέον ως φόβητρο για όσους δεν συναινούν στη ρύθμιση του δανείου τους. Αποτελούν ήδη βασικό εργαλείο στα χέρια των funds, καθώς εδραιώνουν την παρουσία τους στην αγορά των μη εξυπηρετούμενων δανείων, που μέσα στο 2020 θα έχει περάσει στον πλήρη έλεγχό τους μέσω των τιτλοποιήσεων που δρομολογούν οι τράπεζες, ύψους 33 δισ. ευρώ και των πωλήσεων χαρτοφυλακίων ύψους 40 δισ. ευρώ που έχουν γίνει μέχρι σήμερα. Ηδη, σύμφωνα με τα στοιχεία της «Κ», οι πλειστηριασμοί ακινήτων επανέρχονται σταδιακά στα προ κρίσης επίπεδα (το 2019 ανήλθαν σε 29.000) και η καθοριστική ημερομηνία για την πλήρη απελευθέρωσή τους θα είναι η 31η Απριλίου, η ημερομηνία δηλαδή που εκπνέει η προθεσμία για την υποβολή αίτησης στην ηλεκτρονική πλατφόρμα που έχει δημιουργηθεί στην Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους.

Οι γενικευμένοι πλειστηριασμοί που προεξοφλούνται για την προσεχή τριετία, δεν αποτελεί κινδυνολογία, αφού οι νομικές υπηρεσίες των τραπεζών έχουν στα συρτάρια τους τριπλάσιο αριθμό υποθέσεων που έχουν ωριμάσει και είναι ένα βήμα πριν από την κατάσχεση. Οι υποθέσεις των καταγγελμένων δανείων περνούν πλέον στα χέρια των funds, που με βάση τα πρώτα δείγματα γραφής τους στην ελληνική αγορά, κάθε άλλο παρά ελαστικότερες πρακτικές έχουν σε σχέση με αυτές των τραπεζών, που μπορούσαν να ρυθμίσουν μια οφειλή με ορίζοντα 20, 30 ή ακόμα και 40 ετών.

Την ίδια στιγμή, η εξέλιξη του αριθμού των αιτήσεων που έχουν υποβληθεί στην ηλεκτρονική πλατφόρμα για την προστασία πρώτης κατοικίας, δεν αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας, αφού παρά τις πρωτοβουλίες απλοποίησης της διαδικασίας που έχουν ληφθεί από το υπουργείο Οικονομικών, τα αιτήματα δεν ξεπερνούν τις 2.000. Ακόμα και με βάση τις πιο αισιόδοξες εκτιμήσεις, αυτές που τελικώς θα υποβληθούν δεν θα ξεπεράσουν τις 10.000 έναντι αρχικών εκτιμήσεων για 100.000. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία από τους 63.500 υποψήφιους ενδιαφερόμενους που εγγράφηκαν στην πλατφόρμα, πάνω από 20.000 δεν δέχθηκαν την άρση του τραπεζικού και φορολογικού τους απορρήτου και μοιραία θα βρεθούν την επομένη στο στόχαστρο του ελέγχου. Αυτοί που ξεκίνησαν τη διαδικασία προετοιμασίας της αίτησής τους φθάνουν τις 42.100, αλλά ακόμα και αν τελικώς ολοκληρώσουν τη συμπλήρωσή της, οι μισοί περίπου εικάζεται ότι θα βρεθούν εκτός την κρίσιμη ώρα, δηλαδή τη στιγμή υποβολής της αίτησης. Αυτό προκύπτει από την ανάλυση των στοιχείων με βάση τα οποία εκτός από τις 2.000 αιτήσεις που έχουν υποβληθεί μέχρι σήμερα, άλλες τόσες απορρίφθηκαν κατά το στάδιο δηλαδή υποβολής της αίτησης, στον βαθμό που η λειτουργία της πλατφόρμας δεν επιτρέπει τον προέλεγχο των κριτηρίων (ύψος οφειλής, αντικειμενική αξία περιουσίας κ.λπ.), ο οποίος γίνεται εκ των υστέρων και αφού ο ενδιαφερόμενος συμπληρώσει την αίτησή του. Η αυστηρότητα των κριτηρίων και της διαδικασίας, αλλά και το γεγονός ότι μέσω της πλατφόρμας μπορεί κάποιος να διευθετήσει μόνο την ενυπόθηκη οφειλή επί της πρώτης κατοικίας, ερμηνεύει και την απροθυμία όσων οφειλετών έχουν καταφύγει στον νόμο Κατσέλη, να εγκαταλείψουν τη δικαστική προστασία και να επιλέξουν τη ρύθμιση της οφειλής τους μέσω της πλατφόρμας.

Οι εκκρεμείς υποθέσεις του νόμου Κατσέλη προσεγγίζουν τις 80.000, αλλά παρά την ασυλία που δίνει ο νόμος σε όσους έχουν κάνει αίτηση μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσής τους, η προστασία της πρώτης κατοικίας δεν είναι δεδομένη. Αξιοποιώντας τη δεκαετή εμπειρία από την εφαρμογή του νόμου που ανέδειξε και τις αδυναμίες του ως καταφύγιου και στρατηγικών κακοπληρωτών, τα αρμόδια Ειρηνοδικεία έχουν αυστηροποιήσει τη στάση τους, απορρίπτοντας πλέον πάνω από τις μισές υποθέσεις. Οπως, μάλιστα, διαμηνύουν οι τράπεζες, στις περιπτώσεις αυτές θα εξαντλήσουν την αυστηρότητά τους την επόμενη μέρα, προκρίνοντας τον πλειστηριασμό της ακίνητης περιουσίας τους χωρίς δεύτερη ευκαιρία για ρύθμιση.

kathimerini.gr