Το σχέδιο διάσωσης της ΛΑΡΚΟ προβλέπει τη μεταφορά των υποχρεώσεών της σε μια νέα εταιρεία και την πώληση του εργοστασίου της Λάρυμνας και των ορυχείων μέσω δύο παράλληλων διαγωνισμών με δυνατότητα ενιαίου επενδυτή, ώστε να αναλάβει τη νέα εταιρεία που θα προκύψει καθαρή από υποχρεώσεις και να αξιοποιήσει βιώσιμα τα αποθέματα νικελίου και κοβαλτίου για τα οποία έχουν εκφράσει ενδιαφέρον τρεις μεγάλοι ξένοι επενδυτές.

Μάχη με τον χρόνο δίνουν υπουργείο Ενέργειας και ΤΑΙΠΕΔ για να θέσουν σε εφαρμογή ένα σχέδιο διάσωσης της ΛΑΡΚΟ, ενώ η εταιρεία μέρα με τη μέρα βουλιάζει όλο και πιο βαθιά καθώς υποχρεώνεται να πουλάει «κοψοχρονιά» την παραγωγή της για να διασφαλίσει ρευστότητα και να εξυπηρετήσει στοιχειωδώς τις βασικές ανάγκες λειτουργίας της. Μεγάλος αρωγός αυτής της προσπάθειας διάσωσης είναι η ΔΕΗ, η οποία ανέστειλε για μια ακόμη φορά την απόφασή της για άρση της εκπροσώπησης της ΛΑΡΚΟ από πελάτη της, μεταφέροντας με νέο εξώδικο προς τον ΑΔΜΗΕ τη σχετική εντολή από τις 7 Ιανουαρίου για τις 31 Ιανουαρίου. Αναζητώντας προφανώς κάλυψη έναντι πιθανών διώξεων περί απιστίας, αφού τα χρέη από τη ΛΑΡΚΟ ξεπερνούν τα 350 εκατ. ευρώ, το διοικητικό συμβούλιο της ΔΕΗ επικαλείται για την απόφαση συνέχισης της ηλεκτροδότησης της προβληματικής βιομηχανίας, προσημείωση υποθήκης μέχρι του ποσού των 15.000.000 ευρώ για την εξασφάλιση ισόποσης απαιτήσεώς της επί του δικαιώματος μεταλλειοκτησίας της εταιρείας στο Προσήλιο Κοζάνης. Η σχετική απόφαση ελήφθη σε έκτακτη συνεδρίαση του Ειρηνοδικείου Κοζάνης στις 3 Ιανουαρίου. Το ερώτημα ωστόσο είναι μέχρι πότε η ΔΕΗ θα μπορεί να υποστηρίζει εις βάρος της την προβληματική λειτουργία της ΛΑΡΚΟ.

Εν αναμονή του σχεδίου διάσωσης που έχει εξαγγείλει ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κωστής Χατζηδάκης, η λειτουργία της ΛΑΡΚΟ κρέμεται πραγματικά από μία κλωστή. Εχουν περικοπεί ακόμη και τα περισσότερα έξοδα συντήρησης, υπάρχουν συνεχείς ελλείψεις που προκαλούν κατά περιόδους και διακοπή λειτουργίας σε κάποιες καμίνους και η εταιρεία περιμένει κάθε φορά οι αγοραστές – πελάτες της να εμβάσουν άμεσα τα χρήματα από κάθε πλοίο που φορτώνεται, για να πληρωθούν οι μισθοί, αφού σε όλες τις άλλες υποχρεώσεις της έχει κηρύξει ουσιαστικά στάση πληρωμών.

Η ανάγκη αντιμετώπισης της οικονομικής στενότητας υποχρεώνει την εταιρεία να πουλάει την παραγωγή της σε τιμές πολύ χαμηλότερες από τις τρέχουσες του νικελίου. Πηγές της «Κ» αναφέρουν ότι με τιμή νικελίου στα 13.700 δολάρια ο τόνος η ΛΑΡΚΟ πουλάει με έκπτωση 2.200 δολάρια στα 11.500 δολ./τόνο, πολιτική που αποδίδουν αφενός στο ταμειακό πρόβλημα της εταιρείας και αφετέρου στον εκβιασμό που ασκούν οι πελάτες της γνωρίζοντας τη δυσμενή της κατάσταση. Την πώληση παραγωγής με εκπτώσεις αλλά σε χαμηλότερα ποσά, της τάξης των 400-800 δολ./τόνο, επιβεβαιώνει η διοίκηση της ΛΑΡΚΟ. Ο διευθύνων σύμβουλος κ. Σπύρος Τζίντζος τονίζει στην «Κ» ότι πράγματι η εταιρεία έχει υπογράψει συμβόλαια με εκπτώσεις επί της τιμής του νικελίου της τάξης των 400-800 δολ./τόνο, όταν μάλιστα πουλούσε πριν με premium της τάξης των 200 δολ./τόνο. Ο ίδιος αποδίδει αυτή τη δυσμενή για τη ΛΑΡΚΟ αλλαγή εμπορικής πολιτικής με το περιβάλλον που έχει δημιουργηθεί στη διεθνή αγορά του ανοξείδωτου χάλυβα. Αναφέρει χαρακτηριστικά ότι από το τελευταίο τρίμηνο του 2019 έχει αυξηθεί το ποσοστό σιδηρονικελίου από σκραπ στην παραγωγή ανοξείδωτου χάλυβα, με αποτέλεσμα οι πελάτες να πιέζουν για εκπτώσεις. Η τάση αυτή σε συνδυασμό και με την ταμειακή στενότητα της ΛΑΡΚΟ οδηγεί σε συμβάσεις με σημαντικές εκπτώσεις, διευρύνοντας την ψαλίδα κόστους παραγωγής – πώλησης και αντιστοίχως τις ζημίες για  την εταιρεία. Το 2018 οι σωρευτικές ζημίες της ΛΑΡΚΟ ανήλθαν σε 148 εκατ. ευρώ, ενώ στις 31/12/2018 η εταιρεία είχε αρνητική θέση 308 εκατ. ευρώ από 217 εκατ. ευρώ το 2017. Οι συνολικές ληξιπρόθεσμες οφειλές της ΛΑΡΚΟ ξεπερνούν τα 700 εκατ. ευρώ εκ των οποίων 350 εκατ. ευρώ στη ΔΕΗ, 20 εκατ. ευρώ στον ΕΦΚΑ, 30 εκατ. στην Τράπεζα Πειραιώς, 70 εκατ. στην παλαιά ΛΑΡΚΟ και τα υπόλοιπα σε προμηθευτές. Επιπρόσθετη υποχρέωση τα 136 εκατ. ευρώ κρατικές ενισχύσεις που θα πρέπει να ανακτηθούν με απόφαση Ευρωπαϊκού  Δικαστηρίου.

Ακόμη όμως και εάν εξοφληθούν οι παλαιές οφειλές, απαιτούνται σημαντικά κεφάλαια για να εισέλθει η εταιρεία σε μια βιώσιμη πορεία. Μόνο για τα υποχρεωτικά έργα προστασίας του περιβάλλοντος που καθυστερούν 7 χρόνια και η ΛΑΡΚΟ έχει επιβαρυνθεί μέχρι στιγμής με πρόστιμα ύψους 50 εκατ. ευρώ, απαιτούνται κεφάλαια 200-250 εκατ. ευρώ. Η επιχείρηση δεν διαθέτει επίσης κεφάλαια για την κατάθεση εγγυητικών επιστολών που απαιτεί η πρόσφατη νομοθεσία για να εξακολουθεί να έχει το δικαίωμα εκμετάλλευσης ορυχείων. Η εκκαθάριση εν λειτουργία αποτελεί μονόδρομο για τη διάσωση της ΛΑΡΚΟ και παράλληλα ένα ιδιαίτερα πολύπλοκο εγχείρημα το οποίο προσπαθούν να φέρουν εις πέρας το υπουργείο Ενέργειας και το ΤΑΙΠΕΔ με τη συνδρομή δύο εξωτερικών συμβούλων. Αυτό που αναζητείται είναι ένα πλάνο που να συνδυάζει:

α. Τη συνέχιση της λειτουργίας της εταιρείας όπως περίπου «τρέχει» σήμερα, γιατί αν παύσει, οποιαδήποτε λύση καθίσταται εξαιρετικά δυσκολότερη ή δυσμενέστερη.

β. Εναν τρόπο με τον οποίο ο ιδιωτικός τομέας θα μπορεί να αναλάβει την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου που εκμεταλλεύεται η ΛΑΡΚΟ και τη λειτουργία του εργοστασίου της Λάρυμνας, χωρίς να επιβαρύνεται από τα βάρη του παρελθόντος.

γ. Τη μετάβαση των 1.100 εργαζομένων στην εταιρεία προς τη νέα κατάσταση και την υποστήριξη του Δημοσίου στο προσωπικό κατά τη μεταβατική αυτή περίοδο με μέτρα κοινωνικής προστασίας.

Ενα πρώτο σχέδιο για το πώς θα «δέσουν» όλα αυτά με το ελληνικό και ευρωπαϊκό δίκαιο έχουν παραδώσει, σύμφωνα με πληροφορίες, οι σύμβουλοι στο ΤΑΙΠΕΔ και αξιολογείται αυτές τις ημέρες. Στα θετικά της υπόθεσης είναι η συναίνεση της Κομισιόν στο να μην επιβαρύνουν τον επενδυτή οι κρατικές ενισχύσεις. Στο σχέδιο που ενέκρινε εξάλλου το 2014 η Κομισιόν στηρίζεται και ο σχεδιασμός της κυβέρνησης. Αυτός προβλέπει τη μεταφορά των υποχρεώσεων της ΛΑΡΚΟ σε μια νέα εταιρεία και την πώληση του εργοστασίου της Λάρυμνας και των ορυχείων μέσω δύο παράλληλων διαγωνισμών με δυνατότητα ενιαίου επενδυτή, ώστε να αναλάβει τη νέα εταιρεία που θα προκύψει καθαρή από υποχρεώσεις και να αξιοποιήσει βιώσιμα τα αποθέματα νικελίου και κοβαλτίου για τα οποία έχουν εκφράσει ενδιαφέρον τρεις μεγάλοι ξένοι επενδυτές. Το στοίχημα για την κυβέρνηση είναι εάν θα καταφέρει να φέρει εις πέρας το δύσκολο αυτό εγχείρημα διατηρώντας την εταιρεία εν ζωή.

kathimerini.gr