Αν καταφέρουμε να υποκατασταθεί, για παράδειγμα, ένα μέρος των εισαγόμενων αγαθών με παραγόμενα είδη, τότε η κατανάλωση θα έχει ευεργετικά χαρακτηριστικά και θα συνδράμει θετικά στο εμπορικό ισοζύγιό μας. (Φωτ. ΑΠΕ)
Επειτα από δεκαετίες δυναμικής μεγέθυνσης του ΑΕΠ, ανάπτυξης του παγκόσμιου εμπορίου και του παγκόσμιου τουρισμού, στο πλαίσιο μιας κατά τα άλλα ακαταμάχητης διεθνοποίησης κεφαλαίου, αγορών και εργασίας, ο διεθνοποιημένος καπιταλισμός βρήκε πρόσφορο έδαφος, μονοπώλησε το ενδιαφέρον και αποθεώθηκε από όλες τις κοινωνικές τάξεις.
Από την άλλη, οι αυξημένες τα τελευταία χρόνια μεταναστευτικές ροές, η ξενοφοβία και η αδυναμία των δημοκρατικά εκλεγμένων κυβερνήσεων να λύσουν τα προβλήματα των σύγχρονων κοινωνιών οδήγησαν στην επανεμφάνιση του εθνικισμού και του προστατευτισμού, που άσκησαν αρνητική επιρροή στο μαλακό υπογάστριο των κοινωνιών μέσα από το αφήγημα της υποστήριξης και προστασίας αδύναμων κοινωνικών στρωμάτων με όπλα την ακραία ρητορική, τις υπεραπλουστεύσεις και το εμπόριο ελπίδας.
Από τα μέσα ωστόσο του 2019, παρατηρήθηκε σημαντική επιβράδυνση της παγκόσμιας αύξησης του εμπορίου μεταξύ άλλων και λόγω των ισχυρών εμπορικών εντάσεων Κίνας – ΗΠΑ, αλλά και με αποκορύφωμα την εμφάνιση της πανδημίας COVID-19 που αναμένεται να προκαλέσει μια άνευ προηγουμένου πτώση. Είναι αξιοσημείωτη για παράδειγμα η συρρίκνωση της οικονομίας των ΗΠΑ του πρώτου τριμήνου του 2020, που δημοσιοποιήθηκε από το γραφείο οικονομικής ανάλυσης των ΗΠΑ, και αναφέρει μείωση κατά 5%.
Οσον αφορά τώρα τα μεγέθη της πραγματικής οικονομίας στη χώρα μας, το μεν λιανικό εμπόριο αναμένεται στα τέλη του 2020 να εμφανίσει πτώση της τάξης του 14% σε σχέση με το 2019, δηλαδή από τα 44 δισ. ευρώ να κατέλθει περίπου στα 38 δισ. Ενα άλλο σημαντικό μέγεθος είναι ο τουρισμός, που το 2019 τα έσοδα από ταξιδιωτικές εισπράξεις έφθασαν τα 18,2 δισ. (10% ΑΕΠ), εκ των οποίων τα 12 δισ. από την Ευρωπαϊκή Ενωση και τα 5,2 δισ. εκτός χωρών Ευρωπαϊκής Ενωσης. Πρέπει να συνυπολογιστεί βεβαίως ότι η συνολική συνεισφορά του τουρισμού στην οικονομία, συμπεριλαμβανομένων και άλλων δραστηριοτήτων που συνδέονται με τον τουρισμό, ανέρχεται περίπου στα 45 δισ. (24% του ΑΕΠ). Η αναμενόμενη για φέτος μεγάλη πτώση είναι σίγουρο ότι θα επηρεάσει την εξέλιξη του ΑΕΠ, αφού και μια μείωση εσόδων κατά 10% στον τουρισμό έχει επίπτωση της τάξης του 1% στο ΑΕΠ.
Ο μονοθεματικός χαρακτήρας της ελληνικής οικονομίας, που κατά βάση στηρίζεται στο εμπόριο και στον τουρισμό, είναι που κάνει τις αρνητικές επιπτώσεις της παρούσας κρίσης της COVID-19 να βαρύνουν περισσότερο στο σύνολο της οικονομίας. Αν ληφθούν δε υπόψη ο μεγάλος αριθμός των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων (98% του συνόλου των επιχειρήσεων), ο επίσης μεγάλος αριθμός αυτοαπασχολουμένων και η περιορισμένη αντίδραση της χώρας στις μεταβολές της ζήτησης λόγω μη διεθνώς εμπορεύσιμων, ανταγωνιστικών προϊόντων, τότε ο αρνητικός αντίκτυπος των επιπτώσεων είναι ακόμη μεγαλύτερος.
Η αλλαγή προσανατολισμού της οικονομίας σε ένα νέο αναπτυξιακό μοντέλο από κυβερνητικό στοίχημα γίνεται τώρα εθνικός στόχος. Με απλά λόγια, πρέπει να επιλέξουμε πού πρέπει να στραφούμε και να αφήσουμε τα μεγάλα λόγια περί νέου παραγωγικού προτύπου για το οποίο μιλάμε επί 35 χρόνια και τίποτα δεν έχει γίνει. Αν καταφέρουμε να υποκατασταθεί, για παράδειγμα, ένα μέρος των εισαγόμενων αγαθών σε παραγόμενα είδη, τότε η κατανάλωση θα έχει ευεργετικά χαρακτηριστικά και θα συνδράμει θετικά στο εμπορικό μας ισοζύγιο. Αν καταφέρουμε επίσης να επιλέξουμε τομείς της οικονομίας που συνδέονται με το έξυπνο κατάστημα του μέλλοντος που συνδυάζει νέες τεχνολογίες, ψηφιακά δίκτυα εφοδιασμού και εμπειρία εξυπηρέτησης, τότε θα έχουμε κάνει ακόμα ένα βήμα μπροστά.
Ο ψηφιακός μετασχηματισμός της οικονομίας είναι απαραίτητος. Αν θέλουμε να μιλάμε για ανάκαμψη τύπου V ή U το 2021, τότε την απότομη πτώση του 2020 πρέπει να ακολουθήσει από σήμερα ένα σοβαρό στρατηγικό σχέδιο για το 2021, καθώς οι προβλέψεις για το ελληνικό ΑΕΠ είναι ότι αναμένεται να συρρικνωθεί κατά -2,4% σε σύγκριση με το 2019.
Προσοχή όμως, για το σχέδιο αυτό πρέπει να επιληφθεί ο ίδιος ο πρωθυπουργός και να αποφασίσει αυτοί που συμμετέχουν στην εκπόνησή του για την επόμενη μέρα στην οικονομία να παρακολουθούν και να ενημερώνουν την κοινωνία για την εξέλιξη του έργου, δηλαδή πώς εκτελούνται τα βήματα υλοποίησης για την όποια απόφαση εισηγούνται στα υπουργεία ή σε διάφορους φορείς – π.χ. γίνονται πράξη κάποιες αποφάσεις ή τις καταπίνει το βαθύ κράτος; (feedback, διαμορφωτική αξιολόγηση, αποτίμηση έργου, επίδραση στην κοινωνία και στην οικονομία). Και όλα αυτά κατά το επιτυχημένο πρότυπο της ενημέρωσης προς τον λαό για την εξέλιξη της υγειονομικής κρίσης.
Διαφορετικά, αν κάποιοι επιτελικά εκπονήσουν απλώς κάποιο σχέδιο, τότε πρόκειται για ασκήσεις επί χάρτου και το έργο το έχουμε ξαναδεί.
Τα σενάρια επί σεναρίων και οι προβλέψεις για την επόμενη μέρα εξελίσσονται ραγδαία. Το δημοσιονομικό κόστος μέχρι σήμερα με την άρση των μέτρων ανέρχεται στα 6,8 δισ. ευρώ που σημαίνει επίπτωση -6,7% στο ΑΕΠ. Αν ωστόσο προκύψει σενάριο επανάκαμψης του κορωνοϊού και ανέλθει το κόστος στα 10 δισ., τότε η επίπτωση στο ΑΕΠ θα ανέλθει στο -10,6%. Η πορεία επίσης των εσόδων, που για τον μήνα Μάρτιο εμφάνισαν υστέρηση περίπου 1 δισ. ευρώ, είναι καταλυτική, καθώς λόγω ύφεσης και διογκωμένων δαπανών υγείας θα ανεβάσουν τον λόγο χρέους προς ΑΕΠ.
Τώρα που η κρίση «ξύπνησε» την Ευρώπη και η χώρα μας βγαίνει κερδισμένη με 32 δισ. ευρώ, που θα φθάσουν με ορίζοντα επταετίας τα 62 δισ., χρειάζεται να τεθούν οι προϋποθέσεις για την αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας με στόχευση σε συγκεκριμένους κλάδους π.χ. πράσινες επενδύσεις, πρωτογενής τομέας και εντατικοποίηση των μεταρρυθμίσεων που εκκρεμούν στη δημόσια διοίκηση, στην Υγεία και στην ψηφιακή αναγέννηση της χώρας.
* Ο κ. Αντώνης Ζαΐρης είναι αναπλ. αντιπρόεδρος ΣΕΛΠΕ, επίκ. καθηγητής Πανεπιστημίου Νεάπολις, Κύπρος.