Οπως συνέβη με πολλούς κλάδους παγκοσμίως, η πανδημία της COVID-19 επηρέασε αρνητικά και την ενέργεια, οδηγώντας σε μείωση ζήτησης και αυξημένη αβεβαιότητα. Η μείωση της ζήτησης έφτασε έως και 25% στη φάση του lockdown, βάσει στοιχείων του International Energy Agency (ΙΕΑ), και συνοδεύτηκε από υποχώρηση τιμών των ενεργειακών προϊόντων και μείωση εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Ταυτόχρονα, προσέφερε ένα παράθυρο στο μέλλον του κλάδου και στις προκλήσεις που το συνοδεύουν.

Ειδικότερα, για τον κλάδο των πετρελαιοειδών, μένει να φανεί σε ποιο βαθμό οι επιβεβλημένοι περιορισμοί στην κινητικότητα, για την αντιμετώπιση της πανδημίας, θα μεταφραστούν σε δομικές αλλαγές στη ζήτηση λόγω νέων συνθηκών στον τρόπο ζωής και εργασίας. Τέτοιες αλλαγές, σε συνδυασμό με τις πρωτοβουλίες για την κλιματική αλλαγή, είναι πιθανό να επηρεάσουν ολόκληρη την αλυσίδα αξίας, με τους παίκτες της αγοράς να τηρούν προς το παρόν αμυντική στάση με διατήρηση ταμειακών διαθεσίμων, περιορισμό λειτουργικού κόστους και επενδύσεων.

Αναφορικά με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ), οι επιπτώσεις στον κλάδο μετριάστηκαν λόγω της προτεραιότητας που απολαμβάνουν για έγχυση ηλεκτρισμού στο δίκτυο. Ετσι, η συμμετοχή των ΑΠΕ στο μείγμα παραγωγής ηλεκτρισμού αυξήθηκε σημαντικά, φτάνοντας τους στόχους προηγούμενων ετών, βάσει των προ COVID-19 προσδοκιών. Στην Ελλάδα, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ την περίοδο Ιανουαρίου – Μαΐου αυξήθηκε σε απόλυτα μεγέθη, αλλά και ως συμμετοχή στη συνολική παραγωγή, υποκαθιστώντας κυρίως την παραγωγή από λιγνιτικές μονάδες. Ταυτόχρονα, είδαμε τα πρώτα παραδείγματα μηδενικής συμμετοχής του λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή.

Στον κλάδο του ηλεκτρισμού, η πρόκληση δεν περιορίζεται μόνο στη μείωση της ζήτησης αλλά και στη δυσκολία προγραμματισμού αυτής. Ο προγραμματισμός ζήτησης είναι μια διαδικασία κρίσιμη, καθώς οι διαχειριστές των συστημάτων ηλεκτρικής ενέργειας πρέπει να εξισορροπούν τη ζήτηση με την παραγωγή σε πραγματικό χρόνο, για να εξασφαλίζουν τη σταθερότητα του συστήματος. Η πρόκληση μεγαλώνει καθώς αυξάνεται η συμμετοχή των ΑΠΕ στο μείγμα παραγωγής, λόγω της περιορισμένης ευελιξίας τους. Η σταθερότητα του συστήματος είναι κρίσιμη για την ομαλή λειτουργία των δομών υγείας, για την εργασία, τις αγορές και την ψυχαγωγία μας, που βασίστηκαν στην απρόσκοπτη ηλεκτροδότηση κατά την περίοδο του lockdown. Οι καλές επιδόσεις των συστημάτων ηλεκτρισμού στην Ελλάδα και στην Ευρωπαϊκή Ενωση δεν αναιρούν την ανάγκη για ευέλικτα και ανθεκτικά ενεργειακά συστήματα κατά τη διάρκεια της ενεργειακής μετάβασης.

Σε αυτό το πλαίσιο, είναι σημαντικό να υπάρχει ένα πλέγμα δράσεων από τους φορείς της αγοράς όπου η αυξανόμενη συνεισφορά των ΑΠΕ θα συνδυάζεται από ενδεχόμενες λύσεις όπως αποθήκευση σε ηλεκτρισμό και φυσικό αέριο, δράσεις προς ενίσχυση της εξοικονόμησης ενέργειας και επενδύσεις στη χρήση του υδρογόνου. Ταυτόχρονα, προκύπτει ανάγκη για διαρκή έλεγχο των πλάνων επιχειρησιακής συνέχειας και δυνατότητα επεξεργασίας ποικίλων σεναρίων από παραγωγούς, διαχειριστές συστημάτων και ρυθμιστικές αρχές. Τέλος, μία από τις πλέον βιώσιμες αντιδράσεις στο νέο περιβάλλον θα είναι η επιτάχυνση της εφαρμογής στρατηγικών ψηφιοποίησης. Νέες ψηφιακές τεχνολογίες και εφαρμογές δύνανται να μετασχηματίσουν τη λειτουργία εταιρειών στον κλάδο ενέργειας, από τις υποστηρικτικές λειτουργίες ώς τις παραγωγικές εγκαταστάσεις. Αυτές αφορούν αξιοποίηση πληροφορίας σε πραγματικό χρόνο και συμπεριλαμβάνουν συστήματα ελέγχου παραγωγής (Manufacturing Execution Systems), χρήση υπολογιστικού νέφους (cloud computing), ανάλυση ενεργειακών δεδομένων (energy analytics) και Internet of Things.

Το γεγονός ότι οι επενδύσεις αυτές πρέπει να επιταχυνθούν σε ένα περιβάλλον αβεβαιότητας και μειωμένης ζήτησης μεγεθύνει την πρόκληση. O ρόλος των «πακέτων πράσινης ανάκαμψης», που έχουν ανακοινωθεί ή σχεδιάζονται, είναι κρίσιμος για την ομαλή μετάβαση σε ένα μέλλον αειφορίας και ενεργειακής σταθερότητας. Η έκταση και φύση τέτοιων πακέτων θα καθορίσει επίσης το κατά πόσο η πτώση στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, την οποία το ΙΕΑ εκτιμά στο 8% φέτος, θα είναι μόνιμης ή παροδικής φύσης.

* Ο κ. Λευτέρης Κατσουλιέρης είναι Senior Manager στο τμήμα Strategy της PwC Ελλάδας. 

kathimerini.gr