Στις 7 Ιουλίου η κυβέρνηση εόρτασε την επέτειο της εκλογής της. Ευρέως αναγνωρίζονται ως επιτυχίες η δημιουργία βελτιωμένου κλίματος εσωτερικής ασφάλειας, η απόκρουση του δολίου εγχειρήματος στον Εβρο, καθώς και η επικοινωνιακά, επιστημονικά και οργανωτικά ορθή διαχείριση της πανδημίας.
Η κυβέρνηση έχει σημειώσει μια σημαντική επιτυχία στα περιβαλλοντικά με την άμεση και ορθή απόφαση, προηγουμένως σκανδαλωδώς καθυστερημένη, της ταχύρρυθμης μετάβασης από τον λιγνίτη, βραχυπρόθεσμα προς το φυσικό αέριο, μεσοπρόθεσμα όμως στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ).
Επικροτούμε επίσης την εκκίνηση κυβερνητικού διαλόγου με τις περιβαλλοντικές οργανώσεις. Οποιοσδήποτε όμως διάλογος προϋποθέτει αλληλοσεβασμό, δηλαδή εκατέρωθεν αποδοχή ότι η άλλη πλευρά ενδέχεται να έχει κάποτε και δίκαιο.
Με την ευκαιρία της επετείου συνεισφέρουμε πέντε διαπιστώσεις και τρεις προτάσεις ουσίας:
1. Η πρωτοφανής οξύτητα της κλιματικής κρίσης που προέρχεται πρωτίστως από τη χρήση ορυκτών καυσίμων δεν επιτρέπει τον απόλυτο αποκλεισμό χρήσης οιασδήποτε μορφής ΑΠΕ.
2. Η πρωτοφανής και αθρόα εξαφάνιση ειδών χλωρίδος και πανίδος απαιτεί αυξημένη προστασία των περιοχών NATURA 2000, όχι συνεχιζόμενη αμέλεια και υποβάθμιση.
3. Η κρίση είναι κυρίως ανθρωπογενής, οπότε οι άνθρωποι οφείλουμε να μεταβάλουμε συνήθειες με στόχο τη μείωση του αποτυπώματός μας. Καλώς, λοιπόν, δήμαρχοι μας καλούν να περπατήσομε ή να χρησιμοποιούμε ποδήλατα και μέσα μαζικής μεταφοράς. Καλώς επίσης υπουργοί μάς ζητούν να αποφύγουμε πλαστικά μιας χρήσης. Αντίθετα, κακώς το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) δεν νομοθετεί άμεσα για υποχρεωτικό βιοκλιματικό σχεδιασμό οποιωνδήποτε νέων κτιρίων, αξιοποιώντας τη ρηχή ενθαλπία, με παράλληλη ενεργειακή αναβάθμιση του υπάρχοντος κτιριακού αποθέματος. Κακώς επίσης το υπουργείο Οικονομικών (ΥΠΟΙΚ) δεν επιβάλλει φορολογία σε περιβαλλοντικά επιζήμιες δράσεις, μειώνοντας ισόποσα φορολογίες στην ανθρώπινη εργασία.
4. Διαπιστώνεται ότι η πολιτική, διοικητική, δικαστική και επιχειρηματική τάξη που κυβερνά και η οποία για δεκαετίες εθελοτυφλούσε σε σχέση με τον λιγνίτη, σήμερα και πάλι επιδεικτικά αγνοεί τον έντονα διαφοροποιημένο βαθμό καταστροφής του περιβάλλοντος που επιφέρουν διαφορετικές μορφές ΑΠΕ.
5. Ο συνδυασμός της επιβολής των βαρύτερων μορφών ΑΠΕ στην επαρχία με την έλλειψη αποτελεσματικών πολιτικών μειώσεων του ανθρωπογενούς αποτυπώματος στις μεγαλουπόλεις δημιουργεί συνεχώς αυξανόμενες τοπικές δυσαρέσκειες με το «αποικιακό κράτος» των Αθηνών.
Διατυπώνουμε λοιπόν τρεις προτάσεις ουσίας, η εφαρμογή των οποίων θα βελτίωνε και το περιβάλλον και τη λαϊκή αποδοχή φιλοπεριβαλλοντικών πολιτικών:
Α. Θεωρούμε εξίσου απαραίτητη αφενός την ολοκλήρωση των απαιτούμενων μελετών για τις περιοχές του Δικτύου NATURA 2000 (Ειδικές Περιβαλλοντικές Μελέτες και Σχέδια Διαχείρισης) και αφετέρου την αποφυγή, μέχρι της σχετικής ολοκλήρωσής τους, οιασδήποτε χωροθέτησης σε αυτές βαρέων χρήσεων, ουσιαστικά δηλαδή για ένα έτος.
Σύμφωνα με τον αρχικό κοινοτικό κανονισμό προβλεπόταν η ολοκλήρωση των μελετών αυτών το 2006, όμως στην Ελλάδα ακόμα εκκρεμεί, με αποτέλεσμα άφθονες ενδιάμεσες καταστρατηγήσεις και καταστροφές, που ακύρωσαν στην πράξη, λόγω παρατεταμένης διοικητικής ολιγωρίας, μία από τις σημαντικότερες πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Ενώσεως.
Η συνήθης πρακτική σε χώρες-μέλη είναι να γίνεται διοικητικός έλεγχος (screening) οποιασδήποτε επενδυτικής πρότασης με βάση τις μελέτες αυτές, που έχουν βέβαια ολοκληρωθεί. Στην Ελλάδα, αντίθετα, εφευρέθηκε το πονηρό σχήμα της υποβολής μελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων πληρωμένων από τους υποψήφιους επενδυτές. Το σύνηθες αποτέλεσμα ήταν βέβαια η επένδυση να εγκριθεί έστω και χωρίς πειστικά επιχειρήματα και πολλές περιοχές NATURA να υποβαθμιστούν.
Σήμερα υπάρχει έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον για ΑΠΕ εξίσου σε προστατευόμενες και μη προστατευόμενες περιοχές. Ευτυχώς, έχει επιτέλους επιταχυνθεί η προετοιμασία των απαιτούμενων μελετών για τις περιοχές του Δικτύου NATURA 2000, με προοπτική να ολοκληρωθούν σε λιγότερο από δώδεκα μήνες. Η άρνηση του ΥΠΕΝ να εξαιρέσει τις προστατευόμενες περιοχές από βαριές επενδύσεις γι’ αυτό το ενδιάμεσο διάστημα προσβάλλει και το περιβάλλον και την Ευρωπαϊκή Ενωση. Προτείνουμε να αναθεωρηθεί άμεσα.
Β. Το υπάρχον επενδυτικό ενδιαφέρον μπορεί να καθοδηγηθεί μερικά σε ηπιότερες μορφές παραγωγής ενέργειας, με την ενίσχυση δύο παραμελημένων μορφών ΑΠΕ. Οι θαλάσσιες ανεμογεννήτριες είναι ακριβότερες αλλά φιλοπεριβαλλοντικά φιλικότερες από τις χερσαίες, όπως ήδη εντόπισε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μετά έντονες κοινωνικές αντιδράσεις σε χώρες-μέλη της Βόρειας Ευρώπης. Ετσι προχωρά στην κατάρτιση οδηγιών για την περιβαλλοντικά ασφαλή χωροθέτηση θαλάσσιων ανεμογεννητριών που ως χώρα οφείλουμε να υιο-
θετήσομε το ταχύτερο.
Η γεωθερμία αφθονεί σε διάφορα σημεία της χώρας και θα μπορούσε να καλύψει φθηνά και φιλοπεριβαλλοντικά τις ενεργειακές ανάγκες σχεδόν όλων των Κυκλάδων αλλά και άλλων περιοχών. Παρ’ ότι ίσως η φθηνότερη και σίγουρα η ηπιότερη μορφή ΑΠΕ, που έχει αναπτυχθεί επιτυχέστατα στην Ιταλία και στην Τουρκία, στην Ελλάδα αμελήθηκε. Η πρακτική αυτή πρέπει άμεσα να μεταβληθεί.
Γ. Παραμένει ένα σοβαρό πρόβλημα προς εξέταση, εκείνο της αποκατάστασης τοπίων, μετά το πέρας της ωφέλιμης ζωής εγκαταστάσεων ΑΠΕ:
Εδώ υπάρχει κατ’ αρχάς επιτακτική ανάγκη άμεσης κατάργησης μιας σοβαρότατης στρέβλωσης της αγοράς ενέργειας. Ο επενδυτής δίκαια αναμένει ένα κέρδος, όχι όμως εις βάρος είτε του Ελληνα φορολογουμένου είτε της ελληνικής φύσης. Υπάρχει σχετική κοινοτική αρχή: «Ο ρυπαίνων πληρώνει».
Σε ριζική όμως αντίθεση με την αρχή αυτή, οι επενδυτές σε ΑΠΕ δεν υποχρεούνται να εγγυηθούν τη συνολική αποκατάσταση του τοπίου μετά το πέρας της ωφέλιμης ζωής της επένδυσής τους. Αρα ο επενδυτής ενθαρρύνεται να επιλέξει όχι την ελαφρότερη αλλά τη βαρύτερη μορφή ΑΠΕ, εφόσον δεν υπάρχει διαφορά για τον ίδιο στο κόστος της συνολικής αποκατάστασης. Και με τη συχνή επανάληψη του φαινομένου αυτού τροφοδοτείται όλο και ευρύτερη λαϊκή δυσαρέσκεια, σε πολλές περιοχές της χώρας.
Το θέμα αυτό απασχόλησε στο πλαίσιο ψήφισης του πρόσφατου πολυνομοσχεδίου. Η Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού υπέβαλε πρόταση που δεν τέθηκε καν υπόψη του Κοινοβουλίου: «Με απόφαση του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζονται τα μέτρα πρόληψης και αποκατάστασης της περιβαλλοντικής ζημίας που επιφέρουν κατά το τέλος του κύκλου ζωής τους οι σταθμοί ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ καθώς και τα μέσα διασφάλισης των σχετικών υποχρεώσεων, ιδίως των όρων σχετικής εγγυητικής επιστολής επαρκούς ύψους για την κάλυψη του κόστους των προβλεπομένων εργασιών συνολικής αποκατάστασης, κ.λπ.».
Αντ’ αυτής, ψηφίστηκε η ακόλουθη διάταξη που προτάθηκε από το ΥΠΕΝ: «Με απόφαση του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζονται τα μέτρα πρόληψης και αποκατάστασης της περιβαλλοντικής ζημίας που επιφέρουν κατά το τέλος του κύκλου ζωής τους οι σταθμοί ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ και εξειδικεύονται οι σχετικές υποχρεώσεις, η διασφάλιση τήρησης των υποχρεώσεων αυτών, η διαδικασία εφαρμογής και κάθε άλλη λεπτομέρεια».
Η διάταξη που ψηφίστηκε δεν προσδιορίζει ότι η διασφάλιση των υποχρεώσεων αποκατάστασης περιλαμβάνει την έκδοση εγγυητικής επιστολής επαρκούς ύψους για την κάλυψη του σχετικού κόστους. Ούτε όμως εξειδικεύει κάποιον άλλον τρόπο αποτελεσματικής αντιμετώπισης του όποιου κόστους συνολικής αποκατάστασης.
Μεταθέτοντας την ευθύνη επιλογής στον εκάστοτε ΥΠΕΝ, αντί από ρητή πρόβλεψη του νόμου, διατηρείται ο κίνδυνος το κόστος συνολικής αποκατάστασης να βαρύνει είτε τους Ελληνες φορολογουμένους είτε την ελληνική φύση, κατά παράβαση της θεμελιακής αρχής: «ο ρυπαίνων πληρώνει». Επιπλέον, σε περίπτωση που η νέα διάταξη εφαρμοστεί ελαστικά, θα διατηρηθεί η σημερινή στρέβλωση που ευνοεί μορφές ΑΠΕ επαχθείς για το περιβάλλον, όπως π.χ. τις χερσαίες ανεμογεννήτριες σε απομακρυσμένες οροσειρές, έναντι των ηπιοτέρων, όπως είναι η γεωθερμία, τα φωτοβολταϊκά και οι θαλάσσιες ανεμογεννήτριες. Για τους λόγους αυτούς, προτείνουμε στον ΥΠΕΝ να ασκήσει την εξουσία που του παρέχει ο νόμος προσδιορίζοντας ως μέτρο διασφάλισης του δημοσίου συμφέροντος την παροχή εγγυητικής επιστολής επαρκούς εκάστοτε ύψους για τη συνολική αποκατάσταση της περιβαλλοντικής ζημιάς από εγκατάσταση ΑΠΕ.
Σε πολλές περιοχές της Ελλάδας που ζουν από τον ήπιο τουρισμό και συνεισφέρουν γενναία στα κρατικά ταμεία λόγω της ομορφιάς των τοπίων τους, εκφράζεται σήμερα έντονη δυσαρέσκεια για αποφάσεις της διοίκησης που θα οδηγήσουν σε μακροχρόνια υποβάθμιση του περιβάλλοντός τους. Πιστεύουμε ότι η υιοθέτηση των παραπάνω προτάσεων θα συμβάλει εξίσου στην περιβαλλοντική αναβάθμιση της υπαίθρου και στην αντιμετώπιση ορισμένων τουλάχιστον εκ των φόβων και προβληματισμών που εκφράζονται λόγω της μέχρι σήμερα ανεπαρκούς ανταπόκρισης της πολιτείας. Η κυβέρνηση έχει σήμερα την ευκαιρία μέσω λογικών προτάσεων, όπως εκείνων που υποβάλλουμε, να εδραιώσει έναν διαρκή και παραγωγικό διάλογο με το περιβαλλοντικό κίνημα.
* Ο κ. Κώστας Καρράς είναι ιδρυτής της Ελληνικής Εταιρείας Περιβάλλοντος και Πολιτισμού.
** Ο κ. Στάθης Ποταμίτης είναι νομικός σύμβουλος της Ελληνικής Εταιρείας Περιβάλλοντος και Πολιτισμού.