Χωρίς αναστολές είναι αρκετοί εργοδότες, οι οποίοι θέτουν σε αναστολή τους εργαζόμενους, αλλά τους υποχρεώνουν να δουλεύουν κανονικά και να επιδοτούνται διπλά από το Κράτος.

Οι πρακτικές αυτές οδήγησαν σε σταδιακό «κούρεμα» των αναστολών συμβάσεων εργασίας, με την υποχρεωτική προαναγγελία των αναστολών, αλλά και τον ορισμό επιπλέον κριτηρίου, του μειωμένου τζίρου.

Την απάτη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού, η οποία ήταν κοινό μυστικό στους εργασιακούς χώρους επιβεβαίωσαν, με τη σχετική καθυστέρηση, οι έλεγχοι του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας.

Ενδεικτικό της αυξημένης παραβατικότητας είναι η διαπίστωση των ελέγχων του ΣΕΠΕ, σύμφωνα με την οποία το 40% των παραβάσεων της εργατικής νομοθεσίας που εντόπισε κατά τους πρόσφατους ελέγχους, αφορούσαν στις αναστολές των συμβάσεων εργασίας.

Δηλαδή, οι εργαζόμενοι εξαναγκάζονται να συνεχίζουν να εργάζονται, παρά το γεγονός ότι έχουν δηλωθεί στην ΕΡΓΑΝΗ, ότι οι συμβάσεις τους είναι σε αναστολή. Με τη διαδικασία αυτή, οι εργοδότες καταφέρνουν να εισπράττουν «επιδότηση» για τους εργαζόμενους που δηλώνουν σε αναστολή, να πληρώνει το κράτος τις ασφαλιστικές τους εισφορές για το διάστημα αυτό και παράλληλα να τους χρησιμοποιούν κανονικά!

Γλιτώνουν δηλαδή ένα μεγάλο μέρος της μισθοδοσίας τους, από την οποία τα 534 ευρώ τα καταβάλει το κράτος, όπως και τις ασφαλιστικές  εισφορές για κάθε μήνα που είναι σε αναστολή.

Οι επιπτώσεις στους εργαζόμενους από τις πρακτικές αυτές είναι τριών κατηγοριών, όπως προκύπτει από καταγγελίες που έχουν γίνει:

  1. Οι εργοδότες καλύπτουν με «μαύρα» το υπόλοιπο ποσό της αμοιβής. Δηλαδή, αν ο εργαζόμενος λαμβάνει μισθό 800 ευρώ, ο εργαζόμενος λαμβάνει από το κράτος τα 534 ευρώ και ο εργοδότης συμπληρώνει τα 266 ευρώ, φυσικά με μετρητά για να μην φαίνονται. Αυτή είναι η εκδοχή, παρότι παράνομη είναι η καλύτερη για τους εργαζόμενους, καθώς υπάρχουν και χειρότερα.
  2. Οι εργοδότες υποχρεώνουν τους εργαζόμενους που έχουν δηλώσει σε αναστολή να εργάζονται κανονικά και να αρκούνται στα 534 ευρώ που δίδονται από το κράτος.
  3. Οι εργοδότες που θέτουν σε αναστολή τους εργαζόμενους τους  υποχρεώνουν να του δώσουν το ποσό της αποζημίωσης που εισπράττουν λόγω της ένταξής τους σε αναστολή εργασίας και «συμψηφίζουν» τα ποσά με εκείνα που αναλογούν στις ημέρες εργασίας τους. Δηλαδή ο εργοδότης, εκβιαστικά παίρνει από τον εργαζόμενο τα 534 ευρώ ή τα 800 ευρώ και στη συνέχεια εμφανίζεται (μέσω τράπεζας) να τον πληρώνει για τις ημέρες που εργάστηκε ο υπάλληλος.

Τι βρήκε το ΣΕΠΕ

Συνολικά, το ΣΕΠΕ στο πρώτο δίμηνο του 2021, πραγματοποίησε 8.390 ελέγχους και επέβαλλε 911 κυρώσεις, με το ποσό των προστίμων να αγγίζει τα 2 εκατ. ευρώ.
Το ΣΕΠΕ επικέντρωσε την προσοχή του στους κλάδους όπου εμφανίζεται η μεγαλύτερη παραβατικότητα (σύμφωνα και με τα στοιχεία προηγούμενων ετών), αλλά και στις  επιχειρήσεις που παρουσιάζουν υψηλό συγχρωτισμό εργαζομένων, με αποτέλεσμα να υπάρχει αυξημένος κίνδυνος διασποράς του κορονοϊού.
Πιο συγκεκριμένα, οι περισσότεροι έλεγχοι πραγματοποιήθηκαν σε:

  • Καταστήματα τροφίμων και σούπερ μάρκετ
  • Υπηρεσίες εστίασης (διανομείς κλπ)
  • Βιομηχανία τροφίμων
  • Οικοδομοτεχνικά έργα
  • Νοσοκομεία, διαγνωστικά κέντρα κλπ

Σε ότι αφορά στις κατηγορίες των παραβάσεων επισημαίνονται τα ακόλουθα:

  • Στους ελέγχους για την τήρηση των μέτρων που σχετίζονται με τον Covid-19, το 40% των παραβάσεων αφορά σε «εικονικές» αναστολές συμβάσεων εργασίας (εργαζόμενοι των οποίων οι συμβάσεις εργασίας είχαν τεθεί σε αναστολή βρέθηκαν να εργάζονται). Ποσοστό 10% αφορά τη μη τήρηση αποστάσεων και συνωστισμό (κυρίως σε σούπερ μάρκετ) και ποσοστό 8% αφορά τη μη χρήση μάσκας.
  • Στους ελέγχους για τη τήρηση της εργατικής νομοθεσίας, το μεγαλύτερο ποσοστό των παραβάσεων, σχεδόν το 51%, αφορά τη μη ανάρτηση πινάκων προσωπικού στους χώρους εργασίας. Το 11% αφορά άρνηση πληροφόρησης προς τους Επιθεωρητές και το 8% αδήλωτη εργασία.
  • Στους ελέγχους για την τήρηση των μέτρων ασφάλειας και υγείας στην εργασία, ποσοστό 33% αφορά στη μη χορήγηση Μέσων Ατομικής Προστασίας (ΜΑΠ), 5% τη μη τήρηση μέτρων για την προστασία από πτώση και 3% τη μη τήρηση μέτρων πυροπροστασίας.

Πηγή