Η αγροτική παραγωγή της ΕΕ συνεχίζει να επηρεάζεται από τις συνέπειες του ρωσικού πολέμου στην Ουκρανία, από την αύξηση των τιμών της ενέργειας, την αύξηση του κόστους παραγωγής και τις ανατιμήσεις στις τιμές των τροφίμων σε ολόκληρη την ΕΕ. Όμως, παρά τις προφανείς συνθήκες, ο αγροτικός τομέας της ΕΕ παραμένει ισχυρός, ενώ η επάρκεια τροφίμων δεν βρίσκεται σε κίνδυνο.

Εκτός από τη γεωπολιτική αστάθεια, φέτος η ΕΕ κατέγραψε ένα από τα πιο ζεστά καλοκαίρια στην ιστορία, το οποίο επηρέασε σημαντικά τις καλοκαιρινές καλλιέργειες, όπως το καλαμπόκι, τη σόγια και τον ηλίανθο. Οι μετεωρολογικές συνθήκες ήταν επίσης δύσκολες για τους κτηνοτρόφους και τα ζώα που υπέφεραν από θερμικό στρες και λιγότερες ζωοτροφές.

Αυτά αναφέρονται – μεταξύ άλλων – στην φθινοπωρινή έκδοση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το 2022, της έκθεσης βραχυπρόθεσμων προοπτικών για τις γεωργικές αγορές της ΕΕ, όπου παρουσιάζονται οι τελευταίες τάσεις και προοπτικές για τον αγροτικό τομέα.

Επιπλέον, οι εξαγωγές σιτηρών της ΕΕ αναμένεται να φτάσουν τους 51 εκατομμύρια τόνους, δηλαδή 6,5% υψηλότερες από την περασμένη σεζόν και 20,9% πάνω από τον μέσο όρο της πενταετίας. Η ΕΕ θα συνεχίσει διαδραματίσει το ρόλο του για να συμβάλει στην παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια . Αυτή η γεωπολιτική κατάσταση θα οδηγήσει σε σημαντική αβεβαιότητα σε σχέση με τις προοπτικές.

Η υπογραφή τον Ιούλιο της «Πρωτοβουλίας για τα σιτηρά στη Μαύρη Θάλασσα» που οδήγησε στην επανέναρξη των εξαγωγών ουκρανικών σιτηρών μέσω της Μαύρης Θάλασσας έφερε κάποια ανακούφιση στις διεθνείς αγορές με αποτέλεσμα να παρατηρηθεί μια απότομη μείωση στις τιμές του σιταριού και των ελαιούχων σπόρων, κάτι όμως που δεν μπορεί να θεωρηθεί δεδομένη.

Οι λωρίδες της αλληλεγγύης που ιδρύθηκαν από την ΕΕ συνέβαλαν περαιτέρω στην εξαγωγή άνω των 12 εκατομμυρίων τόνων δημητριακών (σιτηρών και ελαιούχων σπόρων) από την Ουκρανία με τρένο, φορτηγά ή πλοία από τον Μάιο του 2022.

Ενώ οι τιμές των εμπορευμάτων μειώθηκαν αυτό το καλοκαίρι, το κόστος παραγωγής και οι τιμές καταναλωτή παραμένουν ιστορικά υψηλά. Αυτό οφείλεται στις υψηλές τιμές της εφοδιαστικής αλυσίδας, για παράδειγμα της ηλεκτρικής ενέργειας, τηςς επεξεργασίας, του κόστους συσκευασίας, μεταφοράς, ψύξης και θέρμανσης.

Το αυξημένο κόστος διαβίωσης μπορεί να μειώσει τη ζήτηση των καταναλωτών για υπηρεσίες φαγητού (π.χ. εστιατόρια ή catering) και να οδηγήσει σε περισσότερες λιανικές αγορές ιδιωτικών ετικετών.

Η διαθεσιμότητα των λιπασμάτων για την ερχόμενη σεζόν είναι άλλο ένα πρόβλημα για τον αγροτικό τομέα. Καθώς οι βιομηχανίες λιπασμάτων χρειάζονται φυσικό αέριο για την παραγωγή αμμωνίας και άλλων προϊόντων αζώτου, μειώνουν ή σταματούν την παραγωγή όταν οι τιμές του φυσικού αερίου είναι πολύ υψηλές.

Η μειωμένη παραγωγή και χρήση λιπασμάτων θα μπορούσε να επηρεάσει τη φυτική παραγωγή το 2023, καθώς και να επηρεάσει τους τομείς της επεξεργασίας ποτών και κρέατος που χρησιμοποιούν υποπροϊόντα της διαδικασίας παραγωγής λιπασμάτων.

vimapress.gr

Πηγή