Μπορεί να έχουν περάσει 21 χρόνια αφότου γλίτωσε από τα νύχια μιας συμμορίας μαστροπών που την εξέδιδε στη συνοικία με τα κόκκινα φανάρια του Άμστερνταμ αλλά η Σάρα Φόρσαϊθ ακόμη παλεύει με τους εφιάλτες…

Η Βρετανίδα από το Γκέιτσχεντ του Τάινσαϊντ ήταν 19 ετών, όταν υπέβαλε αίτηση για μια θέση νοσοκόμας σε νηπιαγωγείο του Άμστερνταμ. Αλλά όταν έφθασε στην ολλανδική μεγαλούπολη την απήγαγαν υπό την απειλή όπλου και την ανάγκαζαν να κοιμάται με έως και 20 άνδρες τη μέρα. Οι τρομακτικές εμπειρίες που έζησε, όπως η εκτέλεση ενός κοριτσιού από την Ταϊλάνδη επειδή δεν είχε βγάλει αρκετά λεφτά για τους προαγωγούς, ακόμη τη στοιχειώνουν, όπως αναφέρει η βρετανική εφημερίδα The Mirror.

Όπως ανέφερε η 42χρονη σήμερα γυναίκα, οι δολοφόνοι βιντεοσκόπησαν την εκτέλεση της κοπέλας και εξανάγκασαν την ίδια να την δει: «Τη βλέπω συχνά στα όνειρά μου – τους εφιάλτες μου. Βλέπω το βλέμμα του πανικού στα μάτια της καθώς προσπαθεί να καταλάβει τι συμβαίνει όταν ο άνδρας σηκώνει το όπλο και κομμάτια σάρκας και οστών εκρήγνυνται καθώς η σφαίρα διαπερνά το κεφάλι της».

Η κόλαση που έζησε η Βρετανίδα περιγράφεται στα απομνημονεύματά της με τίτλο “Slave Girl”, όπως η σκηνή με το αποκεφαλισμένο πτώμα ενός προαγωγού να κείτεται στο έδαφος μετά από καυγά με άλλους για τα «δικαιώματα» γυναικών που εξωθούσαν στην πορνεία, ή οι τρομακτικές εικόνες με προαγωγούς να παίζουν ρωσική ρουλέτα με τα κορίτσια και ξεσπούν σε σαρκαστικά γέλια με τις τρομοκρατημένες εκφράσεις τους, όταν το πιστόλι έριχνε άσφαιρα πυρά…

Η Σάρα Φόρσαϊθ ήταν έφηβη κοπέλα όταν απάντησε σε μια διαφήμιση για θέση νοσοκόμας σε παιδικό σταθμό, που είχε δημοσιεύσει ένας διαβόητος εγκληματίας συμπατριώτης της ονόματι Τζον Ρις και ταξίδεψε μέχρι το Άμστερνταμ. «Τη στιγμή που κατέβηκα από το αεροπλάνο και έφθασα στην αίθουσα αφίξεων ένιωσα ότι κάτι δεν πάει καλά. Μια φωνή μέσα μου φώναζε: “μην το κάνεις αυτό!”».

Στο αεροδρόμιο την περίμενε ο Ρις, που της έκλεψε το διαβατήριο και την εξανάγκασε να εκδίδεται σ’ έναν οίκο ανοχής. «Μετά την πρώτη φορά το κορμί μου άρχισε να τρέμει ανεξέλεγκτα. Ένιωσα σαν να χάνομαι απ’ αυτόν τον κόσμο, να πέφτω σε κάποιο σκοτεινό, ατελείωτο κενό», λέει.

Οι προαγωγοί κρατούσαν τη νεαρή Βρετανίδα κι άλλα κορίτσια αιχμάλωτες και τις τάιζαν μόνον μια χούφτα σοκολατάκια κάθε μέρα. Μέσα σε λίγες εβδομάδες την πούλησαν σ’ έναν Γιουγκοσλάβο «νταβατζή», που την κρατούσε αιχμάλωτη σ’ ένα σπίτι, που φύλαγαν σκυλιά και την ανάγκαζε να κοιμάται με 18 άνδρες κάθε νύχτα για να εισπράττει εκείνος τα «έσοδα». Η κοπέλα εθίστηκε πολύ γρήγορα στο κρακ, για να «εξουδετερώνει τον πόνο», αλλά τα ναρκωτικά τη μετέτρεψε σε μια «άβουλη, αβοήθητη σκλάβα». Κατάλαβε, όμως, ότι έπρεπε να αποδράσει όταν έμαθε ότι ένα κορίτσι από την Ταϊλάνδη δολοφονήθηκε στα γυρίσματα μιας πορνοταινίας κι ότι είχαν αρχίσει να εξαφανίζονται κι άλλες κοπέλες από οίκους ανοχής. «Όποτε κάποια εξαφανιζόταν από τις βιτρίνες, κυκλοφορούσαν φήμες ότι την είχαν σκοτώσει σ’ ένα snuff film.

Δέκα ολόκληρα χρόνια πάλευε με τον εθισμό της στο κρακ η Βρετανίδα, αλλά θεωρεί τυχερό τον εαυτό της που γλίτωσε από τα νύχια των προαγωγών

Η ολλανδική αστυνομία που βρισκόταν στα ίχνη των διαβόητων προαγωγών είχε προσεγγίσει αρκετές φορές για πληροφορίες τη Σάρα Φόρσαϊθ, προτού τελικά βρει εκείνη το θάρρος να αποδράσει το 1997 και να μεταφερθεί σε ασφαλές καταφύγιο στο Βέλγιο. Από εκεί επέστρεψε τελικά στο σπίτι της, όπου την υποδέχθηκε με δάκρυα στα μάτια η μητέρα της. Η κοπέλα κατέθεσε αργότερα κατά των προαγωγών, πέντε εκ των οποίων ομολόγησαν την ενοχή τους σε ολλανδικό δικαστήριο.


Πηγή