Μόλις 4 στους 10 Ελληνες ηλικίας από 55 έως και 64 ετών βρίσκονται εντός αγοράς εργασίας, με το ποσοστό απασχόλησης ανδρών και γυναικών στη συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα να είναι το χαμηλότερο πλην του Λουξεμβούργου μεταξύ των 28 κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Τα στοιχεία που δημοσιοποίησε χθες η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία (Eurostat) είναι αποκαλυπτικά, καθώς δείχνουν πως σε επίπεδο Ε.Ε., εντός της τελευταίας 15ετίας συντελούνται εντυπωσιακές αλλαγές στην αγορά εργασίας όσον αφορά τους μεγαλύτερους σε ηλικία πολίτες. Ετσι, τον προηγούμενο χρόνο, τα ευρωπαϊκά ποσοστά απασχόλησης (ανδρών – γυναικών) ηλικίας 55 έως 64 ετών ήταν υψηλότερα από τα μέσα ποσοστά για όλους τους ενηλίκους. Συγκεκριμένα, ήταν 65% στους άνδρες και 52% στις γυναίκες, όταν τα συνολικά ποσοστά ήταν 60% και 48% αντίστοιχα. Αυτό βέβαια δεν αφορά τη χώρα μας, όπου το ποσοστό απασχόλησης των ατόμων ηλικίας μεταξύ 55 και 64 ετών ήταν μόλις 41,1%. Να σημειωθεί, βέβαια, ότι αντίστοιχα χαμηλά, στο 41,9%, ήταν και το γενικό ποσοστό των ενηλίκων (άνω των 15 ετών), ανδρών και γυναικών, που βρίσκονταν το 2018 στην αγορά εργασίας.
Σύμφωνα με τη Eurostat, ο ρυθμός αύξησης των ποσοστών απασχόλησης για άτομα ηλικίας 55 έως 64 ετών ήταν μεταξύ του 2003 και του 2018 εντυπωσιακός, με ελάχιστες ή καθόλου επιπτώσεις από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση. Κάτι που φαίνεται και από το αυξανόμενο ποσοστό γυναικών στην εργασία. Ετσι, το 2018, τα ποσοστά απασχόλησης μεταξύ ατόμων ηλικίας 55 έως 64 ετών ήταν πάνω από 70% στη Σουηδία, στη Γερμανία και στη Δανία. Αντίθετα, υπήρχαν επτά κράτη-μέλη της Ε.Ε. –η Μάλτα, η Πολωνία, η Σλοβενία, η Ρουμανία, η Κροατία, η Ελλάδα και το Λουξεμβούργο– όπου τα ποσοστά για αυτή την ηλικιακή ομάδα ήταν μικρότερα από 50%.
Οπως επισημαίνει η Eurostat, oι ηλικιωμένοι που καθυστερούν τη συνταξιοδότησή τους κερδίζουν περισσότερα χρήματα, συγκεντρώνουν πρόσθετα συνταξιοδοτικά δικαιώματα και ενδέχεται να είναι σε θέση να εξοικονομήσουν περισσότερα ή να μεταφέρουν τα κέρδη τους σε κάποιο ιδιωτικό συνταξιοδοτικό πρόγραμμα. Σύμφωνα, βέβαια, με τα πρόσφατα στοιχεία της Ε.Ε. που αναφέρονται στην έκθεση «Ageing Europe», η Ελλάδα παρουσιάζει χαμηλή απόδοση και όσον αφορά τη συνολική διάρκεια του εργασιακού βίου, με 32,9 έτη, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι στο 36,2. Παρ’ όλα αυτά, οι μεγαλύτεροι σε ηλικία αντιμετωπίζουν στην Ελλάδα μικρότερο κίνδυνο φτώχειας σε σύγκριση με τους εργαζομένους, κάτι βέβαια που ισχύει και για την υπόλοιπη Ευρώπη.
Κίνδυνος φτώχειας
Ετσι, βάσει των στοιχείων του 2017, ενώ το 22% των Ελλήνων ηλικίας 16 έως 64 ετών ήταν αντιμέτωπο με τον κίνδυνο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, το ποσοστό αυτό περιορίζεται στο 12,4% όσον αφορά τους ηλικιωμένους, άνω των 65 ετών.