Το δικαστήριο έκρινε πως, παρά την κακοποιητική συμπεριφορά, κατ΄ εξακολούθηση, του δράστη, οι πράξεις και η προσφορά του στη χώρα, του δίνουν το δικαίωμα να μην εφαρμοστεί ποινή εναντίον του παρά την καταδίκη του.
Καταδικάστηκε χωρίς ποινή
«Δεν αθωώθηκε. Καταδικάστηκε», λέει η ποινικολόγος Ανθούλα Ανάσογλου, δικηγόρος του θύματος, εξηγώντας:
«Ο νόμος δίνει το δικαίωμα να υπάρχει μια άφεση ποινής, δηλαδή να μην επιβληθεί ποινή. Επειδή ήταν στρατιωτικό το δικαστήριο, ήταν αεροδικείο, σκέφτηκαν και ζύγισαν προφανέστατα όλα τα χαρτιά και όλους τους επαίνους τους οποίους έφερε. Δικάστηκε για συγκεκριμένο, αυτόφωρο αδίκημα, το οποίο αυτόφωρο αδίκημα κρίθηκε ότι τη συγκεκριμένη στιγμή δεν υπήρχε τόσο σοβαρή ζημία προς το θύμα».
Αν και «η πρόταση του εισαγγελέα ήταν να μην υπάρχει άφεση ποινής», σύμφωνα με τη δικηγόρο: «θεώρησε το δικαστήριο ότι τη συγκεκριμένη στιγμή, έκανε δεκτό τον ισχυρισμό της υπεράσπισης, η ζημία που προκλήθηκε στο θύμα δεν ήταν τόσο σημαντική».
«Κατά την ποινική δικονομία, ακριβώς επειδή είναι στα σώματα ασφαλείας, θα πρέπει να δικαστεί από το αρμόδιο στρατιωτικό δικαστήριο. Όμως καταλαβαίνετε τι θέση έχει το θύμα, διότι το θύμα που είναι μια απλή πολίτης μέσα σε μία αίθουσα με στολές, με στρατιωτικούς, με ανθρώπους που υπηρετούν, καταλαβαίνετε ότι έχει μια τεράστια απόσταση προς τους δικαστές. Δεν είναι οι δικαστές της καθημερινής ζωής, είναι άλλοι δικαστές και κρίνουν αλλιώς. Το θύμα αισθάνθηκε εγκλωβισμένο».
Σύμφωνα με την κα Ανάσογλου, η γυναίκα που κατήγγειλε τον στρατιωτικό κρατήθηκε και η ίδια μετά από μήνυση του ιδίου εναντίον της.
«Υπήρχε λάθος χειρισμός. Όταν η παθούσα κάλεσε την Αστυνομία, το τμήμα δεν είχε τομέα ενδοοικογενειακής βίας για να ξέρει πώς να συμπεριφερθεί. Με καθοδήγηση, είμαι απόλυτα σίγουρη, συναδέλφου, ο θύτης έκανε διάφορες μηνύσεις αστείες, δηλαδή ότι υπήρξε αυτοδικία, φώναζε ότι δεν βλέπει το παιδί του, έλεγε με εξύβρισε».
Η κατάθεση του θύματος στις Αρχές
Όπως καταγγέλλει όμως η γυναίκα, η συμπεριφορά του συντρόφου της ήταν κατ’ εξακολούθηση κακοποιητική και απειλητική.
«Είμαι παντρεμένη με τον σμηναγό και έχουμε μαζί ένα παιδί. Λόγω του επαγγέλματός του, έμενα συχνά μόνη μου και για αυτό για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα είχα μετακομίσει στο πατρικό των γονιών μου, κοντά στην πόλη όπου διαμένουμε. Επειδή αλλάζαμε συχνά περιβάλλον ήθελα μία σταθερότητα για το παιδί μας, γι’ αυτό και επέλεξα το περιβάλλον αυτό. Εκείνος, στην άδειά του, μου έκανε αλλεπάλληλα τηλεφωνήματα στα οποία του ζήτησα να με καλέσει αργότερα. Ζητούσε επίμονα να δει το παιδί. Τηλεφώνησε άλλες δύο φορές και στο τελευταίο τηλεφώνημα, μου είπε πως ‘έρχεται από το σπίτι των γονιών μου’ και ‘θα δω τι θα πάθω’. Μετά από μία ώρα ήρθε στο σπίτι των γονιών μου, άρχισε να φωνάζει και να απειλεί τους συγγενείς μου. Παρέμεινα κλειδωμένη μέσα μέχρι να έρθει η αστυνομία».
Έφτασε μάλιστα στο σημείο να εκφράσει απειλές για τη ζωή της.
«Από όταν τον γνώρισα είχε κακοποιητική συμπεριφορά, με έχει χτυπήσει πολλές φορές σε όλο μου το σώμα. Με έχει απειλήσει πολλές φορές λέγοντάς μου πως ‘θα με βρει κομματάκια η μητέρα μου’ και πως ‘εγώ θα καταλήξω στο χώμα και εκείνος στη φυλακή’. Σε παλαιότερο περιστατικό, μου είχε γυρίσει ακόμη και το τιμόνι του αυτοκινήτου όντας ο ίδιος συνοδηγός, με αποτέλεσμα να πέσουμε σε ένα τοιχίο. Εγώ τραυματίστηκα και νοσηλεύτηκα. Ακόμη και κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης μου, μου ασκούσε βία».
Η γυναίκα, μετά από μήνυση που κατέθεσε, ζητούσε τη δίωξή του.
«Θέλω την ποινική του δίωξη για τις απειλές, την εξύβριση και τις σωματικές βλάβες που μου έχει προκαλέσει. Επιθυμώ να μου χορηγηθεί το κουμπί του πανικού. Θα ήθελα να του απαγορευτεί να προσεγγίζει την κατοικία μου».
«Κρατήθηκα μετά από μήνυση»
Όπως είπε η ίδια, μιλώντας στο MEGA, σχετικά με την κράτησή της στο ΑΤ μετά από μήνυση του θύτη:
«Πήγαμε στο τμήμα από τις 19.00 η ώρα το απόγευμα και καταλήξαμε να φεύγουμε 09.30 το πρωί. Με ένα μωράκι στο σπίτι μου να κλαίει, να μην μπορεί η μητέρα μου να το ηρεμήσει και εγώ να κρατούμαι στο τμήμα για τόσες ώρες ύστερα από μηνύσεις του συζύγου. Τους εξήγησα όλα αυτά που είχα πει και στην κατάθεση, από την στιγμή όμως που μου είπαν ότι έχει κάνει και ο ίδιος μήνυση, θα πρέπει να κρατηθώ μέσα χωρίς να υπολογίζουν ότι υπάρχει ένα παιδάκι πολύ μικρό στο σπίτι».
Η ίδια έχει ζητήσει την ιατροδικαστική της εξέταση για την κακοποίησή της, ωστόσο «δεν έχω εξεταστεί ακόμα».
«Οι στρατιωτικοί δεν είναι Έλληνες πολίτες»
Αναφερόμενος στην υπόθεση και το διαφορετικό καθεστώς με το οποίο αντιμετωπίζονται οι στρατιωτικοί, ο ειδικός αστυνομικός αναλυτής, Σταύρος Μπαλάσκας, τονίζει:
«Εμείς έχουμε πολιτικά δικαστήρια, αλλά οι στρατιωτικοί δεν είναι Έλληνες πολίτες. Είναι στρατιωτικοί, είναι σε διαφορετικό καθεστώς. Ο αστυνομικός πηγαίνει στα πολιτικά δικαστήρια, η μόνη σχέση που έχει με έναν στρατιωτικό είναι ότι φοράνε στολή, καμία άλλη. Ένας του στρατού, δε δικάζεται όπως ο αστυνομικός. Για οτιδήποτε, δικάζονται από στρατοδικεία, ναυτοδικεία, αεροδικεία. Αν είναι σοβαρή υπόθεση και έχει πολιτική υφή, με συνοπτικές διαδικασίες τον αποτάσσουν, τον κάνουν πολίτη και έτσι όπως είναι κρατούμενος με την κλούβα, τον παραδίδουν στα πολιτικά δικαστήρια. Γίνεται πάρα πολλές φορές, σε περίπτωση ιδιαίτερα δολοφονίας».
Σχετικά με την κράτηση της γυναίκας μετά από μήνυση του θύτη, λέει:
«Όταν ένας πολίτης κάνει μήνυση σε έναν άλλον πολίτη και είναι στα όρια του αυτοφώρου, συλλαμβάνεται από την αστυνομική Αρχή. Έπρεπε ο αξιωματικός υπηρεσίας της ΕΛ.ΑΣ, διότι υπάρχει γυναίκα η οποία είναι μαμά μωρού, να πάρει τηλέφωνο για να πάρει ρητή τηλεφωνική εντολή, τον εισαγγελέα υπηρεσίας, για να την αφήσει ελεύθερη».
«Αυτό συνέβη μετά από δική μου παρέμβαση στις 09.00 η ώρα το πρωί», απάντησε η κα Ανάσογλου.
«Όταν πήρα τον αξιωματικό υπηρεσίας ρώτησα αν ειδοποίησαν την εισαγγελία και μου είπε ‘να τώρα’. Ήταν κρατούμενη μέχρι να πάρει την εισαγγελέα».
Πηγή