Επιστροφές φόρων μέχρι και 1.930 ευρώ, εκτιμάται ότι θα δουν οι φορολογούμενοι με την υποβολή των φετινών δηλώσεων ως αποτέλεσμα των εισοδηματικών απωλειών που υπέστησαν από τις αναστολές των συμβάσεων εργασίας.

Στην εξέλιξη αυτή θα συμβάλει, επίσης και η μείωση των συντελεστών φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων, που ισχύει για τα εισοδήματα του 2020.

Κατά το τρέχον έτος αναμένεται θεαματική πτώση των εσόδων του Δημοσίου από τη φορολογία εισοδήματος. Τα γενικά και τοπικά lockdown που επιβλήθηκαν εντός του προηγουμένου έτους είχαν ως συνέπεια περισσότεροι από 1.700.000 μισθωτοί εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα να τεθούν σε αναστολή συμβάσεων εργασίας για χρονικά διαστήματα από 3 έως και 10 μήνες.

Όλοι αυτοί έλαβαν από το κράτος, για τα χρονικά διαστήματα που δεν εργάστηκαν, αποζημιώσεις ειδικού σκοπού ύψους 800 ευρώ και 534 ευρώ. Αυτές οι οικονομικές ενισχύσεις είναι αφορολόγητες και, ως εκ τούτου δεν συνυπολογίζονται στα ετήσια φορολογητέα εισοδήματά τους.

Μικρότερα εισοδήματα-λιγότεροι φόροι

Συνέπεια των παραπάνω θα είναι 1.700.000 εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα στις δηλώσεις φορολογίας για το φορολογικό έτος 2020 να εμφανίσουν φορολογητέα εισοδήματα σημαντικά μειωμένα σε σύγκριση με αυτά που εμφάνισαν πέρυσι, με τις δηλώσεις για τα εισοδήματα του 2019. Οι μειώσεις στα ετήσια φορολογητέα εισοδήματα εκτιμάται ότι θα είναι τουλάχιστον 30% και σε πολλές περιπτώσεις θα φθάνουν ή και θα υπερβαίνουν το 50%!

Εξαιτίας της αναμενόμενης αυτής εξέλιξης, θα εμφανιστούν περισσότερες από 1.000.000 περιπτώσεις μισθωτών εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα που θα πάρουν επιστροφές φόρου. Κι αυτό θα συμβεί επειδή κατά τη διάρκεια του 2020 οι μηνιαίες κρατήσεις φόρου εισοδήματος και ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης επί των μισθών των εργαζομένων αυτών υπολογίστηκαν όσους μήνες αυτοί εργάζονταν κανονικά, ωσάν οι αποδοχές τους να ήταν σε ετήσια βάση ίδιες με τα επίπεδα στα οποία είχαν διαμορφωθεί πριν ξεσπάσει η πανδημία.

Όμως τα ποσά των φόρων που αναλογούν στα -σημαντικά μειωμένα- ετήσια φορολογητέα εισοδήματα του 2020 είναι, τελικά, πολύ μικρότερα από αυτά που παρακρατήθηκαν στη διάρκεια του 2020. Συνεπώς, τα επιπλέον ποσά που παρακρατήθηκαν θα επιστραφούν με την εκκαθάριση των δηλώσεων.

Μειωμένοι οι φόροι και στα ενοίκια

Μειωμένα κατά 20%-30% θα είναι τα ετήσια εισοδήματα από ενοίκια τα οποία θα δηλώσουν φέτος στην εφορία περίπου 400.000 ιδιοκτήτες που εκμισθώνουν τα ακίνητά του. Αιτία η απόφαση της κυβέρνησης να επιβάλει αναγκαστικό «κούρεμα» κατά 40% στα ενοίκια των μηνών Μαρτίου-Ιουνίου και Σεπτεμβρίου-Δεκεμβρίου 2020 προκειμένου να μειώσει τις οικονομικές υποχρεώσεις εκατοντάδων χιλιάδων επιχειρήσεων οι οποίες μισθώνουν τα ακίνητα όπου στεγάζουν τις δραστηριότητές τους και έχουν υποστεί τεράστιες οικονομικές ζημιές εξαιτίας της πανδημίας του κορονοϊού, αλλά και να ελαφρύνει οικονομικά τους εργαζομένους στις επιχειρήσεις αυτές, των οποίων οι συμβάσεις τέθηκαν σε αναστολή.

Εξαιτίας της μείωσης των φορολογητέων εισοδημάτων τους κατά 20%-30%, αλλά και λόγω της μη επιβολής ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, τα ποσά των φόρων που θα κληθούν να καταβάλουν οι συγκεκριμένοι ιδιοκτήτες ακινήτων, με τα εκκαθαριστικά των φετινών φορολογικών δηλώσεων, θα είναι μειωμένα κατά 27% έως και 49%.

Για παράδειγμα, ιδιοκτήτης, ο οποίος το 2019 εισέπραττε κάθε μήνα ενοίκιο 2.000 ευρώ από επιχειρηματία μισθωτή, δήλωσε το 2020 στην εφορία συνολικό ετήσιο εισόδημα από ενοίκια 24.000 ευρώ (12 μήνες x 2.000 ευρώ ανά μήνα) και πλήρωσε φόρο εισοδήματος 6.000 ευρώ και ειδική εισφορά αλληλεγγύης 376 ευρώ. Δηλαδή πλήρωσε συνολικά 6.376 ευρώ.

Το 2020 ο ίδιος ιδιοκτήτης υποχρεώθηκε να εισπράξει μειωμένα κατά 40% τα ενοίκια 8 μηνών εκ του συνόλου των 12 μηνών του έτους, με αποτέλεσμα το ετήσιο εισόδημά του, το οποίο οφείλει φέτος να δηλώσει στην εφορία για το 2020, να είναι μειωμένο κατά 6.400 ευρώ ή κατά 26,67% και να έχει περιοριστεί στις 17.600 ευρώ.

Για το εισόδημα του 2020 θα απαλλαγεί και από την ειδική εισφορά αλληλεγγύης και τελικά θα κληθεί να πληρώσει μόνο φόρο εισοδήματος ύψους 3.760 ευρώ. Η συνολική φορολογική του επιβάρυνση θα είναι μειωμένη κατά 2.616 ευρώ ή κατά 43,6%.


Πηγή