Yπέρ του εξορθολογισμού των δημοσιονομικών στόχων, δηλαδή της μείωσης των πρωτογενών πλεονασμάτων, τάσσεται η Alpha Bank στο εβδομαδιαίο δελτίο της που κυκλοφόρησε χθες, υποστηρίζοντας ότι κάτι τέτοιο «μπορεί να οδηγήσει σε έναν “ενάρετο κύκλο υψηλότερης ανάπτυξης – βιώσιμου χρέους”, υπό την προϋπόθεση ότι ο νέος δημοσιονομικός χώρος καλύπτεται με αύξηση των δημοσίων επενδύσεων».

Οπως εξηγεί το δελτίο, που συντάσσει η διεύθυνση οικονομικών μελετών της τράπεζας με επικεφαλής τον κ. Παναγιώτη Καπόπουλο, δεδομένου ότι οι επενδύσεις έχουν ισχυρό πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα στην οικονομική δραστηριότητα, η θετική επίπτωση της αύξησης του ΑΕΠ στον λόγο χρέους/ΑΕΠ θα είναι ισχυρότερη από την επίπτωση λόγω της μείωσης του ονομαστικού χρέους, μέσω της επίτευξης μεγάλων πρωτογενών πλεονασμάτων.

Οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης, σημειώνεται, καθώς και ο τρόπος που αυτοί επιτυγχάνονται, μέσω παραγωγικών επενδύσεων, αυξάνουν το ΑΕΠ μακροχρόνια, μέσω της ενίσχυσης της παραγωγικότητας της εργασίας. Επιπλέον, ο συνδυασμός χαμηλών επιτοκίων και υψηλών ρυθμών μεγέθυνσης επιδρά μειωτικά στην εξέλιξη του χρέους (snowball effect).

«Το γεγονός αυτό αναμένεται να ανοίξει τον δρόμο για μια ενδεχόμενη μείωση των στόχων του πρωτογενούς πλεονάσματος, δημιουργώντας τον απαραίτητο δημοσιονομικό χώρο για άσκηση επεκτατικής πολιτικής, μέσω της πλήρους εφαρμογής και της περαιτέρω ενίσχυσης του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, το οποίο, με τη σειρά του, αναμένεται να ενισχύσει ακόμη περισσότερο τους ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης. Με αυτό τον τρόπο αναμένεται να δημιουργηθεί ένας ενάρετος κύκλος επενδύσεων, μεγέθυνσης και μείωσης του δημοσίου χρέους».

Οι μελετητές της τράπεζας επισημαίνουν ότι οι πρόσφατες εξελίξεις διεθνώς και στην Ελλάδα έχουν αλλάξει το προφίλ του ελληνικού χρέους, καθώς έχουν βελτιωθεί βασικές παράμετροι όπως ο ρυθμός ανάπτυξης, τα περιθώρια απόδοσης των ελληνικών τίτλων και η αποπληρωμή σημαντικού μέρους των δανείων του ΔΝΤ.

Το δελτίο καταγράφει επίσης τα νέα χαρακτηριστικά του 2019: ενισχυμένη πρόσβαση του ελληνικού Δημοσίου στις αγορές, αξιοσημείωτη μείωση του κόστους δανεισμού, αναβάθμιση από τους οίκους αξιολόγησης, αλλά και μεταβολή του μείγματος κατόχων ελληνικών κρατικών ομολόγων, με την ενίσχυση της παρουσίας μακροπρόθεσμων επενδυτών.

Από την άλλη, αναγνωρίζει ότι ο προβλεπόμενος από τους θεσμούς χαμηλός μακροπρόθεσμος ρυθμός ανάπτυξης 1% οφείλεται στις δυσμενείς δημογραφικές προοπτικές.

kathimerini.gr