Όπως αναφέρει η μάρτυρας, είχε συνομιλήσει με την αγνοούμενη, τον Φεβρουάριο και η Σταυρούλα, δίνοντάς της ψεύτικα στοιχεία, της ζητούσε να τη βοηθήσει για να βρει όπλο, λέγοντάς της πως φοβάται, γιατί κάποιος της είχε επιτεθεί.
«Της είπα ότι εγώ ξέρω έναν άνθρωπο, τον (…) που μπορεί να την βοηθήσει. Μίλησαν με αυτόν τον ερευνητή, αλλά δεν του παρουσιάστηκε ποτέ. Μια είπε ότι είχε γρίπη, σε εμένα είπε ότι θα πήγαινε σε έναν συγγενή της τραυματισμένο, που είχε χτυπήσει στα Τέμπη. Ο ερευνητής γνώριζε τη Σταυρούλα σαν ψυχολόγο, και μίλησαν, αλλά ποτέ δεν συναντηθήκαμε, γιατί θα ανακαλύπταμε ότι δεν είναι αυτή που μας έλεγε. Δεν πήγε να πάρει ψυχιατρική γνωμάτευση, όλα αυτά που χρειάζεται για να βγάλει κάποιος άδεια οπλοφορίας. Δεν ξέρω αν αργότερα έψαξε στην παρανομία για να βρει το όπλο που ζητούσε. Μου έδειξε ότι κάποιος την απειλούσε», αναφέρει η μάρτυρας.
Σε ερώτηση γιατί δεν ενημέρωσαν την αστυνομία για αυτό το σοβαρό περιστατικό, απάντησε:
«Και οι άλλες κοπέλες που μιλούσαν και με τη συγκάτοικό της στο chat, πήγαν στην αστυνομία, αλλά αδιαφόρησαν και τους είπαν ότι δεν είναι συγγενείς για να φύγουν. Εγώ σκέφτηκα πως ο ιδιωτικός ερευνητής θα πάρει πληροφορίες, θα τη δει, και θα καταλάβει την κατάστασή της. Γι’ αυτό της τον σύστησα. Όταν κάποιος είναι ερευνητής, τα ψάχνει όλα αυτά».
Η επικοινωνία των δυο γυναικών σταμάτησε έπειτα από κάποια μηνύματα που αντάλλαξαν. Η μάρτυρας λίγους μήνες μετά, μίλησε με την συγκάτοικο της Σταυρούλας, που την αναζήτησε σε chat.
«Αυτό που μου έκανε εντύπωση είναι ότι η συγκάτοικός της κρυφάκουγε τη συνομιλία μας και δεν της είπε τι το θέλεις το όπλο. Με ρώτησε γι’ αυτό και κατάλαβα ότι ήξερε. Το πρώτο σενάριο που έπαιξε σε εμένα ήταν ότι κάποιος της έδωσε ραντεβού έξω, πήγε εκεί και κάτι έγινε. Το δεύτερο, ότι μπορεί να έχει κρυφτεί κάπου και να έχει αυτοκτονήσει».
Πηγή