Υποτροπή στην κουλτούρα αθέτησης πληρωμών διαπιστώνουν οι τράπεζες ήδη κατά τον πρώτο μήνα της οικονομικής κρίσης που προκαλεί η πανδημία. Τα πρώτα στοιχεία δείχνουν τριπλασιασμό του ρυθμού εισροών κόκκινων δανείων, προμηνύοντας το τσουνάμι εκτόξευσης αθετήσεων που πρόκειται να υπάρξει το προσεχές διάστημα, καθώς θα κορυφώνεται η οικονομική κρίση.

Πρόκειται για μια ιδιαιτέρως αρνητική εξέλιξη που σηματοδοτεί την επιστροφή των τραπεζών στο κακό παρελθόν, προεξοφλώντας τη δημιουργία μιας νέας γενιάς κόκκινων δανείων, που θα προστεθεί στον μεγάλο όγκο των μη εξυπηρετούμενων δανείων ύψους περίπου 60 δισ. ευρώ που έχουν στους ισολογισμούς τους οι τέσσερις συστημικές τράπεζες με βάση τα στοιχεία του τέλους 2019, που δημοσιεύει η «Κ».

Η τάση αυτή εκδηλώθηκε με σαφήνεια ήδη από τα στοιχεία του Μαρτίου, που δείχνουν αναστροφή της τάσης μείωσης των εισροών κόκκινων δανείων που είχε παγιωθεί σταθερά κάθε τρίμηνο τα τελευταία χρόνια. Η ένδειξη αυτή δημιουργεί ισχυρό προβληματισμό από την πλευρά των τραπεζών, καθώς, όπως εξηγούν αρμόδια στελέχη, πρόκειται για μια τάση που εκδηλώνεται πριν καλά καλά οι ίδιες οι τράπεζες ξεκινήσουν να εφαρμόζουν τα προγράμματα αναστολής δόσεων και «παγώματος» των οφειλών για επιχειρήσεις και νοικοκυριά με βάση το μορατόριουμ που έχει αποφασιστεί σε κυβερνητικό επίπεδο. Ο τριπλασιασμός του ρυθμού εισροών κόκκινων δανείων διαπιστώνεται μάλιστα τη στιγμή που η οικονομική κρίση δεν έχει κορυφωθεί και οι επιπτώσεις της στην πραγματική οικονομία δεν έχουν αποτυπωθεί ακόμη.

Το γεγονός ότι το πρόγραμμα στήριξης που έχει ανακοινώσει η κυβέρνηση δεν έχει εκταμιευθεί ακόμη στο μεγαλύτερο μέρος του στις επιχειρήσεις και στα νοικοκυριά που πλήττονται δεν δικαιολογεί, σύμφωνα με τα τραπεζικά στελέχη, την εκτόξευση του ρυθμού δημιουργίας κόκκινων δανείων που παρατηρήθηκε τον Μάρτιο, ο οποίος ήταν από τους χειρότερους μήνες των τελευταίων ετών σε ό,τι αφορά τις εισπράξεις από δάνεια. Οπως προκύπτει από τα αποτελέσματα του 2019 που ανακοίνωσαν και οι τέσσερις συστημικές τράπεζες, η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων υπήρξε συστηματική ανά τρίμηνο, με έμφαση στο τελευταίο τρίμηνο του έτους, κατά το οποίο σημειώθηκε όχι μόνο η μεγαλύτερη μείωση κόκκινων δανείων, αλλά και οι χαμηλότερες εισροές νέων επισφαλειών, της τάξης των 16-260 εκατ. ευρώ ανάλογα με την τράπεζα. Η συστηματική επιβράδυνση της δημιουργίας νέων κόκκινων δανείων ανατρέπεται ήδη από το πρώτο τρίμηνο του έτους και αναμένεται να εκτιναχθεί τα δύο επόμενα τρίμηνα, ανάλογα με το βάθος και την ένταση της οικονομικής κρίσης που θα προκαλέσει η πανδημία.

Οι τράπεζες έχουν συμφωνήσει στο «πάγωμα» των χρεολυσίων για όλες τις επιχειρήσεις που πλήττονται από την υγειονομική κρίση έως και τα τέλη Σεπτεμβρίου, καθώς και στο τρίμηνο «πάγωμα» των δανείων για τα νοικοκυριά, αλλά ο φόβος της εμπέδωσης μιας νέας κουλτούρας αθέτησης πληρωμών, λόγω του COVID-19, κυριαρχεί στα στρατηγεία των τραπεζών, παρά τα όπλα στήριξης που έχουν πέσει στο τραπέζι. Αν και πρόκειται για τη συζήτηση της επόμενης μέρας, ο λογαριασμός, όπως εκτιμούν οι τράπεζες, θα είναι βαρύς και το ισοζύγιο αρνητικό, ειδικά για τις ελληνικές τράπεζες που εισέρχονται στην κρίση ήδη με ένα βαρύ φορτίο κόκκινων δανείων. Εκτός από τα κόκκινα δάνεια ύψους περίπου 60 δισ. ευρώ που έχουν στους ισολογισμούς τους οι τέσσερις συστημικές τράπεζες, άλλα περίπου 40 δισ. ευρώ κόκκινων δανείων έχουν μεταβιβαστεί σε funds και βρίσκονται υπό τη διαχείριση των servicers, ανεβάζοντας το ιδιωτικό χρέος των φυσικών και των νομικών προσώπων κοντά στα 100 δισ. ευρώ.

Οι αποφάσεις των εποπτικών αρχών, που επιτρέπουν στο τραπεζικό σύστημα της Ευρωζώνης να κατηγοριοποιήσει ξεχωριστά όλα τα κόκκινα δάνεια που θα δημιουργηθούν λόγω COVID-19, δίνουν την απαιτούμενη ευελιξία στις ελληνικές τράπεζες να προχωρήσουν σε μαζικές ρυθμίσεις με βάση και τα μορατόριουμ οφειλών που αποφασίζονται σε κυβερνητικό επίπεδο. Ο διακριτός διαχωρισμός αυτών των δανείων αποφασίστηκε από τη European Banking Authority και θα ισχύσει για όλα τα κόκκινα δάνεια που θα δημιουργηθούν εντός του 2020 λόγω της πανδημίας, αλλά, όπως όμως εξηγούν αρμόδια τραπεζικά στελέχη, η ανοχή των εποπτικών αρχών θα έχει ημερομηνία λήξης και δεν σημαίνει ότι τα δάνεια αυτά θα διαγραφούν.

Το βάθος της ύφεσης και η ανεργία που θα προκαλέσει είναι οι παράγοντες που θα μετρήσουν τις αντοχές της οικονομίας και του τραπεζικού συστήματος, που ζει τον ίδιο εφιάλτη με όλη την κοινωνία.

kathimerini.gr