«Μαζεύεται πλήθος χαρούμενες φάτσες, εκεί που ο Γαρύφαλλος λέει. Τους λέει τα δικά του και σαν τελειώσει ο κόσμος γελάει ή κλαίει», λένε κάποιοι από τους στίχους του θρυλικού -πια- τραγουδιού, «Γαρύφαλλε, Γαρύφαλλε». Ενώ λίγο παρακάτω αναφέρει: «Δεν ξέρει να γράφει και όμως θαυμάσια δίνει στον κόσμο διαλέξεις… Γαρύφαλλε, Γαρύφαλλε κανείς μας δεν ξέρει ποιος είσαι».

Και αυτή είναι μία αλήθεια που κρύβει το τραγούδι, αφού από την πρώτη ημέρα της κυκλοφορίας του από τους Πελόμα Μποκιού δημιουργήθηκε ένα μυστήριο γύρω από τον πρωταγωνιστή του πρώτου ελληνικού τραγουδιού από ροκ μπάντα. «Είναι ή όχι υπαρκτό πρόσωπο» αναρωτιούνταν τότε για το δημιούργημα του Γιάννη Κιουρτσόγλου. Και αν ήταν όντως υπαρκτό πρόσωπο, είχε και στη ζωή του αυτό το μυστήριο που άφηναν γύρω του οι στίχοι;

Η αλήθεια είναι πως ο «Γαρύφαλλος» κουβαλάει μία απίστευτη ιστορία, ενώ εκτός των άλλων, είναι ένα τραγούδι που σφραγίστηκε από τον πληθωρικό Βλάσση Μπονάτσο, ο οποίος στην πραγματικότητα δεν τον τραγούδησε εκείνος στην αρχική του εκτέλεση. Και είναι μία πληροφορία που μάλλον, δεν τη γνωρίζουν πολλοί.

Η αληθινή ταυτότητα του Κολωνακιώτη «Γαρύφαλλου»

Ο θρυλικός «Γαρύφαλλος» ήταν ένα πέρα για πέρα αληθινό πρόσωπο, που ενέπνευσε τον δημιουργό του τραγουδιού, Γιάννη Κιουρτσόγλου. Αν και στην πραγματικότητα, ο αληθινός «Γαρύφαλλος» δεν ήταν έτσι όπως περιγράφεται στους στίχους.

Η ζωή του δεν καλυπτόταν από κανένα πέπλο μυστηρίου, δεν έδινε διαλέξεις στη γειτονιά, ούτε μαζευόταν πλήθος γύρω του για να γελάσει ή να κλάψει. Αν και κόσμος μαζευόταν γύρω από τον αληθινό «Γαρύφαλλο» και δεν ήταν άλλα από τα παιδιά στις γειτονιές του Κολωνακίου.

Ήταν, λοιπόν, ένας ηλικιωμένος -80αρης-  πάντα καλοντυμένος που κυκλοφορούσε στο Κολωνάκι και είχε στις τσέπες του καραμέλες που τις μοίραζε στα παιδιά. Ήταν, επίσης, γείτονας του Κιουρτσόγλου, ο οποίος «δανείστηκε» το όνομά του, μιας και ήταν τετρασύλλαβο και κόλλαγε με το μέτρο.

Αυτός ήταν ο «Γαρύφαλλος», που έμελλε να μείνει στη μουσική ιστορία του τόπου. Και να φανταστεί κανείς πως το τραγούδι είχε αρχικά απορριφθεί και έμεινε για μήνες ολόκληρους στα συρτάρια της δισκογραφικής εταιρίας Lyra.

Γράφτηκε μέσα σε ένα βράδυ

Ήταν αρχές της δεκαετίας του ’70, όταν η Lyra ρώτησε τον Γιάννη Κιουρτσόγλου, αν έχει κάποιο ροκ τραγούδι γραμμένο σε ελληνικό στίχο, που μέχρι τότε δεν υπήρχε. Εκείνος, αντιλαμβανόμενος πως του δίνεται μία τεράστια επαγγελματικά ευκαιρία, απαντάει θετικά, με την εταιρεία να του ζητά να τους πάει το τραγούδι την επόμενη κιόλας μέρα!

Κι εδώ ήταν το πρόβλημα, μιας και στην πραγματικότητα ο Κιουρτσόγλου δεν είχε κανένα τραγούδι έτοιμο. Αλλά δεν έχασε την ψυχραιμία του. Επέστρεψε στο σπίτι και μέσα σε ένα βράδυ έγραψε τον «Γαρύφαλλο», έχοντας δανειστεί το όνομα του Κολωνακιώτη γείτονά του.

Το τραγούδι περιγράφει την ιστορία του «τρελού του χωριού», ο οποίος συνήθιζε να βγάζει λόγους στο κοινό, διχάζοντας τα πλήθη και δημιουργώντας ανάμεικτα συναισθήματα, αφού άλλοι γελάνε και άλλοι κλαίνε. Τα χρόνια περνούν, ο πρωταγωνιστής πεθαίνει και τότε πηγαίνει στον παράδεισο και συνομιλεί με τους αγγέλους.

Η ιστορία του ήρωα ήταν απλά γραμμένη. Και την επόμενη ημέρα που έδωσε το τραγούδι στην εταιρεία, είδε τον ιδιοκτήτη της Αλέκο Πατσιφά, να μην εντυπωσιάζεται με το τελικό αποτέλεσμα. Και ο «Γαρύφαλλος» μπήκε στο συρτάρι κι έμεινε εκεί σχεδόν έναν χρόνο. Και όταν ξαναβγήκε, πήγε να συναντήσει τους Πελόμα Μποκιού, γράφοντας μαζί ιστορία!

Η γέννηση των Πελόμα Μποκιού

Λίγο καιρό μετά την απόρριψη και συγκεκριμένα τον Απρίλιο του 1970, ο Γιάννης Κιουρκτσόγλου αποφασίζει να φτιάξει μία ροκ μπάντα, χωρίς να υπάρχει στο μυαλό του κάποιο μελλοντικό πλάνο με διάρκεια. Μάλλον, ο αρχικός σκοπός της δημιουργίας ήταν ένας περιορισμένος αριθμός εμφανίσεων.

Έτσι, σιγά σιγά σχηματίστηκαν οι Πελόμα Μποικιού, που από την αρχή προκάλεσαν αίσθηση με το όνομά τους. Το κοινό προσπαθούσε να μαντέψει τι να σήμαινε και οι εκδοχές που έδιναν ήταν πολλές και κάποιες, απίθανες. Αλλά στην πραγματικότητα, το όνομα δεν ήταν παρά συλλαβές από τα ονόματα ή επίθετα των μελών του συγκροτήματος.

Νίκος Δα(ΠΕ)ρης, Νίκος (ΛΟ)γοθέτης, Τάκης (ΜΑ)ρινάκης, Βλάσης (ΜΠΟ)νάτσος και Γιάννης (ΚΙΟΥ)ρκτσόγλου ήταν τα ιδρυτικά μέλη των Πελόμα Μποκιού, που έμελλε να γράψουν τη δική τους ιστορία στην ελληνική ροκ μουσική.

Πρώτα, όμως, προηγήθηκε το ξαφνικό τηλεφώνημα από τη Lyra, που είχε βγάλει από το συρτάρι τον «Γαρύφαλλο». Πρότειναν, λοιπόν, στον Κιούρτσογλου να δώσουν το κομμάτι στην Πόπη Αστεριάδου. Εκείνος, όμως, τους εξήγησε πως πλέον είχε τη δική του μπάντα κι έτσι του αντιπρότειναν να το ηχογραφήσουν με το συγκρότημά του.

Η αρχική του εκτέλεση δεν είναι με τον Βλάσση Μπονάτσο

Η αλήθεια είναι πως όταν λες «Γαρύφαλλε» στο μυαλό όλων έρχεται η φωνή του αείμνηστου, Βλάση Μπονάτσου. Αλλά στην πραγματικότητα, στο στούντιο για την αρχικά ηχογράφηση του κομματιού δεν μπήκε ο Μπονάτσος, αλλά ο Νίκος Δαπέρης. Ωστόσο, ο Βλάσσης το ερμήνευε στα live του συγκροτήματος κι έτσι κατάφερε να το «σφραγίσει» με το πληθωρικό και άφθονο ταλέντο του.

Στην πραγματικότητα, ο Μπονάτσος μπήκε για πρώτη φορά στο στούντιο για να ηχογραφήσει τον «Γαρύφαλλο» πολλά χρόνια μετά, με τους Goin’ Through και συγκεκριμένα το 1995, ενώ κυκλοφόρησε από την FM Records.

Πηγή