Για την επιθυμία της κυβέρνησης να υπάρχει «ένα ισόρροπο μείγμα το οποίο θα διασφαλίζει την, όσο το δυνατόν, καλύτερη λειτουργία της αγοράς και της κοινωνίας, και από την άλλη πλευρά, να διασφαλίσουμε τη δημόσια υγεία», διαβεβαίωσε ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης, σε συνέντευξή του στον τηλεοπτικό σταθμό OPEN. Μάλιστα, για τα μέτρα ενίσχυσης, σημείωσε πως «εάν απαιτηθεί να υπάρξει περαιτέρω πακέτο, θα προνοήσουμε». Σε ό,τι αφορά τον τουρισμό ήταν κατηγορηματικός: η παρτίδα «θα σωθεί οπωσδήποτε», με την ταυτόχρονη επισήμανση ότι ένα από τα βασικά θέματα συζήτησης κατά την επίσκεψη του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη τη Δευτέρα στο Ισραήλ, «είναι πώς θα αναπτυχθεί η τουριστική αυτή ‘γέφυρα’». Μιλώντας δε, για τις επενδύσεις, στις παρούσες αντίξοες συνθήκες, από εταιρείες με παγκόσμια παρουσία, προχώρησε στην εκτίμηση ότι «η δυναμική της ελληνικής οικονομίας θα είναι τέτοια που θα ωθήσει σε μια πραγματική, γνήσια και βιώσιμη ανάπτυξη».

Αναλυτικά και ξεκινώντας από τη χθεσινή μαραθώνια συνεδρίαση των ειδικών, ο υπουργός Επικρατείας είπε πως «πράγματι ετέθη το ζήτημα καθολικών απαγορεύσεων», ενώ ειδικά για τις περιπτώσεις της Αττικής, Θεσσαλονίκης και Χαλκιδικής «έχουμε μια προσαρμοσμένη αντιμετώπιση ή μητροπολιτική αντιμετώπιση» (σ.σ. για τις δύο πρώτες περιπτώσεις).

Πάντως, «ενόσω υπάρχει αύξηση κρουσμάτων, υπάρχει μια σχετική επιπεδοποίηση τις τελευταίες ημέρες», κάτι που θα συνεχίζουν να παρακολουθούν οι ειδικοί τα επόμενα 24ωρα. «Καθημερινά είμαστε πάνω από το φαινόμενο, εάν απαιτηθεί θα κάνουμε τις αναγκαίες προσαρμογές», ανέφερε ο Γ. Γεραπετρίτης για να προσθέσει:

«Ανά πάσα στιγμή υπάρχει η πιθανότητα να έχουμε και άλλα μέτρα, όχι μόνο για την Αττική, αλλά για όλη τη χώρα», υπογραμμίζοντας ταυτοχρόνως ότι «επιθυμία μας είναι να έχουμε ένα ισόρροπο μείγμα το οποίο θα διασφαλίζει την, όσο το δυνατόν, καλύτερη λειτουργία της αγοράς και της κοινωνίας, και από την άλλη πλευρά, να διασφαλίσουμε τη δημόσια υγεία».

Παραλλήλως, συνεχίζεται η προσπάθεια ενίσχυσης του δημόσιου συστήματος υγείας, μάλιστα κατά τον τρέχοντα μήνα «εντάσσονται νέες Μονάδες Εντατικής Θεραπείας», όμως «ελπίζουμε να μην χρειαστούν». Ειδικά δε, για την Αττική «η κάλυψη είναι λίγο πάνω από το μισό των κλινών μας, μπορεί να αντέξει το σύστημα υγείας», εκτίμησε ζητώντας παρόλ’ αυτά «να είμαστε σε πλήρη εγρήγορση έτσι ώστε να αποφευχθούν τα μέτρα που θα επιδεινώσουν ακόμη περισσότερο τις ελευθερίες μας».

Ενώ σε ερώτηση για τις επιπτώσεις από το άνοιγμα λιανεμπορίου και εκπαίδευσης, ο υπουργός Επικρατείας σημείωσε εν πρώτοις ότι «το 10ήμερο άνοιγμα του λιανεμπορίου σηματοδότησε μια αύξηση κοντά στο 60% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, υπήρξε αναπλήρωση μέρους των χαμένων εσόδων για τους εμπόρους, αναπλήρωση για τα δημόσια οικονομικά», για να συμπληρώσει στην απάντησή του, «δεν έχουμε στοιχεία από τα οποία να προκύπτει ότι υπήρξε υπερμετάδοση εξαιτίας του ανοίγματος του εμπορίου, πολλώ δε μάλλον δεν υπήρξε υπερμετάδοση εξαιτίας του ανοίγματος των σχολείων. Βεβαίως, κάθε αύξηση κινητικότητας προκαλεί μια μεγαλύτερη αύξηση της κίνησης του ιού, δεν είναι όμως τέτοια που να διαψεύδει την όποια επιλογή έχουμε πάρει».

Στο σκέλος των εμβολιασμών, από τις 12 Φεβρουαρίου ξεκινούν οι εμβολιασμοί της AstraZeneca. Θα είναι μια νέα πλατφόρμα και θα μπαίνουν σε αυτήν οι συμπολίτες μας κάτω των 65 ετών, έτσι θα υπάρχουν δύο παράλληλα συστήματα με τις ίδιες διαδικασίες, εξήγησε ο υπουργός Επικρατείας χαρακτηρίζοντας «πολύ σημαντικό» το ότι έρχεται το συγκεκριμένο εμβόλιο. Αναφέρθηκε όμως και στις καινοτομίες του έτερου εμβολίου, εκείνου της Johnson&Johnson, το οποίο, εκτός του ότι είναι μονοδοσικό, δεν χρειάζεται ψύξη και έτσι θα δημιουργηθούν καλύτερες συνθήκες μαζικού εμβολιασμού, υπογράμμισε επίσης.

«Βλέπετε να σώζεται η παρτίδα του τουρισμού;», ρωτήθηκε εξάλλου και απάντησε κατηγορηματικά: «Θα σωθεί οπωσδήποτε». Και επιχειρηματολόγησε λέγοντας ότι «δεν έχουμε τη δυνατότητα να θυσιάσουμε φέτος τον τουρισμό, τα δημοσιονομικά μάς υποχρεώνουν να ανοίξουμε τον τουρισμό, θα ανοίξει με πολύ μεγάλη προσοχή, θα φροντίσουμε τα πρωτόκολλα να είναι αυστηρά». Εξάλλου, «μέχρι την έναρξη της τουριστικής περιόδου, θα έχει δημιουργηθεί η κρίσιμη μάζα ανοσίας», εκτίμησε εξάλλου.

«Είναι εφικτός στόχος να πιάσουμε το 50% του τουρισμού του 2019;», ρωτήθηκε ο Γ. Γεραπετρίτης στη συνέχεια της τηλεοπτικής συνέντευξης, με τον υπουργό Επικρατείας να απαντά, «το ευελπιστούμε». Στοιχεία δε, που συνηγορούν στην επίτευξη του στόχου είναι το γεγονός ότι οι χώρες για τις οποίες η Ελλάδα είναι σταθερός τουριστικός προορισμός, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, το Ηνωμένο Βασίλειο, το Ισραήλ, έχουν μεγαλύτερο εμβολιαστικό ρεύμα, είπε για να προσθέσει εμφατικά στο σημείο αυτό ότι ο πρωθυπουργός ταξιδεύει τη Δευτέρα στο Ισραήλ κι «ένα από τα βασικά θέματα συζήτησης είναι πώς θα αναπτυχθεί η τουριστική αυτή ‘γέφυρα’».

Κλείνοντας με τα αμιγώς οικονομικά, ο υπουργός Επικρατείας παρέπεμψε κατ’ αρχάς στο «ολιστικό σχέδιο που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός», με μειωμένο ΦΠΑ, πλήρη επιδότηση του ενοικίου για το Μάρτιο, αναστολές, πάγιες δαπάνες κ.α., για να συμπληρώσει: «Εάν απαιτηθεί να υπάρξει περαιτέρω πακέτο, θα προνοήσουμε. Έχουμε το μεγάλο προνόμιο -χάρη στην εμπιστοσύνη που έχουν οι αγορές στην ελληνική Πολιτεία- να μπορούμε να δανειζόμαστε με εξαιρετικά χαμηλά επιτόκια, με ιστορικά χαμηλά επιτόκια. Εάν απαιτηθεί θα πάμε σε μια διόρθωση». Από την άλλη, «πρέπει να είμαστε πολύ φειδωλοί», διευκρίνισε και σημείωσε πως «ευτυχώς η κυβέρνηση τήρησε μια στάση μεγάλης εγκράτειας» θυμίζοντας ότι από διάφορες πλευρές υπήρχε η πίεση «να δώσουμε όλα τα χρήματα στην πρώτη φάση της πανδημίας, (αλλά) εμείς φροντίσαμε να κρατήσουμε κάποια αποθεματικά».

Μιλώντας για τη μείωση της εισφοράς αλληλεγγύης και τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 3 μονάδες, παρατήρησε επίσης πως «ο,τιδήποτε κριθεί ότι μπορεί να επιμηκυνθεί ή να αποκτήσει ένα πάγιο χαρακτήρα θα το δούμε», άλλωστε «είναι μέσα στο γονιδίωμα της παρούσας κυβέρνησης η μείωση των φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών». Και, παρά το εξαιρετικά αντίξοο περιβάλλον, δεν υπήρξε κανένας νέος φόρος, καμία φορολογική ή ασφαλιστική επιβάρυνση, το αντίθετο υπήρξαν μειώσεις (…) ό,τι είναι δυνατόν να γίνει και σταθμίζοντας πάντοτε τα μακροδημοσιονομικά της χώρας, θα γίνει», διαβεβαίωσε τους πολίτες.

Ανοίγοντας τη συζήτηση και στο ειδικότερο ερώτημα τι θα γίνει με την εισφορά αλληλεγγύης, επέμεινε πως «οι προεκλογικές δεσμεύσεις προφανώς και θα τηρηθούν, βεβαίως το χρονοδιάγραμμα είναι κάτι που πρέπει να το δούμε γιατί έχουν αλλάξει πάρα πολύ τα οικονομικά δεδομένα σε σχέση με την ανάληψη της παρούσας διακυβέρνησης, αρκετά από τα μέτρα μπορεί να πάνε πιο πίσω. Εν τούτοις πάντοτε στη βασική μας κοσμοθεωρία είναι να μπορούμε να μειώσουμε φόρους, να μειώσουμε εισφορές».

Ενώ για τη μείωση των εργοδοτικών εισφορών, εξήγησε πως στην παρούσα φάση δεν μπορεί να συμβεί αλλά «είναι κάτι που προφανώς θα εξετασθεί. Είναι συνθήκη ανάπτυξης, συνθήκη για τη δημιουργία καλά αμειβόμενων και σωστών θέσεων εργασίας το να μπορέσουμε να μειώσουμε το κόστος της εργασίας». Και επανέλαβε ότι «στο ισοζύγιο εργασίας δεν είχαμε μείωση θέσεων εργασίας. Βεβαίως βοήθησε πάρα πολύ το κομμάτι των αναστολών, θα δούμε πώς θα αντιδράσει ο χώρος της εργασίας όταν με το καλό βγούμε από το καθεστώς επιδότησης της εργασίας».

Για τις επενδύσεις, τέλος, «έχουμε επενδυτική ανάπτυξη και μέσα στην πανδημία. Εταιρείες που είναι βαρόμετρα για την ανάπτυξη κάθε χώρας, έχουν επιλέξει να επενδύσουν στη χώρα μας κι αυτό είναι πάρα πολύ καλό επενδυτικό σημάδι», τόνισε και έκλεισε με την εκτίμηση ότι, «όταν αποκατασταθούν τα πράγματα, παρά την επιβάρυνση του δημοσίου χρέους, παρά το έλλειμμα, η δυναμική της ελληνικής οικονομίας θα είναι τέτοια που θα ωθήσει σε μια πραγματική, γνήσια και βιώσιμη ανάπτυξη».


Πηγή