Το ΠΔΕ χρηματοδοτεί την αναπτυξιακή πολιτική της χώρας με έργα που συμβάλλουν στην ανανέωση και στην αύξηση του ιδιωτικού και δημοσίου κεφαλαίου της οικονομίας, στηρίζοντας την αναπτυξιακή διαδικασία και τον εκσυγχρονισμό της χώρας σε μακροχρόνια βάση.

Το Πρόγραμμα Ανασυγκρότησης της Ελληνικής Οικονομίας, πρόδρομος του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ), αρχίζει να εφαρμόζεται στην Ελλάδα το 1947, ως μία διαδικασία εγγραφής πιστώσεων για την αξιοποίηση των «Κεφαλαίων της Εθνικής Ανασυγκροτήσεως», δηλαδή των πόρων του σχεδίου Μάρσαλ. Το 1952, με τον νόμο 2212/52, μετονομάζεται σε Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) και, με διάφορες τροποποιήσεις, συνεχίζουν να εφαρμόζονται οι βασικές αρχές του έως και σήμερα.

Το ΠΔΕ χρηματοδοτεί την αναπτυξιακή πολιτική της χώρας με έργα που συμβάλλουν στην ανανέωση και την αύξηση του ιδιωτικού και δημοσίου κεφαλαίου της οικονομίας, στηρίζοντας την αναπτυξιακή διαδικασία και τον εκσυγχρονισμό της χώρας σε μακροχρόνια βάση. Οι πόροι του ΠΔΕ αποτελούν επενδυτική δαπάνη και έχουν πολλαπλασιαστικές επιπτώσεις τόσο στην παραγωγή όσο και στην απασχόληση, σε αντίθεση με τις δαπάνες του τακτικού προϋπολογισμού (λειτουργικές δαπάνες και μισθοί), που έχουν κυρίως καταναλωτικό χαρακτήρα.

Από τη δεκαετία του ’80 και τη συμμετοχή της χώρας στην τότε ΕΟΚ, εξαιτίας της αναγκαιότητας της απορρόφησης των ευρωπαϊκών κονδυλίων, το ΠΔΕ χωρίζεται σε δύο σκέλη.

Το ένα σκέλος είναι το συγχρηματοδοτούμενο, που περιλαμβάνει έργα στο χρηματοδοτικό σχήμα των οποίων συμμετέχουν με πόρους τα ευρωπαϊκά ταμεία (ΕΣΠΑ κ.λπ.), ευρωπαϊκά προγράμματα ή/και άλλοι διεθνείς χρηματοδοτικοί οργανισμοί, και το οποίο, σύμφωνα με τη σχετική ευρωπαϊκή νομοθεσία και τις συμφωνίες της χώρας με την Ε.Ε., διέπεται από πολυετή προγραμματισμό, δομημένο σύστημα διαχείρισης και ελέγχου, και στοχοθεσία. Με άλλα λόγια, πρόκειται για τους πόρους εκείνους όπου η μη τήρηση των χρονοδιαγραμμάτων και της νομοθεσίας συνεπάγεται κυρώσεις, όπως είναι η απώλεια πόρων ή ακόμη και η μη πραγματοποίηση του έργου.

Στην αντίπερα όχθη αυτού στέκει, «αιχμάλωτο» του χρόνου, το εθνικό σκέλος του ΠΔΕ, το οποίο περιλαμβάνει έργα που χρηματοδοτούνται αμιγώς από εθνικούς πόρους και στο οποίο εξακολουθεί, μέχρι σήμερα, να απουσιάζει ένα κανονιστικό πλαίσιο, ένας προγραμματικός σχεδιασμός και μια στοχοθεσία. Συνέπειες αυτών ήταν και είναι η απουσία κριτηρίων για την ένταξη των έργων, ο ανεπαρκής έλεγχος για την ολοκλήρωση και τη λειτουργικότητα του έργου εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, και εντέλει η απουσία συντονισμού στις επενδυτικές επιλογές της χώρας και η αναποτελεσματική διαχείριση των σχετικών πόρων. Η ουσιαστική αυτή έλλειψη έχει διαπιστωθεί εδώ και πολλά χρόνια, με τη σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση να έχει καταρτίσει και θέσει σε δημόσια διαβούλευση σχετικό σχέδιο νόμου. Η σημερινή κυβέρνηση, αναγνωρίζοντας τη σημασία της προσπάθειας αυτής, επεξεργάστηκε εκ νέου το σχέδιο νόμου που παρέλαβε, το βελτίωσε σε ορισμένα σημεία και τις επόμενες ημέρες αναμένεται η ψήφισή του στη Βουλή, ευελπιστώντας πως και η αντιπολίτευση στο σύνολό της, και ιδίως η αξιωματική, θα το στηρίξει μιας που αποτελεί εθνική επιταγή.

Το σχέδιο νόμου «περί του εθνικού προγράμματος ανάπτυξης» έρχεται να απαντήσει σε όλα τα προαναφερθέντα μείζονα ζητήματα, θέτοντας τις βάσεις ενός ολοκληρωμένου συστήματος προγραμματισμού για την κατάρτιση, τη διαχείριση, την παρακολούθηση και τον έλεγχο των αναπτυξιακών παρεμβάσεων που χρηματοδοτούνται από τους εθνικούς πόρους του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων.

Βασικά χαρακτηριστικά του ΕΠΑ είναι:

• Ο μεσοπρόθεσμος προγραμματικός σχεδιασμός (κατά κανόνα πενταετούς διάρκειας).

• Η θεσμοθέτηση της ευρείας διαβούλευσης, με στόχο να ληφθούν υπόψη για την κατάρτισή του οι ανάγκες όλων των τομέων πολιτικής των συναφών με τους στόχους τού ως άνω σχεδίου, όπως αυτές θα εκφράζονται τόσο από το κράτος (υπουργεία και Τοπική Αυτοδιοίκηση) όσο και από τους κοινωνικούς εταίρους (επαγγελματικές και οικολογικές οργανώσεις, φορείς εκπροσώπησης εργοδοτών εργαζομένων και κοινωνικών ομάδων, μη κυβερνητικές οργανώσεις).

• Ο αποκεντρωτικός χαρακτήρας στη διαχείριση των επιμέρους τομεακών και περιφερειακών προγραμμάτων, η οποία θα γίνεται από τα οικεία υπουργεία και τις οικείες περιφέρειες αντίστοιχα.

• Η ανάδειξη της αποστολής του υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων ως κεντρικού συντονιστή στην κατάρτιση και στον συντονισμό του ΕΠΑ, για τη χάραξη της πολιτικής δημοσίων επενδύσεων και την εποπτεία της εκτέλεσης του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων.

Αντί επιλόγου

Πρόκειται αδιαμφισβήτητα για μία μεταρρύθμιση-τομή, κεντρικοί στόχοι της οποίας είναι η ορθολογική επιλογή έργων προς ένταξη με βάση προκαθορισμένα κριτήρια και προτεραιότητες, η παρακολούθηση της πορείας των έργων, καθώς και η έγκαιρη λήψη διορθωτικών μέτρων στην περίπτωση καθυστερήσεων, με σκοπό την πλέον αποτελεσματική διαχείριση των πόρων. Εν ολίγοις, γνώμονας της νομοθετικής αυτής πρωτοβουλίας είναι η υπέρβαση της αναντιστοιχίας ανάμεσα στο συγχρηματοδοτούμενο από την Ε.Ε. σκέλος και στο σκέλος των εθνικών πόρων.

Εν κατακλείδι, ο εξορθολογισμός και ο εκσυγχρονισμός βασικών λειτουργιών του κράτους συνιστούν την κινητήριο δύναμη πίσω από την αλλαγή της ισχύουσας λογικής για το εθνικό σκέλος του ΠΔΕ, βάσει της οποίας οι αναπτυξιακές παρεμβάσεις και οι εθνικοί πόροι που αυτές συνεπάγονται θα διέπονται από κανόνες, ανεξάρτητα από την πηγή χρηματοδότησης, και με επίκεντρο την παραγωγική ανάταξη, την ισόρροπη περιφερειακή ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή.

* Ο κ. Γιάννης Τσακίρης είναι υφυπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, αρμόδιος για το Εταιρικό Σύμφωνο για το Πλαίσιο Ανάπτυξης (ΕΣΠΑ) και το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ).

kathimerini.gr