«Ήταν ένα πάρα πολύ καλό κορίτσι, αλλά εξαρτημένη από τον σύντροφό της. Όταν αυτός απουσίαζε από την δουλειά, δεν ερχόταν και η Κυριακή. Αυτός δημιουργούσε συνέχεια προβλήματα και έτσι αναγκάστηκα και τους έδιωξα και τους δυο μαζί. Στην Κυριακή είπα ότι για εκείνη η πόρτα είναι ανοιχτή και μου απάντησε ότι είναι μαζί με τον σύντροφό της σε αυτό. Μετά από τρεις μήνες, πήρα την αδελφή της για μια δουλειά που μου είχε προκύψει και μου είπε να πάρω την Κυριακή τηλέφωνο. Την πήρα και το σήκωσε ο σύντροφός της. Εκείνος ασχολούταν με το κινητό της Κυριακής και εκείνος έλεγχε τα πάντα. Είχα δει μια φορά κάτι μελανιές και της είπα: «Δεν πιστεύω να υπάρχει βία στο σπίτι Κυριακή; Θέλω να μου το πεις». Και μου απάντησε: «Όχι, όλα είναι μια χαρά». Τίποτα, φοβόταν».

Όπως αναφέρει ο συνάδελφος της, η οικογένειά της Κυριακής, της έλεγε ότι πρέπει να φύγει από αυτόν.

«Όταν πρωτοήρθε στη δουλειά ήταν πολύ καλός, επικοινωνιακός, τα πάντα. Στην πορεία άρχισε μια να έρχεται, μια να μην έρχεται. Είχε λείψει τρεις-τέσσερις μέρες και είχε κλειστό το κινητό του και έψαχνα να τον βρω και μου είπε η Κυριακή ότι είχε ένα σοβαρό πρόβλημα και είχε πάει στο χωριό. Τελικά από ότι έμαθα τώρα τον είχαν πιάσει για ναρκωτικά. Εντάξει δεν μπορούσα να φανταστώ ότι θα φτάσει σε αυτό το σημείο, να τη σκοτώσει εν ψυχρώ».


Πηγή