Στο χωριό Κεφαλοχώρι που βρίσκεται στην περιοχή της Νίκαιας της Μικράς Ασίας, πριν από την Ανταλλαγή, ζούσε μία ευλαβής και χαριτωμένη νέα, η Ελένη. Την αποκαλούσαν Ελέναμπα, δηλαδή Ελένη που είχε γεροντική σύνεση, διάκριση και μιλούσε σαν Αββάς (Γέροντας).

Ήταν ορφανή από γονείς και εργαζόταν ως υπηρέτρια σ’ έναν πονόψυχο Τούρκο. Τη νύχτα η «Ελέναμπα» προσευχόταν πολλές ώρες. Ο Τούρκος την άκουγε που έλεγε στην προσευχή της: «Να πάρω και αυτουνού τις αμαρτίες». Προσευχόταν δηλαδή για άλλους ανθρώπους. Ο Τούρκος έβλεπε να έρχονται πολλοί άνθρωποι να την συμβουλευθούν και κατάλαβε ότι έχει ιδιαίτερη χάρη. Την είχε σε μεγάλη εκτίμηση και αισθανόταν ότι τον βοηθά ο Θεός για χάρη της «Ελέναμπα». Σημείωνε ο ίδιος τα γεγονότα και τις προφητείες της, γιατί ήταν πεπεισμένος ότι η «Ελέναμπα» είχε χάρισμα προορατικό.

Τότε πολλούς Έλληνες τους επεστράτευαν στον τουρκικό στρατό στα Τάγματα Εργασίας (Αμελέ Ταμπουρού) για πέντε με δέκα χρόνια, με σκοπό την εξόντωση τους. Δεν έδιναν σημεία ζωής και οι οικογένειές τους ανησυχούσαν. Οι γυναίκες πήγαιναν και ρωτούσαν την «Ελέναμπα» αν ζουν ή αν έχουν σκοτωθή. Εκείνη για να μην αμφισβητήσουν ότι θα τους έλεγε, πρώτα περιέγραφε τον άνδρα.

Έλεγε π.χ.: «Ο άνδρας σου είναι ψηλός, ξανθός με μουστάκι». Πρόσθετε και άλλα χαρακτηριστικά και ύστερα έλεγε αν πέθανε ή αν ζη ή πότε θα γυρίσει. Επίσης έλεγε: «Θα ρθεί καιρός που οι άνθρωποι θα μπερδευτούν». (Εννοούσε πνευματικό η φυλετικό μπέρδεμα. Σήμερα και τα δυό υφίστανται).

Κάποια ημέρα είπε στους συγγενείς της: «Εσείς θα φύγετε και μένα θα μ’ αφήσετε εδώ. Πάλι θα ξαναρθήτε, αλλά αυτά τα μέρη θα αλλάξουν».

Πριν πεθάνη ζήτησε να τη ντύσουν με μαύρα ρούχα σαν μοναχή.

Όλοι στο χωριό την «Ελέναμπα» την είχαν σε ευλάβεια για τις αρετές και τα χαρίσματα της. Πίστευαν ότι είναι Αγία. Περισσότερες λεπτομέρειες από την ζωή της δεν διασώθηκαν. Μόνον ότι εκοιμήθη σε ηλικία μικρότερη των δεκατεσσάρων ετών, γύρω στο 1920, πριν από την Ανταλλαγή, όπως δηλαδή είχε προφητεύσει. Εκεί που ετάφη ανέβλυσε αγίασμα και όσοι άρρωστοι έπιναν, θεραπεύονταν.

Με την Ανταλλαγή οι συγγενείς της και οι συγχωριανοί της ήρθαν στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκαν στο νομό Σερρών, δημιουργώντας έτσι το Νέο Κεφαλοχώρι. Οι συγγενείς της «Ελέναμπα» έχουν φέρει ως ευλογία και φυλαχτό στο νέο χωριό τα ρούχα της και κάποια προσωπικά της αντικείμενα. Μέχρι σήμερα ανάβουν καντήλι ακοίμητο και κεριά στο σπίτι που φυλάσσονται τα προσωπικά της αντικείμενα. Την επικαλούνται στις ανάγκες και στις δυσκολίες τους και αυτή έχοντας στον θεό παρρησία, τους βοηθά.

Κατά την εποχή του συμμοριτοπολέμου οι αντάρτες (Κομμουνιστές) ήρθαν κατ’ επανάληψη να κάψουν το χωριό, αλλά μόλις έμπαιναν στο χωριό, άλλαζαν διάθεση, έπαιρναν τρόφιμα και φεύγοντας έλεγαν: «Κάποιος άγιος σας φυλάει, διότι ήρθαμε να κάψουμε το χωριό και μόλις μπήκαμε, άλλαξε η διάθεση μας».

1) Λέξη σύνθετη από το Ελένη και το Αββάς (πατήρ, Γέροντας). Την έδιναν οι Μικρασιάτες σπανίως σε γυναίκες που είχαν σύνεση και ευλάβεια για να εκφράσουν τον σεβασμό τους. Τα στοιχεία για την Ελέναμπα προέρχονται από τον αγιορείτη μοναχό Θ., συγγενή της «Ελέναμπα».

Από το βιβλίο: «Ασκητές μέσα στον κόσμο», 3η διήγηση. Κεντρική διάθεση βιβλίου: Ιερόν Ησυχαστήριον «Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος», Μεταμόρφωσις Χαλκιδικής.

agrinio24.gr