Γεννήθηκε το 1864 και πέθανε το 1901, σχεδόν τρεις μήνες πριν κλείσει τα 37 του χρόνια. Στην τόσο δραματική και τόσο σύντομη ζωή του όμως, ο Τουλούζ Λωτρέκ πρόλαβε να διαγράψει τη δική του καλλιτεχνική πορεία, να αναδειχθεί σε προσωπικότητα, εκφραστή ή προάγγελο διαφόρων καλλιτεχνικών κινημάτων, και να κερδίσει αναγνώριση, ζώντας και ζωγραφίζοντας όπως κανείς άλλος την παρισινή παρακμή.

Η καλλιτεχνική κλίση του φάνηκε από νωρίς και ο ίδιος στράφηκε από μικρός στη λιθογραφία. Έγινε διάσημος για τις αφίσες του, στις οποίες διαφαινόταν και η επιρροή του από την ιαπωνική τεχνοτροπία αλλά και τον ιμπρεσιονιστή Έντγκαρ Ντεγκά.

Ζωγράφος, χαράκτης, εικονογράφος και σχεδιαστής, εμβάθυνε στην πολύχρωμη και θεατρική παριζιάνικη ζωή στα τέλη του 19ου αιώνα, δημιουργώντας πλήθος εικόνων -συχνά προκλητικών- της ζωής του περιθωρίου εκείνης της εποχής.

Έμεινε στην ιστορία «ντύνοντας» στα έργα του ανθρώπους του περιθωρίου με ανθρωπιά και αναπαριστώντας στον καμβά σκηνές από τη ζωή των εκδιδόμενων γυναικών της εποχής και το περιβόητο Moulin Rouge. Καταβεβλημένος από το αλκοόλ και διάφορες ασθένειες, άφησε την τελευταία του πνοή πολύ νέος.

Η αριστοκρατική καταγωγή και η αναπηρία

Οι αριστοκρατικές καταβολές του Τουλούζ Λωτρέκ- το πλήρες όνομά του ήταν Ανρι Μαρί Ρειμόντ ντε Τουλούζ – Λωτρεκ – Μονφά-  κρατούσαν από την πόλη Αλμπί της Γαλλίας, στα Πυρηναία. Ήταν ο πρωτότοκος του κόμη Αλφόνς και της κοντέσας Αντέλ ντε Τουλούζ-Λωτρέκ. Η αριστοκρατική του οικογένεια- ήταν απόγονοι του Κόμη της Τουλούζης- είχε αρχίσει να ξεπέφτει, και βίωνε ήδη τις συνέπειες της αιμομιξίας που συνεχιζόταν επί γενιές. Οι ίδιοι οι γονείς του Τουλούζ Λωτρέκ ήταν πρώτα ξαδέλφια, και ο Ανρί υπέφερε από πολλές εκ γενετής ασθένειες, που αποδίδονταν στην διαρκή άντληση γονιδίων από την ίδια δεξαμενή. Τρία χρόνια μετά τον Ανρί το ζευγάρι απέκτησε άλλον έναν γιο, που όμως έζησε μόνο έναν χρόνο.

Σε ηλικία 13 ετών, ο Ανρί σπάει το οστό στον αριστερό του μηρό, στα 14 στον δεξί, σπασίματα που δεν επουλώνονται ποτέ σωστά. Η κατάστασή του πιστεύεται πως οφείλεται σε μια γενετική διαταραχή με την ονομασία πυκνοδυσόστωση, που είναι επίσης γνωστή ως «Σύνδρομο Τουλούζ-Λωτρέκ», ή κάποια άλλη διαταραχή όπως οστεοπέτρωση, αχονδροπλασία ή ανεπαρκή οστεογένεση. Σε κάθε περίπτωση τα πόδια του σταμάτησαν να μεγαλώνουν, κι έτσι στην ενήλικη ζωή του έφτασε σε ύψος μόλις το 1,54, με δυσανάλογο όμως σώμα: κορμό και άνω άκρα που παραπέμπουν σε μέσο άνδρα αλλά πόδια παιδικά, με μήκος μόλις 70 εκατοστών. Λέγεται επίσης πως είχε υπερτροφικά γεννητικά όργανα.

Αδυνατώντας, λόγω σωματικής αναπηρίας, να συμμετάσχει στις περισσότερες δραστηριότητες με τις οποίες ασχολούνταν οι άνδρες της ηλικίας του και της εποχής του, βυθίζεται στον κόσμο της τέχνης και αναζητά παρηγοριά στη δημιουργία.

Φοίτησε για ένα διάστημα στο Lycée Fontanes του Παρισιού, στις αρχές της δεκαετίας του 1870, κι αργότερα συναναστράφηκε τους καλλιτέχνες René Princetau και John Lewis Brown. Το 1882, ο Τουλούζ Λωτρέκ αποφάσισε να μαθητεύσει στο πλευρό του Léon Bonnat κι έναν χρόνο μετά βρέθηκε δίπλα στον Fernand Cormon.

Οι γυναίκες

Αν κάποιος γνωρίζει μόνο ένα ή δύο πράγματα για τον Τουλούζ Λωτρέκ, αυτά είναι η απεικόνιση σκηνών από το περιβόητο Μουλάν Ρουζ αλλά και η αποτύπωση γυναικών με τρόπο ρεαλιστικό και ματιά ανθρωπιστική. Αφήνοντας στην άκρη τη φαντασία, ο Λωτρέκ έκανε μια καθαρή καταγραφή των γυναικών- και των εκδιδόμενων- επιχειρώντας να αναδείξει πτυχές της καθημερινότητας και της ζωής τους και όχι την ερωτική/σεξουαλική/επαγγελματική υπόστασή τους.

Η ιδέα αυτή είναι ξεκάθαρη τόσο στη σειρά «Elles» του 1896, που αποτελείται από σκηνές σε οίκους ανοχής, όσο και στο φημισμένο έργο «Γυναίκα στον καθρέφτη» του 1897. Η εικονιζόμενη γυναίκα δεν παρουσιάζεται ούτε με κάποιον ηθικό συμβολισμό ούτε ως ηρωίδα του ρομαντισμού, αλλά ως μια αληθινή γυναίκα, με σάρκα και οστά, που βιώνει όπως ο καθένας τη χαρά ή τη θλίψη. Η αμεσότητα και η ειλικρίνεια του έργου είναι οι πιο αδιαμφισβήτητες αποδείξεις της αγάπης του Λωτρεκ προς τις γυναίκες, είτε ήταν λαμπερές είτε ήταν «έκπτωτες», και θεωρείται τεκμήριο της γενναιοδωρίας του και της συμπάθειας που τους είχε.

Μποέμ ζωή στη Μονμάρτρη

Το 1884, ο Λωτρέκ μετακόμισε στη συνοικία της Μονμάρτρης, που φημιζόταν για τον μποέμ και έντονο τρόπο ζωής και μαγνήτιζε τους καλλιτέχνες, τους συγγραφείς και τους φιλοσόφους, φιλοξενώντας μπαρ και τους οίκους ανοχής.

Όταν άνοιξε το Μουλάν Ρουζ, η διεύθυνση ανέθεσε στον Τουλούζ Λωτρέκ να δημιουργήσει τις αφίσες του. Αν και άλλοι καλλιτέχνες θεωρούσαν υποδεέστερα τα έργα του, εκείνος τους αγνόησε και ανέλαβε τη δουλειά, που ήταν, κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, κομμένη και ραμμένη στα μέτρα του. Το μοναδικό στιλ του και οι ζωντανές, ζωηρές και προκλητικές για την εποχή αφίσες του προκάλεσαν μεγάλη εντύπωση, διαφήμισαν επαρκώς τον νέο χώρο και έκαναν τον δημιουργό τους περιζήτητο.

Έκτοτε, το καμπαρέ είχε πάντα μία θέση για τον πονεμένο ζωγράφο αλλά και για τα έργα του. Και καθώς ο Τουλούζ Λωτρέκ «έχτιζε» με τον καιρό τη φήμη και τον χαρακτήρα του, απεικονίζοντας τους ανθρώπους του περιθωρίου και τις διασημότητες του μικρόκοσμου της παρισινής διασκέδασης αλλά και παρακμής, πέρασαν στην ιστορία κι έφτασαν «άφθαρτες» έως εμάς η τραγουδίστρια Yvette Guilbert, η χορεύτρια Louise Weber, η επονομαζόμενη «La Goulue», που δημιούργησε και τα «γαλλικά καν καν», αλλά και η επίσης χορεύτρια Jane Avril.

Ο καλλιτέχνης περνούσε μεγάλα διαστήματα μέσα σε οίκους ανοχής, όπου ήταν τόσο αποδεκτός από τις εργαζόμενες εκεί αλλά και τις «μαντάμ», ώστε συχνά μετακόμιζε κανονικά και ζούσε σε ένα από τα σπίτια αυτά για εβδομάδες. Μοιραζόταν τη ζωή των γυναικών, που έβρισκαν στο πρόσωπό του έναν έμπιστο, έναν εξομολογητή, ενώ εκείνος τις ζωγράφιζε τόσο εν ώρα εργασίας όσο και στον ελεύθερο χρόνο τους, καταγράφοντας τις συχνά ομοφυλοφιλικές προσωπικές σχέσεις τους. Αγαπημένο του μοντέλο στο περιθώριο των οίκων ανοχής ήταν μία κοκκινομάλλα πόρνη που αποκαλούνταν Rosa la Rouge, και από η οποία, όπως πιστεύεται, του μετέδωσε τη σύφιλη.

Ο συναισθηματικός αγώνας, ο θάνατος και η παρακαταθήκη

Παρότι εμφανιζόταν ως πνευματώδης, διασκεδαστικός τύπος, ο Τουλούζ Λωτρέκ υπέφερε βαθιά λόγω των σωματικών αναπηριών του αλλά και λόγω οικογενειακών θεμάτων, κυρίως εξαιτίας της άρνησης του πατέρα του να αποδεχθεί την απόφασή του για τον επαγγελματικό του προσανατολισμό. Υπέφερε και από σύφιλη, που επηρέασε ακόμα περισσότερο την υγεία του. Για να αντιμετωπίσει τον πόνο, τον σωματικό αλλά και τον ψυχολογικό, στράφηκε στο αλκοόλ, πίνοντας για και μέχρι να ξεχάσει. Το 1899 υπέστη νευρικό κλονισμό, όταν η μητέρα του, με την οποία ήταν πολύ κοντά, αποφάσισε να φύγει από το Παρίσι. Ο καλλιτέχνης συντετριμμένος χρειάστηκε να κλειστεί για μήνες σε σανατόριο.

Επτακόσια έργα σε καμβά, ακουαρέλες, 350 χαρακτικά και αφίσες, 5000 πίνακες αλλά και μερικά κεραμικά είναι, μεταξύ άλλων, όσα άφησε πίσω του ο 37χρονος δημιουργός, φεύγοντας από τη ζωή. Με το πλούσιο και ξεχωριστό έργο του θεωρείται πρωτοπόρος σειράς κινημάτων, όπως και η pop art, και «προάγγελος» καλλιτεχνών όπως ο Άντι Γουόρχολ. Αναδείχθηκε σε σημαντική προσωπικότητα του μετά-ιμπρεσιονισμού και έγινε εκφραστής της art nouveau και λιθογράφος.

Πηγή