Σπάνια μπορεί να βρει κάποιος μια περίπτωση ανθρώπου που έχει δώσει τόσο απλόχερα το γέλιο και τη χαρά στους γύρω του και έχει λάβει ως αντίδωρο τόση πίκρα, απογοήτευση και αποξένωση, σαν την περίπτωση της Ρένας Παγκράτη.

Το χαμογελαστό κορίτσι που έκανε πλάκα με όλους, έκανε τους πάντες να γελάνε και δεν είχε κακό λόγο για κανέναν, όταν έφυγαν οι ημέρες των παχέων αγελάδων και ήρθαν καιροί δύσκολοι κοίταξε στο πλάι της και δεν βρήκε κανέναν. Είχε απομείνει ολομόναχη.

Και αν υπήρχαν λίγοι -μετρημένοι στα δάχτυλα- φίλοι που προσπάθησαν να τη βοηθήσουν η κατάθλιψη είχε ρίξει τόσο βαρύ το σκοτάδι της που η χαμογελαστή Ρένα δεν μπόρεσε να δει τίποτα από αυτά. Δεν μπόρεσε να κρατηθεί από πουθενά.

Και τελικά αποφάσισε να κάνει μόνη της την μεγάλη έφοδο προς τον ουρανό. Ολομόναχη.

Τώρα, 23 χρόνια μετά την τελευταία παράσταση, που έδωσε εκείνο το χαμογελαστό κορίτσι, που το μόνο που ήθελε να κάνει στη ζωή της ήταν να βρίσκεται πάνω στο σανίδι ή μπροστά στις κάμερες, θα ήταν υπερήφανη αν έβλεπε πόσο την αγαπάει ακόμα ο κόσμος και πόσο την αναζητά το κοινό.

Η Ρένα Παγκράτη, παραμένει ακόμα και σήμερα ίσως η μοναδική περίπτωση καλλιτέχνη που η χαρά και ο πόνος συνυπάρχουν στο ίδιο σώμα, με την ίδια ένταση, μέχρι που τελικά η μαυρίλα είναι αυτή που επικρατεί.

Τα πρώτα βήματα μιας φωτεινής παρουσίας

Η Ρένα Παγκράτη γεννήθηκε στις 13 Μαρτίου 1949 στη Δάφνη, όπου έμενε τότε με την, προερχόμενη από την Κέρκυρα, οικογένειά της.

Από τα όσα έχουν γίνει γνωστά για εκείνα τα πρώτα της χρόνια, είναι οφθαλμοφανές πως η μικρή Ρένα είχε έρθει για να κάνει ένα και μοναδικό πράγμα.

Ήδη στα 11 της χρόνια έπαιζε σε παραστάσεις παιδικού θεάτρου. Σε ηλικία μόλις 12 και 13 ετών, το 1961 και το 1962, η Ρένα «ξεφεύγει», αποκτά το προσωνύμιο «παιδί θαύμα», μπαίνει στο θίασο της Έλλης Λαμπέτη και βρίσκεται στο Εθνικό Θέατρο να πλαισιώνει τον Αλέξη Μινωτή και την Κατίνα Παξινού, αντίστοιχα.

Η μικρή με το αστείρευτο ταλέντο, όμως, δεν σταματάει ούτε εκεί. Το 1964 και ενώ είναι μόλις 15 ετών εμφανίζεται για πρώτη φορά και στον κινηματογράφο! Έχει συμμετοχή στις ταινίες του Γιώργου Αρίωνα «Η γέφυρα της ευτυχίας» και «Όταν η ευτυχία προστάζει».

Ούτε το θέατρο, ούτε ο κινηματογράφος αρκούν για να ικανοποιηθεί το αστείρευτο ταλέντο της. Την ίδια εποχή που παίζει στις ταινίες του Αρίωνα, συμμετέχει στην παιδική ραδιοφωνική εκπομπή του ΕΙΡ «Τα παραμύθια της θείας Λένας», που παρουσίαζε η Αντιγόνη Μεταξά.

Η Ρένα ενώ παράλληλα σπουδάζει υποκριτική στη Δραματική Σχολή του Θεοδοσιάδη, αφήνει το στίγμα της σε μια από τις πιο θρυλικές ραδιοφωνικές εκπομπές.

Για τα επόμενα χρόνια η μικρή (που πλέον έχει αρχίσει σιγά- σιγά να μεγαλώνει) συνεχίζει στους ίδιους ρυθμούς.

Το 1974, ωστόσο, είναι η χρονιά που θα της ανοίξει την πόρτα για να περάσει στο μεγαλύτερο κεφάλαιο της ζωής της.

Η ανήσυχη φύση της, την οδηγεί στο ροκ συγκρότημα «Νοστράδαμος»! Μπορεί η Παγκράτη να μπήκε στην μπάντα στην τελευταία της φάση και λίγο πριν τη διάλυσή της μετά από ένα σκάνδαλο που είχε συγκλονίσει την ελληνική κοινωνία, αλλά αυτό μικρή σημασία είχε για την μετέπειτα πορεία της.

Στους «Νοστράδαμος» την ανακαλύπτει ο Γιάννης Δαλιανίδης και της προτείνει να συμμετάσχει σε μια δουλειά που ετοίμαζε. Η Ρένα δέχεται. Ο ρόλος που αναλαμβάνει είναι η χίπισσα Κάθριν. Η δουλειά του Δαλιανίδη είναι το θρυλικό «Λούνα Παρκ»…

Ο δρόμος για την καταξίωση είναι, πλέον, ορθάνοιχτος…

Η κορυφή, ο κινηματογράφος των ‘80s και η απαξίωση

Η δεκαετία του 1980 θα μπορούσε να χωριστεί στη μέση, αναφορικά με το πως εξελίχθηκε η καριέρα της Ρένας Παγκράτη. Το πρώτο μισό είναι η απόλυτη καταξίωση και η μεγάλη επιτυχία. Στο δεύτερο μισό εκείνης της δεκαετίας, ωστόσο, άρχισε και η απότομη πτώση που οδήγησε το άλλοτε χαμογελαστό κορίτσι στη μοναξιά.

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Μετά το «Λούνα Πάρκ» η Παγκράτη έζησε από μέσα, ως μια από τις πιο αναγνωρίσιμες σταρ, και την τρελή άνοδο της… βιντεοκασέτας.

Στο πλευρό του Στάθη Ψάλτη και του Σταμάτη Γαρδέλη, η Ρένα Παγκράτη γνωρίζει στιγμές δόξας. Το «Η μανούλα, το μανούλι και ο Παίδαρος» και «Βασικά καλησπέρα σας» το 1982, «Καμικάζι αγάπη μου» το 1983 και «Έλα να αγαπηθούμε ντάρλινγκ» το 1984, είναι οι πιο χαρακτηριστικές ταινίες της Ρένα Παγκράτη εκείνη την εποχή.

Απλώνει το πλούσιο ταλέντο της, χαρίζει στιγμές άφθονου γέλιου μπροστά και πίσω από τις κάμερες, αντιμετωπίζει τις δυσκολίες με χαμόγελο.

Και ξαφνικά όλα ανατρέπονται…

Η χρυσή εποχή της βιντεοκασέτας αρχίζει σταδιακά να σβήνει και τα πρώτα σύννεφα στην καριέρα της Ρένας Παγκράτη έχουν αρχίσει να κάνουν την εμφάνισή τους. Η τελευταία καταγεγραμμένη βιντεοταινία στην οποία έπαιξε η Παγκράτη, ήταν το 1989 με τίτλο «Η Μαντόνα από τη Δραπετσώνα».

Όσο περνούσαν τα χρόνια οι δουλειές για εκείνη λιγόστευαν επικίνδυνα. Για να σώσει ότι σώζεται από την καταρρέουσα καριέρα της η Παγκράτη αποφασίζει να κάνει στροφή προς το τραγούδι. Το 1992 κυκλοφορεί από τη δισκογραφική εταιρεία «Lyra», ο προσωπικός της δίσκος με τίτλο «Της αγάπης το παιχνίδι». Ο δίσκος αποτυγχάνει παταγωδώς σε επίπεδο πωλήσεων και η άλλοτε χαμογελαστή Ρένα, «βυθίζεται» ολοένα και περισσότερο στη θλίψη.

Το μοναχικό τέλος του χαμογελαστού κοριτσιού

Η ζωή της μακριά από το θέατρο, την τηλεόραση και τον κινηματογράφο ήταν αφόρητη. Ο μοναδικός ρόλος που πήρε τη δεκαετία του ’90 και πριν από την αυτοκτονία της, ήταν ένας ρόλος στη «Λάμψη» του Νίκου Φώσκολου. Μετά από αυτόν δεν της προτάθηκε ξανά τίποτα.

Κάθε μέρα που περνούσε η Ρένα Παγκράτη χανόταν όλο και περισσότερο στις μαύρες σκέψεις της. Τίποτα δεν μπορούσε να την κάνει να αισθανθεί καλύτερα. Ούτε οι προσπάθειες λίγων φίλων της να της βρουν δουλειά, ούτε βέβαια οι ψεύτικές υποσχέσεις για βοήθεια από γνωστά ονόματα του καλλιτεχνικού χώρου, που ποτέ δεν τηρήθηκαν.

Όλα οδηγούσαν, με μαθηματική ακρίβεια, στο τέλος. Όλοι έβλεπαν καθαρά πως δεν άντεξε την πτώση από την κορυφή αλλά κυρίως το ότι έμεινε μόνη της.

Στις 25 Ιουνίου του 1998 έγινε αυτό που φοβόντουσαν όλοι. Η Ρένα Παγκράτη, βρέθηκε νεκρή στο διαμέρισμά που έμενε, έχοντας καταναλώσει ένα θανατηφόρο κοκτέιλ ισχυρών φαρμάκων. Η αδερφή της, ήταν ο άνθρωπος που βρήκε το άψυχο κορμί της. Δίπλα υπήρχε ένα σημείωμα που εξηγούσε τη μοναξιά και τον πόνο που ένιωθε.

«Η Ρένα Παγκράτη είχε φτάσει στα 50, είχε μείνει άνεργη, είχαν πεθάνει οι γονείς της και είχε χάσει τον αγαπημένο της σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Δεν μπορούσε να ακολουθήσει και την εποχή της σωστά. Της λέγαμε όλοι ότι έχει ένα συγκεκριμένο στιλ που πρέπει να αλλάξει, δεν ήταν εύκολο. Πολλοί δεν μπόρεσαν να το κάνουν» είχε πει για εκείνη ο Μάκης Δελαπόρτας σε παλαιότερη συνέντευξή του και συνέχισε αποκαλύπτοντας άγνωστες πτυχές: «Είναι η πρώτη φορά που το λέω αυτό, με τη Ρένα Παγκράτη πήγαμε μαζί σε ένα κατάστημα καλλυντικών για να πιάσει δουλειά. Δεν έφταιξαν οι άνθρωποι, όμως δεν μπόρεσαν να συνειδητοποιήσουν πόσο ανάγκη μπορεί να είχε αυτή η κοπέλα για να βρει δουλειά. Δεν την πίστεψαν.

Ο Δαλιανίδης μου είπε τότε ότι θα της πληρώνει αυτός το ενοίκιο. Η Άννα Φόνσου μου είπε θα κοιτάξω να της βγει μια σύνταξη αναπηρική, όμως δεν μπορείς να βγάλεις σύνταξη σε έναν άνθρωπο που έχει ψυχολογικά. Έτσι αποφάσισε να δώσει τέλος στη ζωή της. Αισθάνθηκα πάρα πολύ άσχημα και δε βγήκα ποτέ να μιλήσω, ενώ ήξερα τα πάντα. Επίσης ένας μεγάλος πρωταγωνιστής της είχε υποσχεθεί πως θα την βοηθήσει, θα της πήγαινε λεφτά, δεν της τα πήγε ποτέ. Αυτό ίσως ήταν και η αφορμή που είπε “δεν μπορώ να περιμένω τίποτα από κανέναν. Τέλος”!»

Πηγή