Η αρνητική επίδραση του κορωνοϊού στην ελληνική οικονομία προεξοφλείται ήδη για το 2020 χωρίς πάντως να μπορεί να είναι κανείς συγκεκριμένος σχετικά με το ακριβές μέγεθος της οικονομικής συρρίκνωσης. Οι εκτιμήσεις ξεκινούν από το -3% και φτάνουν ακόμη και το -9%. Με τεχνικούς όρους, σε κάθε περίπτωση, για τα δύο πρώτα τρίμηνα του 2020, είναι βέβαιο ότι η ύφεση θα είναι παρούσα και θα είναι μεγάλη. Η ελπίδα είναι ότι ο οικονομικός κύκλος θα ακολουθήσει αντίστροφα τον κύκλο του ιού τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς. Ωστόσο, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά όσο φαίνονται. Η επαναφορά στην πρότερη κατάσταση δεν είναι καθόλου δεδομένη. Ακόμη κι αν κάποιος θεωρήσει ότι η παρούσα κατάσταση οφείλεται αποκλειστικώς σε ένα σοκ της προσφοράς, μια «ξαφνική διακοπή» της παραγωγικής διαδικασίας, αυτό δεν σημαίνει ότι όλα θα επανέλθουν όπως περίπου ήταν. Αυτό, καθώς ιδίως τα ελληνικά νοικοκυριά και οι μικρές επιχειρήσεις διαθέτουν περιορισμένη ρευστότητα και πιστωτική πρόσβαση με αποτέλεσμα είτε τη θανάσιμη υπερχρέωση είτε την πτώχευση. Παρά την προσπάθεια που γίνεται, ένας υπολογίσιμος αριθμός αδύναμων/μικρών επιχειρήσεων χωρίς πιστοληπτική ικανότητα, πιστωτική γραμμή και ρευστότητα πολύ δύσκολα θα επιβιώσει. Παράπλευρο αποτέλεσμα θα είναι η περαιτέρω συγκέντρωση της οικονομικής δύναμης. Γι’ αυτό και είναι πολύ κρίσιμο (πιο κρίσιμο από το 800άρι) να πετύχουμε υψηλούς και αποδοτικούς εγγυητικούς μηχανισμούς για τις επιχειρήσεις μαζί με επιλεκτικές μειώσεις φόρων στα ευρωπαϊκά επίπεδα (π.χ. στις τηλεπικοινωνίες, στην κλωστοϋφαντουργία κ.ά.), που μάλιστα θα ενισχύσουν υγιώς και το κύκλωμα δαπάνης.
Σε διεθνές επίπεδο, για τα νοικοκυριά, εκτιμήσεις (Bloomberg) ήδη αναφέρουν ότι το χρέος τους είναι σήμερα 12 τρισ. δολ. υψηλότερο από ό,τι στον απόηχο της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008 με ιδιαιτέρως επιβαρυμένες χώρες την Κίνα, την Αυστραλία, τη Ν. Ζηλανδία, τη Γαλλία, την Ελβετία. Η δαπάνη των νοικοκυριών αναμένεται να είναι χαμηλότερη την επόμενη μέρα και αυτό εξαρτάται από τον κύκλο του οικονομικού σοκ του κορωνοϊού (απώλεια θέσεων απασχόλησης και χαμηλότεροι μισθοί). Στην Αμερική 150 εκατ. ήδη μένουν στο σπίτι και αποστερούν από τις μικρές και ατομικές επιχειρήσεις ρευστό για να πληρωθούν οι προμηθευτές, οι φόροι, οι μισθοί, τα ενοίκια. Εξαρτάται όμως και από τη δραστική αλλαγή των συνηθειών δαπάνης των νοικοκυριών. Δεν είναι μόνο η περιρρέουσα αβεβαιότητα που μειώνει τη ροπή για κατανάλωση και (θα) διαρρέει όλο και περισσότερο εισόδημα στην αποταμίευση, ενισχύοντας την προϋπάρχουσα νόσο της «δομικής στασιμότητας» στη Δύση. Η παρούσα εμπειρία μάς οδηγεί σε πιο συντηρητικές καταναλωτικές συνήθειες, ενώ οι τεχνολογικές αλλαγές που έρχονται πριν από την ώρα τους στο προσκήνιο αναμένεται να έχουν και αυτές διαρκείς αρνητικές επιδράσεις στη ζήτηση. Η μείωση των ταξιδιών και των δαπανών μετακίνησης αναμένεται να περιορίσει δραστικά τα σημερινά επίπεδα κατανάλωσης 16 εκατ. βαρελιών για τις δραστηριότητες αυτές.
Η ζήτηση για χώρους γραφείων, ιδιωτικά και μαζικά μέσα μεταφοράς και όλες οι συναφείς δαπάνες θα περιοριστούν δραστικά.
Στην Ελλάδα, έχουμε στη συγκυρία αυτή την τύχη η παρουσία του ιού να είναι προς το παρόν σχετικά περιορισμένη, καθώς ο πληθυσμός που εργάζεται και κινείται κοινωνικά και οικονομικά αποτελεί μόνο το 1/3 του πληθυσμού της χώρας. Η ελπίδα είναι το σημερινό αυτό πλεονέκτημα σε σχέση με τη διάδοση του ιού να μην αποτελέσει καταστροφικό παράγοντα για την οικονομία στην περίπτωση που ο ιός θα είναι μαζί μας για πολλούς ακόμη μήνες. Σε μια τέτοια περίπτωση, το 2015 με τον πακτωλό των δισ. του ESM, θα μοιάζει παιδική χαρά.
* Ο κ. Θοδωρής Πελαγίδης είναι καθηγητής οικονομικής ανάλυσης στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς και NR senior fellow, Brookings Institution, US.