Μπορεί η κρίση να συρρίκνωσε το διαθέσιμο εισόδημα των Ελλήνων, αλλά δεν μπόρεσε να διαταράξει τη σχέση τους με την… ταβέρνα.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, οι Ελληνες διαθέτουν ένα σημαντικό μέρος του εισοδήματός τους για φαγητό και ποτό εκτός οικίας, που φτάνει το 12,4% των συνολικών δαπανών τους. Είναι δε το τέταρτο υψηλότερο ποσοστό μεταξύ των 28 κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Μόνο οι Ιρλανδοί (14,4%), οι Ισπανοί (13%) και οι Μαλτέζοι (12,6%) διαθέτουν μεγαλύτερο μέρος των συνολικών δαπανών τους για να φάνε και να πιουν σε εστιατόρια.

Στον αντίποδα, τις μικρότερες τέτοιες δαπάνες έχουν χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, όπως η Ρουμανία (1,9%), η Πολωνία (3%) και η Λιθουανία (3,4%), ενώ σχετικά χαμηλά βρίσκονται και οι πλουσιότεροι των Ευρωπαίων. Π.χ. οι Γερμανοί διαθέτουν σε εστιατόρια το 4,3% των συνολικών δαπανών τους, οι Δανοί το 5,3%, οι Γάλλοι το 5,9% και οι Σουηδοί το 6,1%.

Δύο επιπλέον στοιχεία δείχνουν πως ως λαός παραμένουμε πιστοί στην αρχή πως «η φτώχεια θέλει καλοπέραση». Πρώτον, η πραγματική ιδιωτική κατανάλωση σε μονάδες αγοραστικής δύναμης διαμορφώθηκε στην Ελλάδα στο 77% του μέσου κοινοτικού όρου από 76% το 2017. Με αυτή την επίδοση, η Ελλάδα κατατάσσεται στην 20ή θέση μεταξύ των «28», με χώρες μάλιστα της πρώην Ανατολικής Ευρώπης, που εισήλθαν στην Ευρωπαϊκή Ενωση τα τελευταία χρόνια και με πολύ πιο ασθενείς οικονομίες να βρίσκονται σε υψηλότερη θέση από την Ελλάδα (Λιθουανία, Τσεχία, Σλοβενία). Το 2008 η πραγματική ιδιωτική κατανάλωση στην Ελλάδα βρισκόταν σε επίπεδα 5% πάνω από τον μέσο κοινοτικό όρο και η χώρα τότε κατείχε τη 13η θέση μεταξύ των χωρών-μελών της Ε.Ε.

Δεύτερον, οι Ελληνες πρέπει να καλύψουν με το συρρικνωμένο λόγω κρίσης και φόρων διαθέσιμο εισόδημά τους την αγορά υπηρεσιών, οι οποίες στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες παρέχονται δωρεάν από το κράτος. Ετσι, τα ελληνικά νοικοκυριά δαπανούν κατά μέσον όρο το 7,5% του εισοδήματός τους για να καλύψουν ανάγκες υγείας, όταν το αντίστοιχο ποσοστό στη Γερμανία είναι 3,9%, στη Φινλανδία 3,6% και στο Ηνωμένο Βασίλειο 1,2%. Επίσης, οι ελληνικές οικογένειες δαπανούν κατά μέσον όρο το 3,2% του εισοδήματός τους για την κατά τα άλλα δωρεάν παιδεία, έναντι 0,2% στη Φινλανδία, 0,7% στη Γερμανία και 0,8% στην Ιταλία.

Συμπέρασμα. Οι Ελληνες παρά το γεγονός ότι έχουν λιγότερα χρήματα να καταναλώσουν και παρά το ότι είναι υποχρεωμένοι να διαθέσουν σημαντικό μέρος του εισοδήματός τους για βασικές ανάγκες όπως η Παιδεία και η Υγεία, κατορθώνουν να εξοικονομήσουν αρκετά για να πάνε στην ταβέρνα.

kathimerini.gr