H ελληνική κυβέρνηση έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο εφαρμόζοντας μια σειρά φοροελαφρύνσεων οι οποίες θα στηρίξουν την οικονομία και έχει ξεκινήσει ορισμένες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, ωστόσο χρειάζεται ακόμη να γίνουν περισσότερα, σημειώνει η Capital Economics κάνοντας έναν απολογισμό των πρώτων πέντε μηνών της νέας κυβέρνησης.

Οι βραχυπρόθεσμες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας είναι υποσχόμενες, με την επιχειρηματική δραστηριότητα και το οικονομικό κλίμα να έχουν επιταχυνθεί από τον Ιούλιο, όταν και ανέλαβε η νέα κυβέρνηση, υπογραμμίζει, σημειώνοντας πως η ισχυρότερη ανάπτυξη, σε συνδυασμό με τη βελτίωση των δημοσιονομικών μεγεθών, έχει προσελκύσει την προσοχή των επενδυτών.

Οταν ανέλαβε καθήκοντα ο Κυριάκος Μητσοτάκης, προσθέτει, υποσχέθηκε ότι θα προχωρήσει στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένων αρκετών ιδιωτικοποιήσεων, και να μειώσει τους φόρους. Σε ό,τι αφορά τις μεταρρυθμίσεις, η Capital Economics αναφέρει τη βελτίωση της είσπραξης των φόρων, την ελάφρυνση των φορολογικών βαρών, τη μείωση του χρηματοπιστωτικού ρίσκου, τη βελτίωση του δικαστικού συστήματος και την ενίσχυση των επενδύσεων οι οποίες, το β΄ τρίμηνο του 2019, παρέμεναν 60% χαμηλότερα από τα επίπεδα προ κρίσης.

Οπως επισημαίνει, αν και τα σχέδια της κυβέρνησης για βελτίωση της είσπραξης των φόρων δεν αναμένεται να αυξήσουν σημαντικά τα έσοδα, αποτελούν ενθαρρυντικό σημάδι. Σε ό,τι αφορά τις επενδύσεις, έχει καταβληθεί συντονισμένη προσπάθεια για την ενθάρρυνσή τους, με την πλήρη άρση των capital controls και την εισαγωγή κινήτρων μεταφοράς της φορολογικής κατοικίας (Non Dom) στην Ελλάδα για φυσικά πρόσωπα και επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο εξωτερικό. Παράλληλα, έχει σημειωθεί πρόοδος όσον αφορά τις ιδιωτικοποιήσεις, ενώ το σχέδιο «Ηρακλής» για τη μείωση των NPEs έχει τα χαρακτηριστικά μιας επιτυχημένης πολιτικής. Πέραν όμως των δεσμεύσεων της κυβέρνησης, σημειώνει η Capital Economics, η ελληνική οικονομία χρειάζεται περισσότερες μεταρρυθμίσεις. Για παράδειγμα, έχει σημειωθεί μικρή πρόοδος στον νόμο για την προστασία της πρώτης κατοικίας, ενώ αν και η κυβέρνηση έχει λάβει ορισμένα μέτρα για να βελτιώσει την ευελιξία της αγοράς εργασίας, ωστόσο δεν αντιμετωπίζουν τα βασικά ζητήματα της έλλειψης εξειδίκευσης και της χαμηλής παραγωγικότητας. Και η πρόοδος σε άλλους τομείς, όπως οι συντάξεις και η διεύρυνση της φορολογικής βάσης, είναι περιορισμένη. Επιπλέον, προσθέτει η Capital Economics, η δημοσιονομική στάση, αν και βιώσιμη βραχυπρόθεσμα, παραμένει μακροπρόθεσμα παράγων ανησυχίας.

«Η νέα κυβέρνηση έχει κάνει μια πολλά υποσχόμενη αρχή, αλλά η αποκατάσταση της ελληνικής οικονομίας θα είναι ένας μαραθώνιος και όχι ένα σπριντ», τονίζει προσθέτοντας πως εξακολουθεί να εκτιμά ότι το ελληνικό ΑΕΠ θα αυξηθεί μόνο κατά 1,5% ετησίως τα επόμενα χρόνια, ενώ ακόμα και με ανάπτυξη 2% ετησίως από το 2021 και μετά, θα χρειαστεί μία δεκαετία προτού η οικονομία επιστρέψει στα προ κρίσης επίπεδα.

kathimerini.gr