Εξι τομείς που συγκεντρώνουν τον μεγαλύτερο ενδιαφέρον για συνεργασία με τη Βόρεια Μακεδονία σύμφωνα με τον «οδηγό επιχειρείν 2019», εξέδωσε το γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της πρεσβείας της Ελλάδας στα Σκόπια.

Αυτοί είναι οι εξής:

– Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας

– Λατομείων, ορυχείων, μεταλλείων και μεταλλοβιομηχανιών

– Κλάδος Κατασκευών και Δομικών υλικών

– Υποδομών – εκσυγχρονισμός και βελτίωση μεταφορικών υποδομών

– Αγροτικός τομέας και τρόφιμα

– Τομέας τουρισμού ειδικότερα μεταφοράς τεχνογνωσίας στον τομέα του τουρισμού, κυρίως του ιαματικού και εκμετάλλευσης των φυσικών θερμών πηγών της χώρας

Αναλυτικότερα όπως αναφέρεται στο ενημερωτικό έγγραφο:

Κλάδος Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας

Η κυβέρνηση της Βόρειας Μακεδονίας έχει θέσει ως στόχους της ενεργειακής της πολιτικής την αύξηση της εγχώριας παραγωγής ενέργειας, μέσω της προσέλκυσης επενδύσεων σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) και ειδικότερα σε φωτοβολταϊκά, τη μείωση της εξάρτησης από τις εισαγωγές ενέργειας και την ενίσχυση της διασυνδεσιμότητας στους τομείς του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας.

Παράλληλα, όπως διαπιστώνεται και από την ετήσια Έκθεση (Οκτώβριος 2018) της Γραμματείας της Ενεργειακής Κοινότητας (ΕΚ), η Βόρεια Μακεδονία μετά από μία μακρά περίοδο στασιμότητας έχει αρχίσει να θέτει εκ νέου σε κίνηση τη μεταρρυθμιστική διαδικασία στον ενεργειακό τομέα, κυρίως μέσω του νέου ενεργειακού νόμου (σε ισχύ από το Μάιο του 2018), ο οποίος ενσωματώνει στην εθνική νομοθεσία την τρίτη δέσμη μέτρων της ΕΕ για την απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας.

Ειδικότερα, ως προς την υιοθέτηση και εφαρμογή του κεκτημένου της Ενεργειακής Κοινότητας (ΕΚ) στον τομέα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), σύμφωνα πάντα με την τελευταία Έκθεση της Γραμματείας της ΕΚ (Οκτώβριος 2018), όλα τα συμβαλλόμενα μέρη της ενεργειακής κοινότητας έχουν σημειώσει πρόοδο στη μεταρρύθμιση των ενεργειακών τους τομέων (η μέση βαθμολογία υλοποίησης είναι περίπου 43%), αλλά απαιτούνται αναβαθμισμένες προσπάθειες. Από πλευράς κατάταξης βάσει επιδόσεων εφαρμογής, η Βόρεια Μακεδονία καταλαμβάνει την τρίτη (3η) θέση, μετά το Μαυροβούνιο και τη Σερβία, οι οποίες παραμένουν πρωτοπόρες ως προς την εφαρμογή του κεκτημένου της Ενεργειακής Κοινότητας.

Η συνολικά εγκατεστημένη δυναμικότητα των μονάδων ΑΠΕ στη Βόρεια Μακεδονία (εξαιρουμένων των μεγάλων υδροηλεκτρικών) ανήλθε, το 2018, σε 133 MW (στοιχεία Ρυθμιστικής Επιτροπής Ενέργειας). Το συντριπτικά μεγαλύτερο μερίδιο καταλαμβάνουν οι μικρές υδροηλεκτρικές μονάδες (72,5 MW), ενώ έπονται η αιολική ενέργεια (36,8 MW), η ηλιακή ενέργεια (16,7 MW) και το βιοαέριο (7 MW).

Κλάδος Μεταλλουργίας, ορυχείων, λατομείων και μεταλλοβιομηχανιών

Ο κλάδος της μεταλλουργίας, ο οποίος είναι ο σπουδαιότερος της χώρας, συμβάλλει, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία, με ποσοστό 5,73% στη διαμόρφωση του ΑΕΠ και εμμέσως, με 33,53%. Το 2018, συμμετείχε με ποσοστό 12% στις εξαγωγές της Βόρειας Μακεδονίας, ενώ οι εξαγωγές βασικών μετάλλων αυξήθηκαν κατά 20% σε σχέση με το 2017, ανερχόμενες σε 579 εκατ. ευρώ.

Μετά από μία περίοδο μείωσης των παραγγελιών και της παραγωγής (2012-2013), η μεταλλουργία ανέκαμψε και σύμφωνα με τα διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία, η παραγωγή βασικών μετάλλων αυξήθηκε, το 2018, κατά 6,7% έναντι της προηγούμενης χρονιάς.

Σύμφωνα με τις εδώ αρμόδιες υπηρεσίες, το 2016, τα ορυχεία και λατομεία αντιστοιχούσαν στο 1,2% του ΑΕΠ. Το 2018 υπήρχαν συνολικά 354 παραχωρήσεις για την εκμετάλλευση των ορυκτών πόρων, εκ των οποίων: 14 για τους μεταλλικούς ορυκτούς πόρους, 6 για άνθρακα, 5 για γύψο, 40 για διακοσμητικές πέτρες (μάρμαρο, γρανίτη, τραβερτίνη και όνυχα), 24 για το νερό, και 265 για άλλους μη μεταλλικούς ορυκτούς πόρους. Την ίδια χρονιά υπήρχαν 23 ενεργές λεπτομερείς παραχωρήσεις γεωλογικής έρευνας (6 για μεταλλικά ορυκτά, 4 για άνθρακα και 13 για μη μεταλλικά ορυκτά και νερό). Μέχρι στιγμής, η Κυβέρνηση έχει αναθέσει τρεις παραχωρήσεις για μελλοντικές γεωλογικές έρευνες, μία νέα κατηγορία παραχωρήσεων που δημιουργήθηκε το 2013, προκειμένου να επιτρέψει την εκπόνηση προκαταρκτικών ερευνών σε πεπερασμένες και ακόμη μη καταγεγραμμένες γεωγραφικές περιοχές (5.000 τ.χιλ. maximum) σε σύγκριση με λεπτομερείς γεωλογικές ερευνητικές παραχωρήσεις. Από τις 354 παραχωρήσεις που σήμερα εκμεταλλεύονται, περίπου το 13% είναι από αλλοδαπές εταιρείες. Και οι τρεις υποψήφιες παραχωρήσεις γεωλογικής έρευνας διεξάγονται από ξένες εταιρείες.

Σε ό,τι αφορά στις προοπτικές που διανοίγονται για άλλες ελληνικές επιχειρήσεις, όπως αναφέρουν οι ήδη δραστηριοποιούμενες εταιρείες του κλάδου, η χώρα διαθέτει μια καλή εκπαιδευτική βάση, έχει καλά πανεπιστήμια, που σημαίνει ότι μπορεί να παράξει ακόμα και καινοτομία σε διάφορους τομείς. Θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν νέες επενδύσεις, προκειμένου να δημιουργηθούν δυνατότητες επιστροφής των νέων που έχουν “εγκαταλείψει” την χώρα (brain drain) εξασφαλίζοντας ευκαιρίες καριέρας σε μια σειρά τομέων της οικονομίας.

Κλάδος κατασκευών και δομικών υλικών

Ο συγκεκριμένος τομέας είναι από τους παραδοσιακά σημαντικούς κλάδους της οικονομίας της Βόρειας Μακεδονίας, ο οποίος μετά από μία περίοδο κρίσης (λόγω κυρίως της προσωρινής διακοπής ορισμένων δημοσίων έργων, προκειμένου η κυβέρνηση να αναδιαπραγματευτεί όρους και χρονοδιαγράμματα υλοποίησής τους) φαίνεται σταδιακά να ανακάμπτει. Παρά ταύτα, το 2018, το μερίδιό του εν λόγο κλάδου στη διαμόρφωση του ΑΕΠ της χώρας περιορίσθηκε στο 6,0% από 6,3%, το 2017 και 6,9%, το 2016

Η οικοδομική οικιστική δραστηριότητα συνέχισε να κινείται πτωτικά και το 2018, γεγονός που οφείλεται στο ότι κατά τα προηγούμενα χρόνια παρατηρήθηκε έκρηξη της οικοδομικής δραστηριότητας στη χώρα, ειδικά στην πρωτεύουσα, με αποτέλεσμα η προσφορά να υπερκαλύπτει πλέον τη ζήτηση στην αγορά ακινήτων.

Συγκεκριμένα, το 2018, εκδόθηκαν συνολικά 2.800 οικοδομικές άδειες, από 3.390, το 2017, ενώ η προβλεπόμενη αξία των κατασκευών μειώθηκε κατά 1,7% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Από τις 2.800 νέες οικοδομικές άδειες, οι 1.589 (από 2.132 το 2017) αφορούσαν σε οικοδομές, οι 442 (από 372 413 το 2017) σε έργα υποδομών και οι 769 (από 886 το 2017) σε ανακατασκευή κτιρίων. Συνολικά, 1.717 (από 2.308 το 2017) νέες άδειες εκδόθηκαν σε φυσικά πρόσωπα και 1.083 (από 1.082 το 2017) σε εταιρικά σχήματα.

Κλάδος Υποδομών και Μεταφορών

Η κυβέρνηση της Βόρειας Μακεδονίας έχει κατ’ επανάληψη τονίσει τη σημασία που αποδίδει στην υλοποίηση έργων που αφορούν γενικά στις υποδομές και κυρίως, στις υποδομές μεταφορών της χώρας. Στο πλαίσιο αυτό, η κύρια έμφαση έχει δοθεί στην ολοκλήρωση της κατασκευής ή στην ανακατασκευή των δύο μεγάλων οδικών αξόνων που διασχίζουν τη χώρα, των Διαδρόμων VIII και X, καθώς και των σιδηροδρομικών γραμμών κατά μήκος αυτών.

Η σημασία των οδικών υποδομών για τη Βόρεια Μακεδονία γίνεται αντιληπτή εάν ληφθεί υπ’ όψιν ότι το 85% των επιβατών και το 91% των εξαγόμενων ή διεθνώς μεταφερομένων εμπορευμάτων μεταφέρονται οδικώς.

Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας της Βόρειας Μακεδονίας, το 2018, μετακινήθηκαν, μέσω του οδικού δικτύου της χώρας, 8.516.000 άτομα. Ο όγκος των αγαθών που μετακινήθηκαν, το 2018, ήταν 69.139.000 τόνοι. Το οδικό δίκτυο της Βόρειας Μακεδονίας έχει συνολικό μήκος 14.559 χιλιόμετρα και περιλαμβάνει 902 χλμ. εθνικών οδών (εκ των οποίων 287 χλμ. αυτοκινητόδρομοι), 3.779 χλμ. περιφερειακών δρόμων και 9.878 χλμ. τοπικών οδών (στοιχεία Στατιστικής Υπηρεσίας Βόρειας Μακεδονίας). Όσον αφορά στην εξέλιξη των έργων οδικών υποδομών σημειώνονται τα ακόλουθα:

Για την αναβάθμιση της οδικής σύνδεσης Βόρειας Μακεδονίας – Κοσόβου, ως προς το σκέλος Σκοπίων – Blace, σε πρώτη φάση, θα ανακατασκευασθεί ο υφιστάμενος δρόμος, έργο το οποίο υπολογίζεται ότι θα κοστίσει 4 εκατ. ευρώ. Εν συνεχεία, θα κατασκευαστεί ο αυτοκινητόδρομος, για τον οποίον, σύμφωνα με τον Υπουργό Μεταφορών και Επικοινωνιών, κ. G. Sugareski έχουν ήδη διενεργηθεί οι μελέτες εφικτότητας και περιβαλλοντικών επιπτώσεων, καθώς και ορισμένες γεωτεχνικές έρευνες. Προκειμένου να επισπευσθεί η κατασκευή του αυτοκινητοδρόμου, αποφασίστηκε σε διυπουργική σύσκεψη η ολοκλήρωση των απαραίτητων ενεργειών για την αξιοποίηση της χρηματοδότησης ύψους 1,3 εκατ. ευρώ που εξασφαλίσθηκε από το Επενδυτικό Πλαίσιο Δυτικών Βαλκανίων, για την κατάρτιση των μελετών σχεδιασμού του αυτοκινητοδρόμου.

Σημειώνεται ότι, η δημόσια εταιρεία αυτοκινητοδρόμων της Βόρειας Μακεδονίας, ‘PESR’ επαναπροκήρυξε τον διαγωνισμό για την πρώτη φάση του έργου κατασκευής του αυτοκινητοδρόμου Σκοπίων – Blace, που είχε δημοσιεύσει αρχικώς στις 25 Ιουλίου τ.έ., με προθεσμία υποβολής προσφορών την 4η Σεπτεμβρίου 2019, καθώς κηρύχθηκε άγονος (υπεβλήθη μία μόνο προσφορά εκτός προϋπολογισμού έργου).

Η περιγραφή του πρώτου σκέλους του έργου, μήκους 2 χλμ., το οποίο χρηματοδοτείται απ’ ευθείας από την ‘PESR’, περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, την διαπλάτυνση του υφιστάμενου δρόμου από τα σύνορα με το Κόσσοβο έως το χωριό Blace και την κατασκευή τμήματος του αυτοκινητοδρόμου με κόμβο που θα τον συνδέει με το τοπικό οδικό δίκτυο στην περιοχή του Blace. Ως προθεσμία για την υποβολή της αίτησης και των απαραίτητων συνοδευτικών εγγράφων έχει οριστεί η 29η Νοεμβρίου 2019 (τοπική ώρα 11:00).

Η κυβέρνηση της Βόρειας Μακεδονίας εξασφάλισε δάνειο ύψους 28 εκατ. ευρώ από την EBRD για τη χρηματοδότηση της κατασκευής νέου δρόμου ταχείας κυκλοφορίας (μήκους 23,5 χλμ.) μεταξύ των πόλεων Štip και Radoviš, έργο το οποίο αναμένεται να συμβάλει στην ασφαλέστερη και ταχύτερη μεταφορά επιβατών και εμπορευμάτων προς τα σύνορα με τη Βουλγαρία.

Όσον αφορά στις σιδηροδρομικές υποδομές, το σιδηροδρομικό δίκτυο της Βόρειας Μακεδονίας εκτείνεται σε περίπου 700 χιλιόμετρα και αποτελεί τον δεύτερο σημαντικότερο τρόπο μεταφοράς. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας της Βόρειας Μακεδονίας, το 2018, μετακινήθηκαν συνολικά, μέσω σιδηροδρόμων, 540.066 επιβάτες, εκ των οποίων μόλις 5.802 για διεθνείς μεταφορές. Όσον αφορά στις εμπορευματικές μεταφορές, ο όγκος των αγαθών που μεταφέρθηκε μέσω σιδηροδρόμων στη Βόρεια Μακεδονία, ανέρχεται σε 1.678.992 τόνοι, εκ των οποίων το μεγαλύτερο μέρος (935.086 τόνοι) για διεθνείς μεταφορές.

Η Βόρεια Μακεδονία υπέγραψε, την 1η Αυγούστου του 2017, Μνημόνιο Κατανόησης με τη Βουλγαρία για τις σιδηροδρομικές μεταφορές, με το οποίο οι δύο πλευρές συμφώνησαν να ολοκληρώσουν την κατασκευή των σιδηροδρομικών υποδομών τους μέχρι τα μεταξύ τους σύνορα. Στην πλευρά της Βόρειας Μακεδονία, ο σιδηρόδρομος που θα συνδέσει τις δυο γειτονικές χώρες θα είναι μήκους 89 χλμ.

Η ολοκλήρωση του τμήματος Kumanovo – Beljakovce (πρώτου τμήματος) της υπό κατασκευή σιδηροδρομικής σύνδεσης Βόρεια Μακεδονία – Βουλγαρίας έλαβε αναβολή ενάμισι έτους, με τη νέα προθεσμία να τοποθετείται χρονικά στα τέλη του 2019. Σύμφωνα με τον Διευθυντή της δημόσιας εταιρείας σιδηροδρομικών υποδομών της Βόρειας Μακεδονίας, κ. I. Asani, η καθυστέρηση οφείλεται σε προβλήματα που σχετίζονται με τη διενέργεια των απαραίτητων απαλλοτριώσεων και με την εξασφάλιση των προβλεπόμενων αδειών. Το συνολικό μήκος του συγκεκριμένου τμήματος είναι 31 χλμ., εκ των οποίων μέχρι στιγμής έχουν ολοκληρωθεί μόνον οχτώ. Το προϋπολογιζόμενο κόστος του έργου ανέρχεται σε 45 εκατ. ευρώ. Ωστόσο, η αναβολή της προθεσμίας ολοκλήρωσής του ενδέχεται να οδηγήσει σε αύξηση του ποσού αυτού. Όσον αφορά στο δεύτερο τμήμα της σιδηροδρομικής σύνδεσης Βόρειας Μακεδονίας – Βουλγαρίας, Beljakovce – Kriva Palanka, προσφάτως προκηρύχθηκε νέος διαγωνισμός, καθώς ο προηγούμενος κηρύχθηκε άκυρος. Το συνολικό μήκος του εν λόγω τμήματος είναι 34 χλμ. και οι εργασίες αναμένεται να ξεκινήσουν σε ένα χρόνο και να ολοκληρωθούν το 2021. Το κόστος κατασκευής του έργου, το οποίο υπολογίζεται σε 145 εκατ. ευρώ, αναμένεται να καλυφθεί από κονδύλια ΕΕ ύψους 68,6 εκατ. ευρώ και δάνειο από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (ΕBRD).

Ο διαγωνισμός για το τρίτο και δυσκολότερο τμήμα του έργου, Kriva Palanka – Deve Bair (σύνορα με Βουλγαρία), σχεδιάζεται, σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις του υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών της Βόρειας Μακεδονίας, G. Sugareski, να προκηρυχθεί.

Το συνολικό μήκος του συγκεκριμένου τμήματος είναι μικρότερο από τα άλλα δύο (24 χλμ.), αλλά το εκτιμώμενο κόστος του ανέρχεται στα 350 – 400 εκατ. ευρώ, λόγω των τεχνικών δυσκολιών που προκύπτουν από τη μορφολογία του εδάφους. Η Κυβέρνηση της Βόρειας Μακεδονίας έχει εξασφαλίσει, μέχρι στιγμής, χρηματοδότηση ύψους 60 εκατ. ευρώ από κονδύλια ΙΡΑ και σχεδιάζει να διεκδικήσει επιπλέον χρηματοδότηση, προκειμένου να καλύψει το υψηλό κόστος του έργου.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Ελλάδα παρουσιάζει η σιδηροδρομική σύνδεση Μοναστηρίου – Kremenica, η οποία ολοκληρώθηκε στα τέλη του 2018 (τον Απρίλιο 2019 πραγματοποιήθηκε δοκιμή λειτουργίας της). Η εν λόγω σιδηροδρομική γραμμή σχεδιάζεται να συνδέεται με το ελληνικό σιδηροδρομικό δίκτυο στον σταθμό Μεσονησίου και να καταλήγει στη Φλώρινα (διακλάδωση Χd του Πανευρωπαίκού Διαδρόμου Χ). Το έργο, συνολικού κόστους 22,5 εκατ. ευρώ, περιελάμβανε εκτός από την ανακατασκευή της ίδιας της γραμμής μήκους 17 χλμ. και έργα ανακατασκευής μικρών γεφυρών και σημείων διασταύρωσης της γραμμής με το οδικό δίκτυο, νέας σήμανσης, καθώς και εισαγωγής νέων τηλεπικοινωνιακών συστημάτων.

Οι αερομεταφορές στη Βόρεια Μακεδονία είναι κυρίως επιβατικές. Αεροπορικώς μετακινούνται περισσότερο από δύο εκατομμύρια επιβάτες σε ετήσια βάση.

Ειδικότερα, η επιβατική κίνηση στα αεροδρόμια Σκοπίων και Αχρίδας της Βόρειας Μακεδονίας κατέγραψε, το 2018, αύξηση της τάξης του 15,7% σε σχέση με το 2017 (ανερχόμενη σε 2.344.558 επιβάτες), σύμφωνα με τη Στατιστική Υπηρεσία της χώρας.

Επισημαίνεται ότι όσον αφορά στον κλάδο των υποδομών και μεταφορών, όπως προκύπτει και από εκτιμήσεις της εδώ επιχειρηματικής κοινότητας, ο λιμένας Θεσσαλονίκης και ο Διάδρομος Χ αποτελούν την πλέον συμφέρουσα και ασφαλή επιλογή για το εμπόριο και την οικονομία της Βόρειας Μακεδονίας. Γι’ αυτό το λόγο, έχει ιδιαίτερη σημασία για τη χώρα να διασφαλιστεί η συνεχής και απρόσκοπτη πρόσβαση στη Θεσσαλονίκη και να καταστεί πλήρως λειτουργικός ο Διάδρομος Χ.

Προς την κατεύθυνση αυτή, ο Οργανισμός Λιμένος Θεσσαλονίκης (ΟΛΘ Α.Ε.), σχεδιάζει τη δημιουργία ενός εμπορευματικού τερματικού σταθμού στα Σκόπια (‘dry port’), που θα μπορούσε να εξυπηρετεί και άλλες περιοχές στα Δυτικά Βαλκάνια. Ουσιαστικά πρόκειται για τη δημιουργία ένας τερματικού σταθμού συνδυασμένων μεταφορών, ο οποίος θα συνδέεται άμεσα, μέσω του οδικού ή σιδηροδρομικού δικτυού, με το λιμάνι και θα αποτελεί ουσιαστικά κέντρο θαλάσσιας μεταφοράς εμπορευμάτων προς και από χερσαίους προορισμούς.

Εκτός από το ρόλο τους στη μεταφόρτωση φορτίων, τo “dry port” θα μπορούσε να περιλαμβάνει επίσης εγκαταστάσεις αποθήκευσης και ενοποίησης αγαθών, οδικές ή σιδηροδρομικές μεταφορές εμπορευμάτων και υπηρεσίες εκτελωνισμού. Η δημιουργία τέτοιων εγκαταστάσεων στα Σκόπια θα συνέβαλε στην αντιμετώπιση προβλημάτων αποθήκευσης στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης και θα διευκόλυνε τη ροή φορτίων μεταξύ πλοίων και μεγάλων δικτύων χερσαίων μεταφορών, δημιουργώντας ένα πιο κεντρικό σημείο διανομής. Επιπρόσθετα, θα βελτίωνε την κυκλοφορία των εισαγωγών και των εξαγωγών και την χρονοβόρα διαλογή και επεξεργασία εμπορευματοκιβωτίων, μειώνοντας την συμφόρηση του λιμένα στη Θεσσαλονίκη.

Επίσης, η έγκριση από την Κυβέρνηση της Βόρειας Μακεδονίας της λειτουργίας του αγωγού πετρελαιοειδών Θεσσαλονίκης – Σκοπίων για τη μεταφορά diesel, πάγιο αίτημα της εταιρείας ΟΚΤΑ (Όμιλος ΕΛ.ΠΕ.), εκτός του ότι θα συνέβαλε σημαντικά στην ενίσχυση της ασφάλειας ενεργειακού εφοδιασμού της χώρας, θα βοηθούσε, επιπλέον, στην αποσυμφόρηση της συνοριακής διόδου Ευζώνων – Bogorodica και του οδικού δικτύου, προς γενικότερο όφελος των εμπορικών ροών.

Αγροτικός τομέας και κλάδος τροφίμων

Η γεωργία παραμένει σημαντική δραστηριότητα για την οικονομία της Βόρειας Μακεδονίας, μολονότι το μερίδιο της (συμπεριλαμβανομένης της δασοκομίας και της αλιείας) στη συνολική απασχόληση μειώθηκε τα τελευταία χρόνια, όπως και το μερίδιό της στο ΑΕΠ. Το 2018, ο τομέας αντιπροσώπευε το 8,4% του ΑΕΠ και το 15,7% της απασχόλησης.

Η συμβολή της γεωργίας στην οικονομία είναι ακόμη υψηλότερη σε συνδυασμό με τη βιομηχανία μεταποίησης γεωργικών προϊόντων (συμπεριλαμβανομένων των ποτών και του καπνού), η οποία αντιπροσωπεύει επιπλέον 3% του ΑΕΠ και 2% έως 3% της απασχόλησης, ανάλογα με το έτος.

Δεδομένου ότι το μεγαλύτερο μέρος της επικράτειας της Βόρειας Μακεδονίας είναι λοφώδες και / ή ορεινό, με μέσο ύψος 850 μέτρων πάνω από τη στάθμη της θάλασσας, ένα σημαντικό τμήμα της γης είναι αφιερωμένο στις αγρο-ποιμαντικές και δασοκομικές δραστηριότητες. Η εντατική γεωργία συγκεντρώνεται στις δέκα κύριες κοιλάδες της χώρας.

Ως προς τις γεωργικές εκτάσεις, την παραγωγή και απόδοσή τους τα τελευταία χρόνια, σύμφωνα με στοιχεία της εδώ Κρατικής Στατιστικής Υπηρεσίας, η συνολική έκταση γης για την παραγωγή σιτηρών και ο όγκος αυτής της παραγωγής μειώθηκε την περίοδο από το 2010 έως το 2017. Πιο συγκεκριμένα, η έκταση για την παραγωγή σιταριού μειώθηκε, ενώ αυξήθηκε η έκταση για την παραγωγή αραβοσίτου.

Ως προς τον καπνό, ο οποίος αποτελεί σημαντικό τοπικό προϊόν, σημειώθηκε επίσης περιορισμός των περιοχών παραγωγής, κατά την ίδια περίοδο. Αντίθετα, η καλλιεργήσιμη γη καθώς και η παραγωγή ζωοτροφών και λαχανικών, αυξήθηκαν σημαντικά. Η παραγωγή σταφυλιών και φρούτων αυξήθηκε επίσης σημαντικά, με εξαίρεση ορισμένες χρονιές, όπου οι ακραίες καιρικές συνθήκες προκάλεσαν ζημίες στην παραγωγή (πχ των σταφυλιών το 2017 και των φρούτων το 2016 και το 2017). Τα προϊόντα κτηνοτροφίας παρουσίασαν παρόμοια εξέλιξη, καθώς ο συνολικός αριθμός των βοοειδών μειώθηκε και ο αριθμός των γαλακτοφόρων αγελάδων και των χοίρων αυξήθηκε.

Η αξία της παραγωγής αυξήθηκε μεταξύ 2012 και 2016 σε πολλές κατηγορίες γεωργικών προϊόντων. Η πλειοψηφία των εκμεταλλεύσεων είναι μικρές οικογενειακές εκμεταλλεύσεις, με μέσο μέγεθος 1,85 εκτάρια σύμφωνα με στοιχεία του 2015. Υπάρχει μεγάλος αριθμός μικρών, κατακερματισμένων γεωργικών εκμεταλλεύσεων. Σημειώνεται επιπλέον ότι αρκετές αγροτικές και κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις και εγκαταστάσεις επεξεργασίας τροφίμων δεν πληρούν ακόμη τα σχετικά πρότυπα της ΕΕ.

Ο τομέας αντιμετωπίζει επίσης πολλές άλλες προκλήσεις, όπως η γήρανση, το φθίνον και σχετικά ανειδίκευτο εργατικό δυναμικό, η χαμηλή χρήση γεωργικών μηχανημάτων, η έλλειψη εμπορικής χρηματοδότησης και επενδύσεων, η έλλειψη συνεταιρισμών και συλλογικών δομών και το χαμηλό επίπεδο καινοτομίας και τεχνολογίας λόγω υψηλού κόστους έρευνας και περιορισμένων ευκαιριών στην αγορά. Η εθνική γεωργική στρατηγική και το πρόγραμμα προενταξιακής βοήθειας της ΕΕ για την αγροτική ανάπτυξη (IPARD) στοχεύουν στην αντιμετώπιση αυτών των εμποδίων.

Η Βόρεια Μακεδονία παρουσιάζει διαρθρωτικό και αυξανόμενο εμπορικό έλλειμμα για τα αγροδιατροφικά προϊόντα. Το μερίδιο των εξαγωγών γεωργικών προϊόντων διατροφής στις συνολικές εξαγωγές μειώθηκε σημαντικά, ενώ το μερίδιο των εισαγωγών γεωργικών προϊόντων διατροφής στις συνολικές εισαγωγές μειώθηκε επίσης, αλλά με βραδύτερο ρυθμό.

Το 2018, το κύριο γεωργικό προϊόν που εξήγαγε η Βόρεια Μακεδονία ήταν ο καπνός (23,7%, κυρίως ακατέργαστος), τα παρασκευάσματα δημητριακών, το αλεύρι, το άμυλο ή το γάλα (12,8%, εκ των οποίων ψωμί, ζαχαροπλαστική, μπισκότα και άλλα αρτοσκευάσματα 11,3%), τα ποτά (12,3%), τα βρώσιμα λαχανικά και ορισμένες ρίζες και κόνδυλοι (10,3%) και τα παρασκευάσματα λαχανικών, φρούτων, ξηρών καρπών ή άλλων μερών φυτών (9,2%). Τα σχετικά μερίδια αυτών των προϊόντων στις συνολικές εξαγωγές γεωργικών προϊόντων αυξήθηκαν σε σχέση με το 2010, εκτός από τα εδώδιμα λαχανικά.

Τα βασικά προϊόντα εισαγωγής το 2018 ήταν το κρέας (14,6%, εκ των οποίων τα πουλερικά 6,0% και το χοιρινό 3,8%), διάφορα βρώσιμα παρασκευάσματα (9,7%), γαλακτοκομικά προϊόντα (7,0%), ζωικά ή φυτικά λίπη και έλαια και τα προϊόντα τους (6,6%, και παρασκευάσματα δημητριακών, αλεύρων, αμύλου ή γάλακτος (6.7%).

Οι κύριες αγορές γεωργικών προϊόντων και προϊόντων διατροφής είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι γειτονικές χώρες των Δυτικών Βαλκανίων.

Η Βόρεια Μακεδονία αποτελεί για την Ελλάδα, μια μικρή αλλά ενδιαφέρουσα αγορά για την εξαγωγή γεωργικών μηχανημάτων, για τη δημιουργία μεικτών επιχειρήσεων (πχ στον τομέας παραγωγής ζωοτροφών και πρώτων υλών για ζωοτροφές), καθώς για την μεταφορά τεχνογνωσίας και εκπαίδευση αγροτών σε στοχευμένα είδη καλλιεργειών με σκοπό τη συμπληρωματικότητα των αγροτικών παραγωγών που είναι σε ανεπάρκεια στη χώρα μας.

Κλάδος Τουρισμού

Ο κλάδος του τουρισμού εξακολουθεί να αποτελεί σχετικά μικρή οικονομική δραστηριότητα στη Βόρεια Μακεδονία, όσον αφορά στη συμβολή του στο ΑΕΠ, αλλά αναπτύχθηκε τα τελευταία χρόνια ως προς τις αφίξεις και τα ακαθάριστα κέρδη από ξένα νομίσματα.

Υπάρχουν πάνω από 1.000 χώροι εστίασης (φαγητού και ποτού) στη χώρα, αλλά δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για την απασχόληση ή τον κύκλο εργασιών τους. Επίσης, υπάρχουν 624 ταξιδιωτικοί πράκτορες και ταξιδιωτικά γραφεία που δραστηριοποιήθηκαν στη χώρα το 2018, απασχολώντας συνολικά 1.500 άτομα και 867 ξεναγούς.

Οι δραστηριότητες προώθησης του τουρισμού χρηματοδοτούνται από έναν τουριστικό φόρο ύψους 40 δηναρίων (0,7 ευρώ) ανά διανυκτέρευση, από τον οποίο το 80% παραμένει στον Δήμο που έχει την ευθύνη συλλογής του.

Το 2017, ο τομέας του τουρισμού αντιπροσώπευε περίπου το 3,8% της συνολικής απασχόλησης, περισσότερο από το διπλάσιο του μεριδίου του στο ΑΕΠ. Το 2018 υπήρχαν 255 ξενοδοχεία στη Βόρεια Μακεδονία, απασχολώντας 8.150 άτομα. Ο τομέας των ξενοδοχείων βρίσετε σε επέκταση, συμπεριλαμβανομένου του τομέα πολυτελούς διαμονής, γεγονός που τεκμηριώνεται και από την συνεχή αύξηση του αριθμού διανυκτερεύσεων, τόσο εγχώριας όσο και διεθνούς προέλευσης.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας της Βόρειας Μακεδονίας, ο αριθμός των διελεύσεων κατοίκων Βόρειας Μακεδονίας από τα σύνορα με την Ελλάδα ανήλθε, το 2018, σε 1.071.645, καταγράφοντας μικρή μείωση της τάξης του 0,1% σε σχέση με το 2017 (1.072.882), μετά από διετή συνεχή αξιόλογη αύξηση.

Οι πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας επισκέπτονται τη χώρα μας τόσο τα σαββατοκύριακα ή τα εορταστικά τριήμερα, όσο και το καλοκαίρι, για μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα. Ο κύριος προορισμός τους είναι οι ακτές της Βορείου Ελλάδος (Χαλκιδική και Πιερία). Εντούτοις, τα τελευταία χρόνια επιλέγουν ολοένα και περισσότερο και άλλες περιοχές της Ελλάδος, συμπεριλαμβανομένων των νησιών.

Σημαντικά, κυρίως για την αγορά της Θεσσαλονίκης, είναι τα μονοήμερα ή ολιγοήμερα ταξίδια των κατοίκων της Βόρειας Μακεδονίας για ψώνια. Οι αγορές αυτές αποτελούν έμμεσες εξαγωγές για τη χώρα μας και ασφαλώς, συντελούν στην τόνωση της εγχώριας οικονομίας.

Η Εθνική Στρατηγική για την Ανάπτυξη του Τουρισμού 2018-23 της Βορείου Μακεδονίας στοχεύει, μεταξύ άλλων, στην ανάπτυξη του τουρισμού πέρα από τους δύο κύριους προορισμούς των Σκοπίων και της Λίμνης Αχρίδας, ιδίως στα ορεινά θέρετρα του δυτικού τμήματος της χώρας, τις ιαματικές πηγές / τον τουρισμό υγείας και τις αμπελουργικές εκτάσεις.

Σε συνεργασία με τουριστικούς πράκτορες στη Ελλάδα θα μπορούσαν να υπάρξουν κοινά τουριστικά διασυνοριακά πακέτα σε περιοχές ιδιαίτερου φυσικού κάλους, όπως οι λίμνες Αχρίδας και Δοϊράνης. Επίσης, ενδιαφέρον παρουσιάζει ο θεματικός τουρισμός (αθλητικός, θρησκευτικός, αγροτουρισμός, κλπ).

Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ

kathimerini.gr