Σε σιντριβάνια αναζητούν λίγη δροσιά χιλιάδες Ιρακινοί, όταν ο υδράργυρος σκαρφαλώνει στους 50 βαθμούς Κελσίου.
«Πεθαίνουμε», διαμαρτύρεται ο 17χρονος Μοχάμεντ, ιδροκοπώντας στο μαγαζί σιδερικών όπου εργάζεται, στην κεντρική Βαγδάτη. Το θερμόμετρο δείχνει 48 βαθμούς Κελσίου και δεν υπάρχει οδός διαφυγής. Το ηλεκτρικό ρεύμα έχει κοπεί στη γειτονιά και ο νεαρός δεν διαθέτει χρήματα για να αγοράσει γεννήτρια, ώστε να λειτουργήσει ο κλιματισμός. Περίπου η ίδια κατάσταση επικρατεί και στο σπίτι του. «Ξυπνάω τις νύχτες και ο ιδρώτας τρέχει ποτάμι», λέει με φωνή που μόλις ακούγεται. «Είναι εξαντλητικό. Η ζέστη σε κάνει να αισθάνεσαι απαίσια».
Βέβαια, το Ιράκ είναι συνηθισμένο στις υψηλές θερμοκρασίες –που τώρα έρχονται όλο και νωρίτερα– όμως τα λίγα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους οι κάτοικοι προκειμένου να δροσιστούν είναι απλησίαστα για τους φτωχούς. Στην πραγματικότητα, η Βαγδάτη παρέχει μια ανησυχητική ματιά σε ένα μέλλον όπου μόνο οι εύποροι θα είναι εξοπλισμένοι για να αντιμετωπίσουν την κλιματική αλλαγή. Τις ημέρες που ο υδράργυρος στην πόλη σκαρφαλώνει στους 48 βαθμούς, τα κλιματιστικά είναι ο μοναδικός τρόπος για να δροσιστεί κανείς. Ωστόσο, η κρίση της ηλεκτροδότησης που μαστίζει τη χώρα έχει κάνει ακόμα και αυτό το αναγκαίο μέσο μη προσβάσιμο σε οικογένειες χαμηλού εισοδήματος.
Αποτέλεσμα αυτής της ιρακινής κρίσης, που προκλήθηκε από τη διαφθορά, την κακή διαχείριση και το καταρρέον δίκτυο ηλεκτροδότησης, είναι ένα τεράστιο χάσμα ανάμεσα στην προσφορά και τη ζήτηση ηλεκτρικού ρεύματος, ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες. Μια γεννήτρια πετρελαίου μπορεί μερικώς να αποκαταστήσει το πρόβλημα, αλλά η λειτουργία του κλιματιστικού με αυτόν τον τρόπο είναι μια πολυτέλεια που ελάχιστοι μπορούν να αντέξουν οικονομικά.
Μπορεί η ηλεκτροδότηση να αποτελεί πρόβλημα του Ιράκ, ωστόσο η ανισότητα του δικαιώματος στη δροσιά είναι ένα ζήτημα παγκόσμιο, που θα γίνεται όλο και πιο αισθητό καθώς η Γη υπερθερμαίνεται. Περίπου 2,8 δισ. άνθρωποι ζουν σε κράτη όπου η μέση θερμοκρασία είναι υψηλότερη των 25 βαθμών Κελσίου, σύμφωνα με την Παγκόσμια Υπηρεσία Ενέργειας, ενώ λιγότερο από το 10% των κατοίκων διαθέτει κλιματισμό και ειδικότερα στην Ευρώπη, μόνο το 5% των σπιτιών κλιματίζεται. Η υπηρεσία, επίσης, υπολογίζει ότι μέχρι το 2050, 1,9 δισ. άτομα που ζουν σε ζεστές χώρες δεν θα έχουν πρόσβαση σε κλιματισμό.
Οπως επισημαίνει ο καθηγητής Φίλιπ Αλστον, ειδικός εισηγητής του ΟΗΕ για την ακραία φτώχεια και τα ανθρώπινα δικαιώματα, εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής οι ζωές των πιο φτωχών θα τεθούν σε κίνδυνο. «Παιδιά, ηλικιωμένοι, άρρωστοι, αλλά και όσοι απλώς δεν είναι ιδιαίτερα εύρωστοι, θα κινδυνεύσουν να πεθάνουν εξαιτίας των υψηλών θερμοκρασιών. Ο μοναδικός τρόπος για να προστατευθούν είναι τα κλιματιστικά, αλλά αυτά κοστίζουν – τόσο για το σύστημα και τα μηχανήματα, όσο και για το ηλεκτρικό ρεύμα. Οι φτωχότεροι δεν θα διαθέτουν πρόσβαση σε αυτά, ούτε τα χρήματα που απαιτούνται για να ανακουφιστούν».