Η εισπραξιμότητα της ΔΕΗ έχει υποχωρήσει ήδη σε ποσοστό 30%, ανέφερε ο πρόεδρός της Γιώργος Στάσσης. Ενδεχόμενο πρόβλημα ρευστότητας στην επιχείρηση θα προκαλέσει ντόμινο σε όλη την αγορά, καθώς δεν θα πληρώνει τους διαχειριστές, οι οποίοι με τη σειρά τους θα αδυνατούν να πληρώσουν παραγωγούς συμβατικών μονάδων και ΑΠΕ.

Το πρόβλημα ρευστότητας επανέρχεται απειλητικά στην αγορά ηλεκτρισμού, καθώς οι αλυσιδωτές επιπτώσεις των κυβερνητικών μέτρων προστασίας από τον κορωνοϊό μεταφέρονται και σε παραγωγούς, προμηθευτές και διαχειριστές ενέργειας. Πριν προλάβει να κλείσει η «μαύρη» τρύπα άνω των 500 εκατ. ευρώ που δημιούργησε η κρίση της ΔΕΗ, η αγορά ηλεκτρισμού βρίσκεται αντιμέτωπη με μια νέα κρίση ρευστότητας, εξαιρετικά δύσκολα διαχειρίσιμη, με την αγωνία όλων να επικεντρώνεται πρωτίστως στη ΔΕΗ που συγκεντρώνει το 70% της κατανάλωσης και αποτελεί εκ της θέσης της πηγή μετάδοσης ενός απειλητικού ιού για την ούτως ή άλλως ευπαθή ρευστότητα ολόκληρης της επιχειρηματικής αλυσίδας ηλεκτρισμού.

Η εικόνα που παρουσίασε ο πρόεδρος της ΔΕΗ Γιώργος Στάσσης στην τηλεδιάσκεψη της περασμένης Πέμπτης με τον υφυπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας Γεράσιμο Θωμά και τη γενική γραμματέα κ. Αλεξάνδρα Σδούκου και τους προμηθευτές ρεύματος είναι ιδιαίτερα ανησυχητική. Η εισπραξιμότητα της ΔΕΗ έχει υποχωρήσει ήδη σε ποσοστό 30% είπε ο κ. Στάσσης, ενώ ανησυχίες προκαλεί το γεγονός ότι το 42% των εισροών από λογαριασμούς ρεύματος φτάνει στα ταμεία της ΔΕΗ μέσω εισπρακτικών εταιρειών. Πέραν της άμεσης επίπτωσης στα οικονομικά της ΔΕΗ το πρόβλημα εισπραξιμότητας που αντιμετωπίζει η Επιχείρηση συσσωρεύοντας ανεξόφλητες οφειλές άνω των 2,5 δισ. ευρώ διευρύνεται και μεταφέρεται αλυσιδωτά στην αγορά.

Οταν η ΔΕΗ δεν εισπράττει, δεν πληρώνει τους διαχειριστές, οι οποίοι με τη σειρά τους αδυνατούν να πληρώσουν παραγωγούς συμβατικών μονάδων και ΑΠΕ και η κατάσταση εξελίσσεται σε ντόμινο. Παράλληλα, άμεσες πιέσεις ρευστότητας δέχονται και οι ιδιώτες προμηθευτές, κυρίως αυτοί που κατέχουν υψηλά μερίδια στη μέση τάση, μετά το κλείσιμο επιχειρήσεων σε κλάδους, όπως πολυκαταστήματα, εστίαση, ξενοδοχεία κ.λπ. και την υπολειτουργία επιχειρήσεων σε τομείς της μεταποίησης. Το ορατό πρόβλημα που καλείται να αντιμετωπίσει η αγορά σε συντονισμό με το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας είναι η πληρωμή λογαριασμών ρεύματος από τις 220.000 επιχειρήσεις που έχουν ήδη αναστείλει την λειτουργία τους με αθροιστική απασχόληση άνω των 600.000 υπαλλήλων όσο και ενός μεγάλου αριθμού ακόμη επιχειρήσεων που επηρεάζονται από την κρίση και που κινδυνεύουν ανά πάσα στιγμή να κλείσουν, αλλά και των νοικοκυριών που έχουν επηρεαστεί από τα μέτρα του κορωνοϊού. Το μη ορατό άμεσα πρόβλημα που ανησυχεί την αγορά είναι ένα νέο κύμα στρατηγικών κακοπληρωτών που θα εκμεταλλευθούν την κατάσταση κατά τις πρακτικές του πολύ πρόσφατου παρελθόντος.

Σύσσωμη η αγορά προμηθευτών διά των διοικήσεών τους στην τηλεδιάσκεψη της περασμένης Πέμπτης ζήτησε τη βοήθεια του κράτους. Το υπουργείο, όπως φάνηκε και από τις δημόσιες δηλώσεις του αρμόδιου υπουργού κ. Κωστή Χατζηδάκη, κατανοεί απολύτως το πρόβλημα που θα μπορούσε να δημιουργήσει στη ΔΕΗ και στο σύνολο της αγοράς ηλεκτρισμού η αναστολή πληρωμών λογαριασμών ρεύματος από πληττόμενες επιχειρήσεις και νοικοκυριά. «Η ΔΕΗ έχει φύγει μεν από τον γκρεμό, αλλά ανεβαίνει από τη σκάλα, όχι από το ασανσέρ. Δεν υπάρχει η δυνατότητα να κάνει κάποιες κινήσεις που δεν έχει μετρήσει, διότι μπορεί να κατρακυλήσει πάλι προς τα κάτω, παρασύροντας όλο το ενεργειακό σύστημα και όλη την οικονομία» τόνισε ο κ. Χατζηδάκης, ξεκαθαρίζοντας ότι «τα όποια μέτρα θα ληφθούν σε κεντρικό επίπεδο και θα εκτελεστούν από την κυβέρνηση και όχι από τη ΔΕΗ», ενώ υπογράμμισε ότι θα είναι οριζόντια, θα ισχύσουν δηλαδή για όλους τους προμηθευτές ρεύματος.

Τι πρότειναν

Στην τηλεδιάσκεψη της Πέμπτης οι ιδιώτες προμηθευτές πέραν της αγωνίας τους για τη ρευστότητα κατέθεσαν και μία σειρά από προτάσεις για τους λογαριασμούς των πληττόμενων επιχειρήσεων και νοικοκυριών.

Κάποιοι πρότειναν το κράτος να πληρώσει τις ρυθμιστικές χρεώσεις υπό την προϋπόθεση ότι οι καταναλωτές θα πληρώσουν το ανταγωνιστικό σκέλος του λογαριασμού, δηλαδή την κατανάλωση ρεύματος. Ενα αντίστοιχο σενάριο εξετάζουν η Γαλλία και η Ιταλία. Κάποιοι άλλοι πρότειναν την αναστολή πληρωμών και εκ μέρους τους στους διαχειριστές και κάθε τρίτο για τον οποίο εισπράττουν τέλη (δήμοι, ΕΡΤ κ.λπ.), πρόταση που συνάντησε την αντίδραση άλλων προμηθευτών, αφού μια τέτοια λύση μεταφέρει απλώς το πρόβλημα της ρευστότητας σε ένα άλλο κομμάτι της ενεργειακής αλυσίδας. Οι ιδιώτες προμηθευτές έθεσαν επίσης στο υπουργείο και θέματα διευκόλυνσης της δραστηριότητάς τους η οποία απορρυθμίστηκε σε μεγάλο βαθμό λόγω της κατάστασης. Ζήτησαν για παράδειγμα να μπορούν να γίνονται συμβάσεις τηλεφωνικά ή ιντερνετικά και οι πελάτες να υπογράφουν τα σχετικά παραστατικά που θα αποστέλλονται στη συνέχεια με κούριερ προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος ενός «παγώματος» της αγοράς. Η μείωση της ζήτησης σε ηλεκτρική ενέργεια απασχολεί επίσης τις εταιρείες του κλάδου οι οποίες αναμένουν πτώση ίσως και μεγαλύτερη του 10%, καθώς κλιμακώνονται τα μέτρα για τον κορωνοϊό.

Η μεγάλη αγωνία, ωστόσο, είναι η είσπραξη των λογαριασμών ρεύματος, καθώς οι συνθήκες αποδυναμώνουν και το μέτρο της αποκοπής, καθώς προτεραιότητα του ΔΕΔΔΗΕ στην παρούσα φάση είναι η αποκατάσταση βλαβών που προκύπτουν στο δίκτυο, κάτι που απαιτεί διαχείριση του περιορισμένου τεχνικού προσωπικού του.

Κατακόρυφη πτώση στον κλάδο καυσίμων

Σκηνικό κατάρρευσης διαμορφώνεται και στον κλάδο υγρών καυσίμων, καθώς τα περιοριστικά μέτρα μετακίνησης για τον κορωνοϊό έχουν προκαλέσει ήδη μείωση της ζήτησης κατά 20%, ποσοστό που καθημερινά αυξάνεται καθώς τα μέτρα κλιμακώνονται. Εταιρείες εμπορίας και πρατηριούχοι βλέπουν τη μείωση της ζήτησης για καύσιμα κίνησης να βυθίζεται στο 50-60% εφόσον επιβεβαιωθούν οι δυσοίωνες προβλέψεις για τον τουρισμό τους καλοκαιρινούς μήνες. Η πλευρά των πρατηριούχων, μάλιστα, με επιστολή προς τα συναρμόδια υπουργεία έχει ζητήσει την ένταξη των πρατηρίων στο πρόγραμμα οικονομικών ενισχύσεων, επιδότησης μισθοδοσίας προσωπικού και ενοικίου, προκειμένου να συνεχίσουν να καλύπτουν τις όποιες ανάγκες των καταναλωτών, πριν, όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά «βρεθούν σε οικονομική απόγνωση και αναγκαστούν σε απολύσεις προσωπικού και κλείσιμο πρατηρίων».

Η επέλαση του κορωνοϊού δεν επιτρέπει στις εγχώριες ενεργειακές επιχειρήσεις να αξιοποιήσουν το θετικό μομέντουμ που διαμορφώνουν παράλληλα οι χαμηλές τιμές πετρελαίου και φυσικού αερίου στη διεθνή αγορά και η «βουτιά» της τιμής του CO2 για τις εταιρείες ηλεκτρισμού. Τόσο το αμερικανικό αργό όσο και το μπρεντ κινούνται πλέον κάτω από τα 25 δολάρια το βαρέλι, στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων 18 ετών, ενώ το LNG έχει υποχωρήσει σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα. Οι χαμηλές τιμές δίνουν τη δυνατότητα βελτίωσης των περιθωρίων κέρδους των εταιρειών του κλάδου, ενώ παράλληλα περιορίζουν σημαντικά τις ανάγκες τους σε κεφάλαια κίνησης για αγορές. Σημαντική είναι εξάλλου η συμβολή στα οικονομικά της ΔΕΗ και των άλλων ιδιωτών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της πτώσης τιμής του CO2, που μέσα σε μία εβδομάδα υποχώρησε κατά 40% και κινείνται γύρω στο 16%, τα χαμηλότερα επίπεδα από τον Νοέμβριο του 2018. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην κρίση του 2008-2009 λόγω της μείωσης της βιομηχανικής παραγωγής η τιμή των ρύπων κατέρρευσε και η Κομισιόν για να τη στηρίξει αποφάσισε την απόσυρση εκατομμυρίων δικαιωμάτων. Σε κάθε περίπτωση, οι χαμηλές τιμές ενεργειακών πρώτων υλών και ρύπων λειτουργούν ως ανάχωμα για τις εταιρείες του κλάδου στην παρούσα κρίση, βελτιώνοντας τις χρηματορροές και τη ρευστότητά τους.

kathimerini.gr