Φρουροί έξω από το αμερικανικό προξενείο της μεγαλούπολης Τσενγκντού, στην κινεζική επαρχία Σιτσουάν.
ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ. Το Πεκίνο εξέδωσε χθες εντολή κλεισίματος του αμερικανικού προξενείου στην πόλη Τσενγκντού της δυτικής Κίνας, που λειτουργεί ως βάση για την ενημέρωση των ΗΠΑ σχετικά με την κατάσταση στις κινεζικές αυτόνομες περιοχές του Θιβέτ και του Ξινγιάνγκ. Λίγες ώρες νωρίτερα, ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο κάλεσε, σε ομιλία του, τον κινεζικό λαό να ξεσηκωθεί εναντίον της ηγεσίας του.
«Αν γονατίσουμε τώρα, τα παιδιά των παιδιών μας μπορεί να βρεθούν στο έλεος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας, που αποτελεί τη μεγαλύτερη πρόκληση για τον ελεύθερο κόσμο», είπε ο Πομπέο μιλώντας στη Βιβλιοθήκη του Προέδρου Νίξον, στην Καλιφόρνια. Ο συμβολισμός ενός κύκλου που κλείνει (ο Νίξον εγκαινίασε την ομαλοποίηση των σινοαμερικανικών σχέσεων, η κυβέρνηση Τραμπ εγκαινιάζει μια νέα περίοδο ανταγωνισμού) ήταν έντονος.
«Ο γενικός γραμματέας Σι (Τζινπίνγκ) δεν θα λειτουργεί ως τύραννος εντός και εκτός των κινεζικών συνόρων για πάντα, εκτός αν του το επιτρέψουμε», προσέθεσε ο Αμερικανός ΥΠΕΞ.
«Η ομιλία του είναι η νέα διακήρυξη του Ψυχρού Πολέμου από τις ΗΠΑ», σχολίασε ο καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Ρενμίν του Πεκίνου, Σι Γινχόνγκ, ενώ το κινεζικό πρακτορείο ειδήσεων έκανε λόγο για αμερικανική «υστερία». «Το απρόκλητο κλείσιμο του κινεζικού πρακτορείου στο Χιούστον από τις ΗΠΑ όχι μόνο εξόργισε τον κινεζικό λαό, αλλά έδειξε και στη διεθνή κοινότητα το πραγματικό πρόσωπο του αμερικανικού εκφοβισμού», ανέφερε το πρακτορείο.
Αναλυτές θεωρούν ότι η Κίνα αντέδρασε μεν στο κλείσιμο του προξενείου στο Χιούστον δίνοντας αντίστοιχη εντολή για την Τσενγκντού, αλλά θα επιχειρήσει να αποφύγει την ανεπίστρεπτη κλιμάκωση έως τις εκλογές του Νοεμβρίου. Το ερώτημα, ωστόσο, είναι σε ποιο βαθμό οι ενέργειες της κυβέρνησης Τραμπ εκφράζουν μια νέα μετατόπιση συνολικά στο εσωτερικό των ΗΠΑ, όπως φαίνεται από τη διακομματική συναίνεση στο Κογκρέσο για τους νόμους που επιβάλλουν κυρώσεις στην Κίνα.
«Βρισκόμαστε ενώπιον δομικής αλλαγής στις σχέσεις ΗΠΑ – Κίνας, η οποία θα συνεχιστεί ακόμη και αν ο Τραμπ δεν επανεκλεγεί», εκτίμησε ο διευθυντής του Ινστιτούτου Κινεζικών Σπουδών στη σχολή SOAS του Λονδίνου. Αναλυτές που πρόσκεινται στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, όπως ο ερευνητής του Ινστιτούτου Heritage, Τζιμ Καραφάνο, χαρακτηρίζουν «μη βοηθητική» τη χρήση της ψυχροπολεμικής αναλογίας. Ο Καραφάνο υποστήριξε ότι οι ΗΠΑ απλώς απαντούν στην κινεζική επιθετικότητα, η οποία μεταξύ άλλων αποτυπώνεται στις απόπειρες της Κίνας να υποκλέψει αμερικανικά εμπορικά μυστικά. «Αν οι ΗΠΑ δεν αντιδρούσαν, θα έμοιαζαν (εύπλαστες) σαν τηγανίτες», σχολίασε.
Αντιθέτως, ο πρώην κορυφαίος αξιωματούχος της κυβέρνησης Ομπάμα, αρμόδιος για την Ασία, Ιβαν Μεντέιρος, υποστήριξε ότι η κυβέρνηση Τραμπ προσπαθεί να βρει το κατάλληλο «περιτύλιγμα» για τις σκληροπυρηνικές θέσεις της.