Διογκωμένες εμφανίζονται οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις στην εφορία το γ’ τρίμηνο του έτους, ενώ το προηγούμενο τρίμηνο είχαν μειωθεί αισθητά και παρά το γεγονός ότι τα μέτρα αναστολής φορολογικών υποχρεώσεων συμπιέζουν τα νέα ληξιπρόθεσμα. Εντύπωση προκαλεί, μάλιστα, το γεγονός ότι οι μεγάλοι οφειλέτες της εφορίας, δηλαδή όσοι έχουν χρέος άνω του 1 εκατ. ευρώ και κυρίως είναι εταιρείες, ήταν αυτοί που κήρυξαν στάση πληρωμών το γ’ τρίμηνο, προκαλώντας το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης στα ληξιπρόθεσμα.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει στην τριμηνιαία έκθεσή του το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ),

  • Το συνολικό ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο στο τέλος του τρίτου τριμήνου του 2020, διαμορφώθηκε στα 106,2 δισ. ευρώ, αυξημένο κατά 1,3 δισ. ευρώ σε σχέση με το τρίτο τρίμηνο του 2019.
  • Το συνολικό ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο παρουσιάζει αύξηση κατά 1 δισ. ευρώ σε σύγκριση με το δεύτερο τρίμηνο του 2020, όταν είχε καταγραφεί μείωση κατά 670 εκατ. ευρώ.
  • Εντός του τρίτου τριμήνου οι εκροές από το συνολικό ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο, δηλαδή οι εισπράξεις και διαγραφές ληξιπρόθεσμων οφειλών (1,3 δισ. ευρώ), ήταν λιγότερες από τις εισροές, δηλαδή τη δημιουργία νέων ληξιπρόθεσμων οφειλών (2,1 δισ. ευρώ).

Όπως σημειώνει το ΓΠΚΒ, το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2019 πηγάζει από τους οφειλέτες με ύψος οφειλής άνω του 1 εκατ. ευρώ. Μόνο από αυτή την κατηγορία οφειλετών, πηγάζει μια αύξηση ληξιπρόθεσμου υπολοίπου κατά 1,117 δισ. ευρώ. Μια αύξηση που οφείλεται στον αυξημένο κατά 151 πρόσωπα του συνολικού αριθμού των οφειλετών της «μεγάλης» κατηγορίας.

Σε αυτή την αύξηση του ληξιπρόθεσμου υπολοίπου, αναφέρει το ΓΠΚΒ, σημαντική είναι η συνεισφορά των νομικών προσώπων καθώς οι οφειλές που προέρχονται από αυτά αυξήθηκαν κατά 691,4 εκατ. ευρώ, ενώ το ύψος του ληξιπρόθεσμου υπολοίπου τους σε αυτήν την κατηγορία οφειλής άγγιξε κατά το τρίτο τρίμηνο του 2020 τα 62 δισ. ευρώ. Αντίστοιχα το πλήθος των νομικών προσώπων που οφείλουν πάνω από 1 εκατ. ευρώ διαμορφώθηκε στα 5.047, καθώς αυξήθηκε σε ετήσια βάση κατά 102 νομικά πρόσωπα.

 

Το ΓΠΚΒ σημειώνει ότι η μείωση τόσο του νέου ληξιπρόθεσμου υπολοίπου, όσο και των εισπράξεων οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην επίδραση των μέτρων αντιμετώπισης των επιπτώσεων σε ορισμένους κλάδους οικονομικής δραστηριότητας και ειδικότερα στην παράταση της προθεσμίας καταβολής βεβαιωμένων οφειλών και δόσεων ρυθμίσεων ή διευκολύνσεων τμηματικής καταβολής, καθώς και στην αναστολή της είσπραξης βεβαιωμένων και ληξιπρόθεσμων οφειλών υπό προϋποθέσεις.

Ο συνολικός αριθμός των οφειλετών, στο τέλος του τρίτου τριμήνου καταγράφει σημαντική μείωση κατά 483.436 πρόσωπα (φυσικά και νομικά) σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2019 με αποτέλεσμα να διαμορφώνεται στους 3.867.892 οφειλέτες. Η συγκεκριμένη μεταβολή ερμηνεύεται εν μέρει από τον μεγάλο αριθμό των χρεών σε αναστολή είσπραξης στο πλαίσιο των μέτρων αντιμετώπισης των επιπτώσεων του Covid-19.

Το μεγαλύτερο μέρος της μείωσης του πλήθους των οφειλετών εντοπίζεται στην κατηγορία που αφορά σε χρέη μικρότερα από 50 ευρώ (μείωση κατά 249.882 οφειλέτες). Ωστόσο, το πλήθος των οφειλετών με χρέη μικρότερα από 1 ευρώ σημειώνει αύξηση σε ετήσια βάση κατά 75.401 πρόσωπα, με τον συνολικό αριθμό των οφειλετών να διαμορφώνεται σε 333.324.

Στις κατηγορίες οφειλής μέχρι τα 20.000 ευρώ η πτώση του αριθμού των οφειλετών σε ετήσια βάση συνοδεύεται από μείωση του ληξιπρόθεσμου υπολοίπου. Ενδεικτικά, στο εύρος οφειλής μεταξύ 500 και 10.000 ευρώ ο αριθμός των οφειλετών μειώθηκε κατά 84.250 πρόσωπα, ενώ παράλληλα σημειώθηκε μείωση του ληξιπρόθεσμου υπολοίπου κατά 146,6 εκατ. ευρώ.

Αντίθετα, στις κατηγορίες οφειλής άνω των 20.000 ευρώ σημειώνεται αύξηση τόσο στο πλήθος των οφειλετών, όσο και στο ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο. Επισημαίνεται ότι η αύξηση του ληξιπρόθεσμου υπολοίπου κατά 33,8 εκατ. ευρώ που παρατηρείται στο εύρος οφειλής μεταξύ 10.000 και 100.000 ευρώ προέρχεται από τους οφειλέτες με χρέη μεταξύ 20.000 και 100.000 ευρώ, καθώς σε αυτό το εύρος οφειλής το ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο αυξήθηκε σε ετήσια βάση κατά 61,8 εκατ. ευρώ, ενώ παράλληλα προστέθηκαν 1.107 πρόσωπα.


Πηγή