Τα κρούσματα της νόσου COVID-19 που προκαλεί ο κορωνοϊός, στα οποία δεν υπάρχει διαπιστωμένη πηγή της μόλυνσης, είναι αυτά τα οποία δημιουργούν τη μεγαλύτερη ανασφάλεια στους επιστήμονες. Στη χώρα μας έχουν εντοπιστεί μέχρι στιγμής 44 και σχεδόν όλα στην Αθήνα. Πόσα μπορεί να είναι στην πραγματικότητα και τι φοβίζει τους επιστήμονες;
Τετραπλασιάστηκαν μέσα σε ένα μόλις 24ωρο τα νέα διαπιστωμένα περιστατικά χωρίς γνωστή πηγή μετάδοσης, από τη νόσο COVID-19 που προκαλεί ο νέος κορωνοϊός.
Από 11 καταγεγραμμένα κρούσματα το Σάββατο 14/03/2020, εκτοξεύτηκαν στα 44 την επόμενη μέρα. Είναι ασθενείς, που μολύνθηκαν χωρίς να βρεθούν σε χώρα που ενδημεί ο ιός και χωρίς να έρθουν σε επαφή με κρούσμα του ιού.
Είναι φανερό ότι ο ιός έχει αρχίσει να εξαπλώνεται στην κοινότητα, χωρίς να είναι σαφείς οι αριθμοί της διασποράς του.
Ο καθηγητής παθολογίας και υπεύθυνος επικοινωνίας για το νέο κορωνοϊό Σωτήρης Τσιόδρας, δήλωσε καθαρά ότι βρισκόμαστε στη φάση της επιδημίας που ο ιός εξαπλώνεται με γεωμετρική πρόοδο, αλλά δεν γνωρίζουμε το μέγεθος της επέκτασής του εντός της κοινότητας:
“Δεν μπορούμε να πούμε με σαφήνεια ότι τα 10 αντιστοιχούν σε εκατοντάδες και τα 44 σε χιλιάδες κρούσματα. Δεν μπορούμε να το πούμε με τίποτε αυτό. Αυτό που μπορούμε να πούμε είναι ότι κάθε ένα από αυτά τα κρούσματα, σε πέντε μέρες δίνει δυο άλλα, τα δυο άλλα δίνουν τέσσερα και ούτω καθεξής. Θέλει προσοχή! Είναι εκθετική η αύξηση του ιού και για αυτό όσο περισσότερα μέτρα πάρουμε όλοι μας, με υψηλό αίσθημα ατομικής ευθύνης, τόσο λιγότερη θα είναι η διασπορά στην κοινότητα”.
Κορωνοϊός: Πως μολύνονται οι ασθενείς χωρίς διαπιστωμένη πηγή μόλυνσης
Οι ειδικοί γνωρίζουν ότι η πραγματικά μεγάλη εξάπλωση στον πληθυσμό, δεν συμβαίνει από τα άτομα που “εισάγουν” τη νόσο από το εξωτερικό ή τη μεταδίδουν σε κάποιο νοσοκομείο. Στις περιπτώσεις αυτές οι ασθενείς εντοπίζονται και απομονώνονται πριν προλάβουν να διασπείρουν τον ιό.
Η πιο επικίνδυνη διάδοση γίνεται όταν οι άνθρωποι προσβάλλονται τυχαία στον κινηματογράφο, στην καφετέρια, στο μετρό ή όταν περπατούν στο δρόμο. Τότε δεν υπάρχει τρόπος να εντοπιστεί η πηγή της λοίμωξης, διότι δεν υπάρχει σαφής σύνδεση μεταξύ του προσβεβλημένου ατόμου και του ανθρώπου που προσβάλλει.
Τα πραγματικά κρούσματα που προκύπτουν από την ασαφή μετάδοση στον πληθυσμό, δεν προσδιορίζονται από ειδικά μαθηματικά μοντέλα. Είναι οι περιπτώσεις που τρομάζουν τους επιδημιολόγους, γιατί δεν μπορούν ούτε σαφή εικόνα να έχουν γι’ αυτές, αλλά ούτε και να τις ελέγξουν.
Τρόπος υπολογισμού του πραγματικού αριθμού κρουσμάτων μέσω τον βαριά νοσούντων σε νοσοκομεία
Ειδικοί στη μετάδοση λοιμωδών νοσημάτων χαρακτηρίζουν την εξίσωση αινιγματική. Ειδικά, στην περίπτωση του κορωνοϊού COVID-19, που εμφανίζει ήπια συμπτώματα μέσα σε μία περίοδο έξαρσης ενός άλλου ιογενούς νοσήματος με την ίδια συμπτωματολογία, της εποχικής γρίπης.
Τα κρούσματα μη γνωστής μετάδοσης εντοπίζονται μόνο τυχαία και ελέγχονται μόνο από τη στιγμή που εντοπίστηκαν και μετά. Το πόσοι άνθρωποι νόσησαν προηγουμένως και εάν συνεχίζουν να κυκλοφορούν και να διασπείρουν σιωπηρά τον ιό, είναι άγνωστο.
Έτσι τώρα, οι λοιμωξιολόγοι στρέφουν την έρευνά τους στην ανακάλυψη βαρέως πασχόντων ασθενών που νοσηλεύονται με βαριά λοίμωξη του αναπνευστικού ή πνευμονία στα νοσοκομεία. Εάν εντοπίσουν, όπως λένε, αυτές τις νοσηλείες COVID-19, τότε μόνο θα καταφέρουν να υπολογίσουν τη διασπορά στην κοινότητα. Είναι διαπιστωμένο ότι οι βαριά νοσούντες από τον νέο κορωνοϊό, αποτελούν το 3-5% των συνολικών κρουσμάτων του πληθυσμού.
Πάντως, στη φάση αυτή που βρισκόμαστε, μόνο τα μέτρα υγιεινής και αυτοπεριορισμού μπορεί να έχουν σημαντικά αποτελέσματα στη μείωση των επιπτώσεων του κορωνοϊού και της νόσου COVID-19.
Σ. Τσιόδρας: Τα αποτελέσματα από τα μέτρα που παίρνουμε σήμερα θα φανούν μετά από 3-4 εβδομάδες
Η εκθετική αύξηση των κρουσμάτων που εμφανίζεται σήμερα στην Ελλάδα, καθώς τα περιστατικά που καταγράφουν οι αρμόδιες υγειονομικές υπηρεσίες καλπάζουν, είναι αποτέλεσμα των προηγούμενων εβδομάδων, κατά τις οποίες η χώρα μας δεν είχε λάβει μέτρα.
Το πρόγραμμα “Μένουμε σπίτι”, ο περιορισμός των ταξιδιών, το κλείσιμο των σχολείων και των καταστημάτων καθώς και όλα τα μέτρα περιορισμού του συγχρωτισμού που έχει λάβει η κυβέρνηση δεν θα δείξουν άμεσα τα αποτελέσματά τους, όπως τόνισε ο καθηγητής κ. Τσιόδρας.
Εάν όλα πάνε καλά, τα θετικά αποτελέσματα θα φανούν μετά από αρκετές εβδομάδες. Τότε που αν δεν είχαμε λάβει μέτρα, θα αντιμετωπίζαμε πιθανότατα υψηλότατη αύξηση των περιστατικών, όπως η Ιταλία.
Συγκεκριμένα ο κ. Τσιόδρας, ανέφερε:
“Από τα μέτρα που έχουμε πάρει, δεν θα δούμε αποτέλεσμα τώρα. Θα δούμε αποτέλεσμα μετά από δυο, τρεις, τέσσερις εβδομάδες. Και εκεί θα φανεί αν η καμπύλη κορυφώνεται και ακολουθεί εκθετική αύξηση, όπως ακολουθεί αυτή τη στιγμή για όλο τον κόσμο. Αν δει κανείς την καμπύλη, έχει εκθετική αύξηση συνολικά στην παγκόσμια επιδημία, και θα δούμε αν στην πατρίδα μας θα είναι χαμηλότερη όπως στην Ιαπωνία ή κάποιες άλλες χώρες”.
Ας προσπαθήσουμε όλοι να περιορίσουμε την καμπύλη της επιδημίας, κάνοντας πράξη το “Μένουμε στο σπίτι”.