Νέα ευρήματα δείχνουν πόσο κινδυνεύουν όσοι χρησιμοποιούν τα μέσα μαζικής μεταφοράς. Καθοριστική η απόσταση από τους άλλους επιβάτες και η διάρκεια των διαδρομών, σωτήρια η χρήση της μάσκας.
Οι πιθανότητες να εξαπλωθεί ο κορωνοϊός Covid-19 στα μέσα μαζικής μεταφοράς δεν εξαρτώνται μόνο από τη θέση των επιβατών σε συνάρτηση με ένα μολυσμένο άτομο. Σημαντικό ρόλο παίζει και η διάρκεια της διαδρομής, αλλά και η χρήση προστατευτικής μάσκας.
Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγουν οι έως τώρα μελέτες για τις πιθανότητες να συμβάλλουν τα μέσα μαζικής μεταφοράς στην εξάπλωση του νέου κορωνοϊού.
Η πιο πρόσφατη από αυτές τις μελέτες πραγματοποιήθηκε στα τραίνα υψηλής ταχύτητας (G trains) της Κίνας. Οι επιστήμονες που την πραγματοποίησαν υπολόγισαν ότι για να αποτραπεί η διασπορά του κορωνοϊού, οι επιβάτες πρέπει:
- Να κάθονται με απόσταση δύο θέσεων μεταξύ τους στην ίδια σειρά και
- Να κάνουν διαδρομές διαρκείας μικρότερης των 3 ωρών
Άλλες πρόσφατες μελέτες έδειξαν πως η τήρηση μιας απόστασης ασφαλείας σε συνδυασμό με τη χρήση προστατευτικής μάσκας, μπορεί να εξαλείψει σχεδόν τον κίνδυνο διασποράς.
Σύμφωνα με την νεότερη μελέτη στην Κίνα, ο κίνδυνος να μεταδοθεί ο κορωνοϊός στους επιβάτες των τραίνων G κυμαινόταν από λίγο παραπάνω από 0% έως και 10%. Οι μέγιστες πιθανότητες αφορούσαν τους επιβάτες που κάθονταν δίπλα σε μολυσμένα άτομα, επί περισσότερη ώρα.
Τα ευρήματα αυτά υποδηλώνουν ότι «στη διάρκεια της πανδημίας είναι σημαντικό να μειωθεί η πυκνότητα των επιβατών στα τραίνα. Πρέπει επίσης να προωθούνται τα μέτρα προσωπικής υγιεινής, όπως η χρήση μάσκας. Ενδέχεται επίσης να είναι απαραίτητοι οι έλεγχοι της θερμοκρασίας των επιβατών πριν από την επιβίβασή τους», δήλωσε ο επιβλέπων ερευνητής Dr. Shengjie Lai, από το Πανεπιστήμιο του Σάουθαμπτον, στη Βρετανία.
Στα λεωφορεία και το μετρό
Άλλες μελέτες έχουν δείξει ότι ο νέος κορωνοϊός αναχαιτίζεται αποτελεσματικά με μάσκα και αποστάσεις στα μέσα μαζικής μεταφοράς. Στο Παρίσι, λ.χ., αξιωματούχοι της Υγείας ανακοίνωσαν πως μεταξύ Μαΐου και Ιουλίου 2020 υπήρξαν 386 εστίες του κορωνοϊού. Καμία δεν συσχετίστηκε με τα μέσα μαζικής μεταφοράς της Πόλης του Φωτός.
Ανάλογα ευρήματα είχαν μελέτες στο Τόκυο και σε διάφορες πόλεις της Αυστρίας.
Η νεότερη μελέτη δημοσιεύθηκε στην ιατρική επιθεώρηση Clinical Infectious Diseases. Οι ερευνητές ανέλυσαν πληροφορίες για τους επιβάτες των τραίνων G που κάλυπταν την περίοδο μέσα Δεκεμβρίου 2019 – τέλη Φεβρουαρίου 2020. Η περίοδος αυτή είναι ουσιαστικά οι αρχές και η κορύφωση της επιδημίας που προκάλεσε ο νέος κορωνοϊός στην Κίνα.
Οι επιστήμονες εντόπισαν 2.334 επιβάτες, οι οποίοι εκδήλωσαν συμπτώματα της λοίμωξης που προκαλεί ο κορωνοϊός μέσα σε 14 ημέρες από το ταξίδι τους με τραίνο. Οι επιβάτες αυτοί ήταν οι «ασθενείς μηδέν».
Οι ερευνητές έκαναν επίσης ιχνηλάτηση σε 72.093 συνεπιβάτες τους που κάθονταν κοντά τους (έως και πέντε σειρές πιο μακριά). Η διάρκεια των διαδρομών που συμπεριλήφθησαν στην μελέτη ήταν από λίγα λεπτά έως και 8 ώρες.
Όσο πιο κοντά, τόσο το χειρότερο
Συνολικά, 234 από τους συνεπιβάτες των «ασθενών μηδέν» μολύνθηκαν από αυτούς. Αυτό σημαίνει πως το ποσοστό μετάδοσης ήταν περίπου 0,32%. Ωστόσο η απόσταση έπαιζε σημαντικό ρόλο στον κίνδυνο. Το αντίστοιχο ποσοστό στους επιβάτες που κάθονταν δίπλα στους «ασθενείς μηδέν» ήταν 3,5%.
Για όσους κάθονταν στην ίδια σειρά με τους «ασθενείς μηδέν», αλλά όχι στις διπλανές θέσεις, το ποσοστό προσβολής ήταν 1,5%. Σε όσους όμως κάθονταν μία ή δύο σειρές πίσω από τους «ασθενείς μηδέν», ήταν 10 φορές χαμηλότερο!
Η σημασία του χρόνου
Η διάρκεια του ταξιδιού επίσης επηρέαζε τη πιθανότητα να διασπαρεί ο νέος κορωνοϊός στα συγκεκριμένα μέσα μαζικής μεταφοράς. Για κάθε ώρα ταξιδιού, ο κίνδυνος αυξανόταν κατά 0,15% κατά μέσον όρο. Ειδικά όμως για όσους κάθονταν κοντά σε «ασθενή μηδέν», η πιθανότητα μόλυνσης αυξανόταν κατά 1,3% ανά κάθε ώρα ταξιδιού.
Ωστόσο ακόμα και μετά την αποβίβαση ενός «ασθενή μηδέν», υπήρχε κάποιος κίνδυνος μόλυνσης για όποιον καθόταν στην θέση του, αν και ήταν μικρός. Από τους συνολικά 1.342 ανθρώπους που κάθισαν σε θέση όπου πριν βρισκόταν ένας «ασθενής μηδέν», μόλις 1 μολύνθηκε από κορωνοϊό. Αυτό σημαίνει ότι η πιθανότητα μόλυνσης ήταν 0,075%, σύμφωνα με το CTV News.
«Ελπίζουμε ότι τα ευρήματά μας θα βοηθήσουν τις Αρχές ανά τον κόσμο να διαλέξουν τα κατάλληλα μέτρα για να μειώσουν την εξάπλωση του νέου κορωνοϊού», δήλωσε ο ερευνητής Dr Andrew J. Tatem, καθηγητής Χωρικής Δημογραφίας & Επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Σάουθαμπτον.