Τα καλά νέα για την αποτελεσματικότητα του νέου εμβολίου κατά του κορονοϊού -που ξεπέρασαν ακόμη και τις επιστημονικές προσδοκίες- ενίσχυσαν την πίστη μας ότι υπάρχει “φως στην άκρη του τούνελ”. Ωστόσο, δεν επισκίασαν τη δύσκολη πραγματικότητα που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε τις επόμενες δύο εβδομάδες. Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με έναν ιό που δεν δαμάζεται εύκολα και αφήνει πίσω του δεκάδες θύματα.

Οι επιστήμονες δεν διστάζουν να πουν, ότι οι διαδικασίες είναι χρονοβόρες μέχρι το εμβόλιο να φτάσει να χορηγηθεί σε μεγάλο αριθμό ανθρώπων, ώστε να προσφέρει αποτελεσματική προστασία. Αυτό δεν αναμένεται να συμβεί πριν από την αρχή του νέου έτους. Έτσι, το lockdown και τα μέτρα, εξακολουθούν να είναι τα μόνα αποτελεσματικά όπλα που έχουμε σήμερα, για να περιορίσουμε τις επιπτώσεις της πανδημίας.

“Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η επιδημία έχει εκρηκτικές δυνατότητες και σε ελάχιστο χρονικό διάστημα μπορεί να αλλάξει δραματικά την επιδημιολογική κατάσταση”, ανέφερε κατά τη χθεσινή ενημέρωση για τον κορονοϊό, ο επικ. Καθηγητής Επιδημιολογίας, Γκίκας Μαγιορκίνης:

“Είναι εξαιρετικά σημαντικό να οπλιστούμε με υπομονή μέχρι τον εμβολιασμό και στη συνέχεια, θα προχωρήσουμε με εξαιρετικά μεγάλη προσοχή στην επάνοδο στην κανονικότητα” πρόσθεσε.

Η σωστή διαχείριση των δύσκολων προκλήσεων που έρχονται τις επόμενες δύο εβδομάδες, θα βοηθήσουν να θρηνήσουμε λιγότερες ανθρώπινες ζωές, αλλά και να επιστρέψουμε γρηγορότερα και ασφαλέστερα στην κανονικότητα.

Όπως ανέφερε και η Καθηγήτρια Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, Βάνα Παπαευαγγέλου, “έχουμε μπροστά μας έναν δύσκολο χειμώνα, όπου ενδέχεται μετά την άρση των μέτρων που πήραμε πριν από λίγες ημέρες, μετά από λίγες εβδομάδες να ξαναέχουμε νέα μέτρα”.

Οι στόχοι τις επόμενες δύο κρίσιμες εβδομάδες είναι τρεις: η μείωση του αριθμού των ημερήσιων κρουσμάτων, η μείωση του αριθμού των νοσηλευομένων και των θανάτων και η διαχείριση της πίεσης που θα ασκηθεί στο ΕΣΥ.

Mείωση των ημερήσιων κρουσμάτων

Πρώτος άμεσος στόχος είναι τα μέτρα που λάβαμε να οδηγήσουν σε μείωση του αριθμού των ημερήσιων μολύνσεων, οι οποίες πλέον κινούνται σε επίπεδα υψηλότερα των 2.000 διαγνώσεων ανά ημέρα, με μεγαλύτερη επιβάρυνση στο βόρειο τμήμα της χώρας.

Η Αττική από την άλλη, παραμένει στο επίκεντρο της ανησυχίας των ειδικών, καθώς το επιδημιολογικό φορτίο παραμένει “ιδιαίτερα υψηλό”, όπως λένε, παρά την σταθεροποίηση των κρουσμάτων.

Αξίζει να σημειωθεί, πάντως, ότι χθες Δευτέρα (10/11) ο χαμηλός αριθμός των 1.490 νέων διαγνώσεων δεν ήταν ενδεικτικός, καθώς οι υγειονομικές αρχές πραγματοποίησαν μικρότερο αριθμό τεστ, λόγω της αργίας του Σαββατοκύριακου. Από αυτά, τα 390 εντοπίστηκαν στην Αθήνα και τα 412 στη Θεσσαλονίκη.

“Ασφαλής αριθμός κρουσμάτων” ώστε να ξανανοίξουμε τη χώρα δεν έχει προσδιοριστεί προς το παρόν, καθώς, όπως επισήμαναν οι ειδικοί, θα αξιολογηθούν περισσότερο τα “ποιοτικά” επιδημιολογικά χαρακτηριστικά των νέων λοιμώξεων, όπως π.χ. αν τα περισσότερα προέρχονται από συρροές ή είναι διάσπαρτα στην κοινότητα (ορφανά). Σημαντικό ρόλο θα παίξει, επίσης, και ο δείκτης μεταδοτικότητας (Rt).

Στα καλά νέα της ημέρας, συγκαταλέγεται μια ακόμη είδηση: η διαπίστωση ότι η Θεσσαλονίκη έχει φτάσει ήδη στην κορύφωση της μεταδοτικότητας (δείκτης Rt) της επιδημίας, και πλέον υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι βρίσκεται σε πτωτική πορεία. Αν θα ακολουθήσει στη συνέχει και μείωση του αριθμού των κρουσμάτων “αυτό θα εξαρτηθεί από το πόσο σοβαρά θα πάρει ο κόσμος το lockdown”, ανέφεραν οι ειδικοί και συμπλήρωσαν ότι είναι δύσκολη η πρόβλεψη.

Εφόσον τα μέτρα εφαρμοστούν από όλους, πάντως, αναμένεται μέσα στις επόμενες 15 μέρες μείωση των νέων κρουσμάτων. Αρχικά στη Θεσσαλονίκη και στις Σέρρες, που μπήκαν σε καθεστώς οριζόντιων περιοριστικών μέτρων (lockdown) λίγες μέρες νωρίτερα από ότι στην υπόλοιπη Ελλάδα.

Δυστυχώς, η μείωση των κρουσμάτων δεν συνοδεύεται ταυτόχρονα και με μείωση των σοβαρών περιστατικών που εισάγονται στα νοσοκομεία και σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας. Κι αυτή είναι η επόμενη σοβαρή πρόκληση που έχουμε να αντιμετωπίσουμε.

Μείωση του αριθμού των νοσηλευομένων και των θανάτων

Η πίεση στο σύστημα Υγείας αναμένεται να είναι το “αγκάθι” της διαχείρισης της πανδημίας στην Ελλάδα το επόμενο κρίσιμο δεκαπενθήμερο. Το lockdown στη χώρα, άλλωστε, εφαρμόστηκε ακριβώς γι’ αυτό: για να περιοριστεί η εκθετική αύξηση των κρουσμάτων, που οδηγεί σε εκθετική αύξηση των πιο “σκληρών” δεικτών, όπως ανέφερε η Καθηγήτρια κ. Παπαευαγγέλου, δηλαδή στον αριθμό των διασωληνωμένων ασθενών και των ασθενών που καταλήγουν σε θάνατο.

Και οι δύο αυτοί δείκτες μέσα στις δύο προηγούμενες εβδομάδες υπερδιπλασιάστηκαν. Να σημειωθεί ότι μόνο χθες καταγράφηκαν 239 ασθενείς σε μηχανική υποστήριξη της αναπνοής και 41 έχασαν τη ζωή τους, σημειώνοντας το μεγαλύτερο αρνητικό ρεκόρ θανάτων σε όλη την πανδημία.

Ο μέσος όρος των τελευταίων εφτά ημερών σε εισαγωγές, είναι 240 με 250 ανά ημέρα, ενώ τις τελευταίες τρεις ημέρες αυτές ξεπέρασαν  τις 300 ημερησίως.

Τα αποτελέσματα του lockdown ως προς τη μείωση των εισαγωγών σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας και των διασωληνωμένων ασθενών είναι το πιο δύσκολο σκέλος της διαχείρισης του προβλήματος. Η διάρκεια νοσηλείας στις ΜΕΘ διαρκεί -κατά μέσο όρο δύο εβδομάδες- συνεπώς οι ασθενείς “αθροίζονται”, όπως είπε η καθηγήτρια κ. Παπαευαγγέλου, στις ΜΕΘ:

“Έτσι θα χρειαστεί περισσότερος χρόνος και δυστυχώς αναμένουμε συνεχή αύξηση του αριθμού των νοσηλευομένων στις ΜΕΘ στις επόμενες μέρες”, συμπλήρωσε.

Όσο για το εάν θα υπάρξει και περαιτέρω αύξηση στους θανάτους; Εδώ η κατάσταση είναι ακόμη πιο ρευστή και απρόβλεπτη. Αυτό θα εξαρτηθεί από το εάν θα υπάρξει “διείσδυση” της νόσου στην ηλικιακή ομάδα των ασθενών, άνω των 65.

Η θνησιμότητα πάντως, αναμένεται να αρχίσει να αυξάνεται μέσα σε ερχόμενη εβδομάδα, ενώ οι επιστήμονες βλέπουν την κορύφωσή της μέσα στις επόμενες δέκα μέρες.

Σύμφωνα με τα νεότερα στοιχεία, πάντως, οι νέες διαγνώσεις στις ηλικίες των 65+ παρουσίασαν μικρή αύξηση. Αντίθετα οι ομάδες 19-39 και 40-65 εμφανίζουν πλέον -και μετά από έναν μήνα- τον ίδιο αριθμό μολύνσεων, δηλαδή 500 διαγνώσεις ανά εκατομμύριο πληθυσμού. Οι ηλικίες 1-18, τέλος, παραμένουν στα ίδια χαμηλά επίπεδα.

Διαχείριση και έλεγχος της πανδημίας μέσω του ΕΣΥ

Η διαχείριση της υπέρμετρης επιβάρυνσης του ΕΣΥ που έχει ήδη ξεκινήσει και αναμένεται να κορυφωθεί τις επόμενες δύο εβδομάδες, προβλέπει την ανάπτυξη νέων κλινών μέσω αλλαγής χρήσης τμημάτων, κλινικών ή ακόμη και ολόκληρων νοσοκομείων.

Με την αύξηση των εισαγωγών ασθενών σε νοσοκομεία και ΜΕΘ, οι οποίες πλέον ξεπερνούν τις 2.500 χιλιάδες, η αγωνία των υγειονομικών αρχών επικεντρώνεται στο να μην κορεστεί το σύστημα Υγείας.

Ήδη έχει ξεκινήσει μια τιτάνια προσπάθεια στη Βόρεια Ελλάδα από τους υπεύθυνους του Εθνικού Κέντρου Επιχειρήσεων Υγείας (ΕΚΕΠΥ), η οποία περιλαμβάνει τη μεταφορά ασθενών που πάσχουν από άλλα νοσήματα -πλην κορονοϊού- σε ιδιωτικά νοσοκομεία, ώστε να απελευθερωθούν κρεβάτια για τη νοσηλεία περιστατικών Covid/

“Αγκάθι” στη νοσοκομειακή διαχείριση της πανδημίας αποτελεί και η διασπορά του κορονοϊού στα νοσοκομεία που αποδεκατίζει αξιόμαχο υγειονομικό προσωπικό. Σύμφωνα με στοιχεία της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων στα Δημόσια Νοσοκομεία (ΠΟΕΔΗΝ), περισσότεροι από 100 γιατροί και νοσηλευτές απουσιάζουν αυτή τη στιγμή από την υπηρεσία τους, καθώς νοσούν από κορονοϊό.

Πηγή