Μεγαλύτερη ευελιξία μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων σε επιχειρησιακό επίπεδο όχι μόνο για τη διαμόρφωση των μισθών αλλά και των όρων εργασίας, συνεργασία του ΟΑΕΔ με ιδιωτικές επιχειρήσεις με στόχο τη μεγαλύτερη σύζευξη της προσφοράς εργασίας με τις ανάγκες της αγοράς, καθώς και μείωση των εισφορών και φόρων κυρίως στους χαμηλόμισθους με στόχο την αποτελεσματικότερη προστασία των ευπαθών ομάδων, επαναφέρει στις προτάσεις του ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ). Ο ΟΟΣΑ επισημαίνει, για παράδειγμα, ότι η παροχή περισσότερης ευελιξίας στους χώρους εργασίας για την προσαρμογή των συλλογικών συμβάσεων σε συγκεκριμένες περιστάσεις θα οδηγούσε στην ευθυγράμμιση της αύξησης των μισθών με την εξέλιξη της παραγωγικότητας και θα βοηθούσε τις επιχειρήσεις να αντιμετωπίσουν το σοκ της παγκόσμιας υγειονομικής κρίσης.
Στην έκθεση γίνεται μια σύντομη αναδρομή στις παρεμβάσεις της περασμένης δεκαετίας, εν μέσω δημοσιονομικής κρίσης και τριμερούς επιτήρησης, και αφού επικεντρώνεται στις πρόσφατες αλλαγές της κυβέρνησης, που δίνουν στις επιχειρήσεις –υπό προϋποθέσεις– τη δυνατότητα εξαίρεσης από τις κλαδικές συμβάσεις, προτείνεται η περαιτέρω ενδυνάμωση των επιχειρησιακών συμβάσεων. Σημαντικό ρόλο, δε, στην εξέλιξη αυτή θα μπορούσαν να διαδραματίσουν, σύμφωνα με τους μελετητές του Οργανισμού, οι «ενώσεις προσώπων».
Η έκθεση αξιολογεί θετικά τα μέτρα κοινωνικής προστασίας και προσωρινής στήριξης που έλαβε η ελληνική κυβέρνηση με στόχο την ενίσχυση των εισοδημάτων των νοικοκυριών και την προστασία των θέσεων εργασίας κατά τη διάρκεια της κρίσης του κορωνοϊού. Επισημαίνει, όμως, ότι τα υψηλά ποσοστά εισφορών και φόρων, σε συνδυασμό με τη χαμηλή υποστήριξη της εργασίας για τους χαμηλόμισθους, συνεχίζουν να οδηγούν σε υψηλές, διαρθρωτικές… παρατυπίες. Αυτό αυξάνει την ανασφάλεια –εξαιρώντας πολλούς εργαζομένους από πολιτικές κοινωνικής προστασίας– και εξασθενεί την παραγωγικότητα.
Σημειώνει, δε, ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να προωθήσει πολιτικές που εφαρμόζουν άλλες χώρες, όπως οι «παροχές εργασίας», για τη στήριξη του χαμηλού εισοδήματος του εργαζομένου, με βάση, για παράδειγμα, τις ώρες εργασίας και τα συνολικά ακαθάριστα έσοδά του.
Στην πράξη, προτείνεται η συμπλήρωση του εισοδήματος με μεταφορές από το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, περίπου 10% του κατώτατου μισθού (δηλ. 65 ευρώ ανά μήνα), στα ακαθάριστα κέρδη ακριβώς κάτω από τον ελάχιστο μισθό πλήρους απασχόλησης.
Ειδικά στο θέμα των υπηρεσιών απασχόλησης, ο ΟΟΣΑ προτείνει την ενίσχυση της πρόσβασης των ανέργων σε υπηρεσίες απασχόλησης μέσω και ιδιωτικών παρόχων. Ο ΟΟΣΑ αναφέρει παραδείγματα χωρών που είτε έκλεισαν τους δημόσιους οργανισμούς τύπου ΟΑΕΔ και στράφηκαν προς τις ιδιωτικές επιχειρήσεις είτε έχουν ενισχύσει τον ρόλο των ιδιωτικών παρόχων υπηρεσιών, με τους κρατικούς να διατηρούν ένα ρόλο περισσότερο συντονιστικό και εποπτείας.
Κάνει μάλιστα αναφορά στο σύστημα της Ιταλίας που, αν και παρουσίασε σημαντικές δυσλειτουργίες, θεωρείται από τον Οργανισμό ότι μπορεί να εφαρμοστεί στη χώρα μας. Πρόκειται για τα «κουπόνια απασχόλησης» ή κουπόνια αναζήτησης εργασίας, τα οποία θα εξαγοράζονται από τον πάροχο υπηρεσιών απασχόλησης, είτε είναι δημόσιος είτε ιδιωτικός. Βέβαια, η αξία αυτού του κουπονιού, τουλάχιστον στην Ιταλία, όπως αναφέρει ο ΟΟΣΑ, καθορίζεται από την πιθανή απασχολησιμότητα του αναζητούντος εργασία, η οποία ενημερώνεται συνεχώς με βάση και τα αποτελέσματα της δράσης.