Προθεσμία για να απολογηθούν το μεσημέρι της Παρασκευής ζήτησαν και έλαβαν από τον ανακριτή οι επτά συλληφθέντες για την υπόθεση αρχαιοκαπηλίας στο Ηράκλειο Κρήτης.
Οι επτά συλληφθέντες οδηγήθηκαν νωρίτερα σήμερα Τετάρτη 19 Απριλίου στο Δικαστικό Μέγαρο Ηρακλείου, όπου ο εισαγγελέας άσκησε ποινική δίωξη για εγκληματική οργάνωση στους τρεις βασικούς εμπλεκομένους της υπόθεσης, στον ξυλουργό, τον συνταξιούχο της αρχαιολογικής υπηρεσίας και τον πρώην λιμενικό.
Οι τρεις βασικοί εμπλεκόμενοι κατηγορούνται ακόμα, σύμφωνα με την ασκηθείσα ποινική δίωξη και για αποδοχή και διάθεση μνημείων που αποτελούν προϊόντα εγκλήματος μεγάλης αξίας και σε απόπειρα, για τον Ιταλό κατηγορούμενο της υπόθεσης.
Επισης, πέντε από τους συλληφθέντες, με βάση πάντα την ποινική δίωξη, κατηγορούνται για ένταξη σε εγκληματική οργάνωση και κάποιοι από αυτούς, για συνέργεια στην κατηγορία της αποδοχής και διάθεσης μνημείων.
Για τον Ιταλό, η κατηγορία αφορά την απόπειρα αποδοχής και διάθεσης μνημείων.
Υπεράσπιση: Πρόκειται για «φουκαράδες» που προσπάθησαν να βγάλουν χρήματα
Σύμφωνα με τη δικογραφία που σχημάτισαν οι διωκτικές Αρχές οι επτά κατηγορούμενοι συνελήφθησαν κατά περίπτωση για πράξεις κακουργηματικού χαρακτήρα (εγκληματική οργάνωση, παραβάσεις της νομοθεσίας περί αρχαιοτήτων).
Στη δικογραφία εκτός από τους 7 συλληφθέντες περιλαμβάνονται και άλλα δύο άτομα, τα οποία αναζητούνται από την αστυνομία. Πρόκειται για 43χρονο ιδιωτικό υπάλληλο και έναν 71χρονο, ο οποίος φέρεται να μεσολάβησε για να έρθουν σε επαφή οι τρεις βασικοί κατηγορούμενοι με τον Ιταλό.
Η υπεράσπιση των 3 εκ των συλληφθέντων και του Ιταλού αγοραστή, υποστηρίζει ότι πρόκειται για «φουκαράδες» που προσπάθησαν να βγάλουν χρήματα.
«Θέλω να πιστεύω ότι η διαφήμιση της υπόθεσης δεν θα οδηγήσει τον εισαγγελέα στην διόγκωση του νομικού χαρακτηρισμού της κατηγορίας, καθώς πρόκειται για 9 ανθρώπους, οι οποίοι ετερόκλιτα ήρθαν σε επαφή μεταξύ τους προκειμένου πάνω στην οικονομική τους δυσπραγία να εξασφαλίσουν κάποια χρήματα», αναφέρει η πλευρά της υπεράσπισης τονίζοντας πως το γεγονός ότι δεν βρέθηκαν χρήματα και ο απαραίτητος εξοπλισμός οδηγεί στο συμπέρασμα πως δεν πρόκειται για ανθρώπους που διακινούσαν κατ’ επάγγελμα αρχαιότητες αλλά για ανθρώπους που πάνω στην απελπισία τους προσπάθησαν να πάρουν μια ανάσα με ένα κακότεχνο τρόπο», υποστήριξε η υπεράσπιση λίγο πριν την άσκηση ποινικής δίωξης σύμφωνα με το neakriti.gr.
Η εξιχνίαση της υπόθεσης – Άνω του 1 εκατ. ευρώ η αξία των αρχαίων
Η υπόθεση αρχαιοκαπηλίας στο Ηράκλειο Κρήτης εξιχνιάστηκε χθες Τρίτη 18 Απριλίου, από το Τμήμα Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος της ΕΛΑΣ
Ένας από τους επτά συλληφθέντες, ο 69χρονος από την Ιταλία έφτασε στο Ηράκλειο το βράδυ της Κυριακής του Πάσχα. Προχθές το απόγευμα, συνοδευόμενος από μέλη της συμμορίας (ανάμεσά τους και ένας 57χρονος που φέρεται να είχε ρόλο μεταφραστή), μετέβη στην περιοχή ανάμεσα στις Βούτες και το Πετροκέφαλο (όπου βρισκόταν η γιάφκα), προκειμένου να προβεί στην εκτίμηση της αξίας των αρχαιοτήτων και να κλειστεί το deal.
Τη στιγμή εκείνη έγινε η έφοδος από άνδρες της ΕΚΑΜ, που ακινητοποίησαν και συνέλαβαν τους κατηγορουμένους.
Έξι από τα άτομα που εμπλέκονται στην υπόθεση έγιναν τσακωτοί την ώρα της αγοραπωλησίας, μετά από έφοδο των ειδικών δυνάμεων της ΕΛ.ΑΣ. σε εξοχική κατοικία, ενώ ο έβδομος εμπλεκόμενος εμφανίστηκε χθες στην αστυνομία.
Πρόκειται για έναν 57χρονο άνδρα στον οποίον αποδίδεται ο ρόλος του διερμηνέα στις συνεννοήσεις των μελών του κυκλώματος με τον Ιταλό επίδοξο αγοραστή των αρχαιοτήτων, η αξία των οποίων εκτιμάται ότι υπερβαίνει το ένα εκατομμύριο ευρώ.
Από υστερομινωικό νεκροταφείο τα αρχαία της σπείρας
Φως γύρω από τα μεγάλης αξίας αρχαία που στόχευαν να πουλήσουν τα μέλη του κυκλώματος αρχαιοκαπηλίας, ρίχνει η διευθύντρια της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ηρακλείου Βασιλική Συθιακάκη.
Με δηλώσεις της στην ΕΡΤ, τονίζει ότι είναι πρόωρο να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα, ωστόσο εκτιμά ότι είναι πιθανόν να προέρχονται, τα περισσότερα εξ’ αυτών τουλάχιστον, από λαθρανασκαφές τις ευρύτερης περιοχής του Αγ. Μύρωνα, στο δυτικό τμήμα του νομού Ηρακλείου.
«Υπάρχει περίπτωση να είναι – κάποια τουλάχιστον από αυτά – από την ευρύτερη περιοχή, στην οποία βρέθηκαν αποθηκευμένα. Από τον Άγιο Μύρωνα, από το δυτικό τμήμα του νομού Ηρακλείου πιθανόν, χωρίς να μπορώ να αποκλείσω να είναι κάποια και από τη Μεσαρά. Είναι η προσωπική μου εκτίμηση με βάση κάποιες από τις φωτογραφίες» αναφέρει χαρακτηριστικά. Και συνεχίζει: «Οι λάρνακες θα δώσουν περισσότερα στοιχεία. Το βέβαιο είναι ότι προέρχονται – διότι τα περισσότερα φαίνεται να ανήκουν στην ίδια εποχή – από υστερομινωικό νεκροταφείο και χρονικά τοποθετούνται γύρω στο 1.400 – 133 πΧ. Είναι τα νεκροταφεία των λαξευτών συνήθως μικρών θολωτών τάφων της Μυκηναϊκής περιόδου που περιλαμβάνουν λάρνακες και τέτοιου είδους κτερίσματα».
Όπως εξήγησε η ίδια: «Το πρώτο μέλημα της Υπηρεσίας είναι να καταγράψει τα αντικείμενα, να κάνει την προκαταρκτική τεκμηρίωση, την οποία χρειάζονται και οι Αρχές για τις περαιτέρω διαδικασίες τους. Η προέλευσή τους θα προκύψει από την αναλυτικότερη μελέτη τους, που θα γίνει όταν αυτά μεταφερθούν στον δικό μας χώρο. Η υπηρεσία θα επιχειρήσει στην συνέχεια, μέσα από τα αρχεία, να κάνει συσχετισμό τους με προηγούμενες υποθέσεις λαθρανασκαφών, γιατί η πρώτη μας εκτίμηση είναι ότι δεν προέρχονται από πρόσφατες λαθραίες εργασίες – δεν θέλω καν να τις χαρακτηρίζω λαθρανασκαφές γιατί είναι πάντα καταστροφές».
Μάλιστα, η κ. Συθιακάκη εκτιμά πως τα ευρήματα, οι επτά λάρνακες και τα 88 αγγεία, πρέπει να ήταν αποθηκευμένα επί μακρό χρονικό διάστημα. «Και συνήθως έτσι συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, για να μην διασυνδέονται τα ευρήματα με γνωστές υποθέσεις λαθρανασκαφών που έχουν εντοπιστεί και καταγγελθεί» σημειώνει.
Τέλος, εκτιμά ότι «λόγω του όγκου του υλικού δεν είναι απίθανο να προέρχονται από διαφορετικές λαθρανασκαφές, αλλά θα πρέπει να το μελετήσουν οι συνάδελφοι που εξειδικεύονται στην συγκεκριμένη περίοδο. Έχουμε την τύχη να έχουμε εξαιρετικούς συναδέλφους με υψηλού επιπέδου κατάρτιση στην περίοδο αυτή, οι οποίοι έχουν συνδράμει στην ταυτοποίηση και άλλων αρχαιοτήτων από συλλογές του εξωτερικού που έχουν επαναπατριστεί».