Αισιόδοξος για την πορεία της ελληνικής οικονομίας εμφανίστηκε ο τραπεζίτης Μιχάλης Σάλλας, προβλέποντας πως παρά την ύφεση, που την τοποθέτησε στο 8% φέτος, στη συνέχεια «η οικονομία θα εκτοξευθεί σαν ελατήριο». Στην παρέμβασή του στο Delphi Forum σημείωσε ότι για πρώτη φορά βλέπουμε την Ευρώπη να αντιδρά με τέτοια ταχύτητα και σε τέτοια έκταση, και τόνισε ότι χωρίς τη βοήθεια της Ε.Ε. αλλά και τη σοβαρή κυβερνητική παρέμβαση, η ύφεση θα ήταν πολύ μεγαλύτερη, διευκρινίζοντας πως το τελικό αποτέλεσμα θα διαμορφωθεί από τις δημόσιες δαπάνες και τις μεταβιβαστικές πληρωμές.
Τα κόκκινα δάνεια
Σε ό,τι αφορά τις ελληνικές τράπεζες, ο κ. Σάλλας σημείωσε πως στην προηγούμενη κρίση δεν είχαν τη βοήθεια και τις δυνατότητες που έχουν σήμερα, ενώ υπήρξε και μια τάση στοχοποίησής τους. Η χαλάρωση των δεικτών και οι δυνατότητες πιστωτικής επέκτασης και δημιουργίας κέρδους δίνουν σήμερα στις τράπεζες τη δυνατότητα να αντιμετωπίσουν παραγωγικά την κρίση. Ο ίδιος χαρακτήρισε «διαχειρίσιμα» τα νέα κόκκινα δάνεια που θα προκύψουν από την πανδημία, από τη στιγμή που «η δυναμική των τραπεζών μπορεί να αντισταθμίσει τις απώλειες, ενώ έχουν δημιουργηθεί εργαλεία, όπως ο “Ηρακλής”, για να προχωρήσει η εκκαθάριση των ισολογισμών των τραπεζών από τα NPEs».
Ο κ. Σάλλας εκτίμησε ότι οι τράπεζες δεν θα χρειαστούν στην παρούσα φάση ανακεφαλαιοποίηση και, επίσης, ότι δεν κινδυνεύουν τα χρήματα των καταθετών. Η χαλάρωση των δεικτών και οι καινούργιες εργασίες των τραπεζών που θα δημιουργήσουν κέρδη, είναι παράγοντες που εξασφαλίζουν την κεφαλαιακή επάρκεια των πιστωτικών ιδρυμάτων, αλλά η κεφαλαιακή ενίσχυση δεν θα αποφευχθεί σε μεταγενέστερη φάση, υπογράμμισε.
Για τον αναβαλλόμενο φόρο, ο κ. Σάλλας σημείωσε πως είναι ένα πρόβλημα που χρήζει άμεσης αντιμετώπισης καθώς, προκειμένου να αποτραπεί η κρατικοποίηση των τραπεζών, τα πιστωτικά ιδρύματα πρέπει να δημιουργήσουν κέρδη περίπου 56 δισ. ευρώ για τα επόμενα 16-18 χρόνια, ώστε να διατηρήσουν τα 16 δισ. ευρώ κεφάλαια που προκύπτουν από το DTC.