Καταλυτική για την αποβιομηχάνιση της χώρας στάθηκε η διαχρονική ασυμμετρία μισθολογικού κόστους και παραγωγικότητας στη μεταποίηση, φαινόμενο που κορυφώθηκε τη δεκαετία του 1980, σύμφωνα με όσα καταδεικνύει μελέτη του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών (ΚΕΦΙΜ).

Μάλιστα σε συνδυασμό με την αύξηση του κρατικού παρεμβατισμού η δυσαρμονία μισθολογικού κόστους και παραγωγικότητας συνέτεινε αποφασιστικά στη στροφή του παραγωγικού μοντέλου στον κλάδο των υπηρεσιών.

Είναι χαρακτηριστικό ότι για 44 από τα 59 εξεταζόμενα έτη της έρευνας (1960-1967 και 1978-2013) το μισθολογικό κόστος αυξήθηκε περισσότερο από την παραγωγικότητα, ενώ μόλις για 15 έτη (1968-1977 και 2014-2018) οι ρυθμοί αύξησης της παραγωγικότητας ήταν μεγαλύτεροι από τους αντίστοιχους του μισθολογικού κόστους.

Εικοσαετής εκτροχιασμός

Ιδιαίτερα κατά την περίοδο 1981-2000, τα δύο μεγέθη αποσυνδέονται σε αξιοσημείωτα μεγάλο βαθμό καθώς ο ρυθμός αύξησης του μισθολογικού κόστους υπερβαίνει τον αντίστοιχο της παραγωγικότητας από 13% (το 1993) έως 38%.

Η δεκαετία του ‘80

Η δεκαετία του 1980 υπήρξε για την Ελλάδα περίοδος πλήρους αποσύνδεσης της εξέλιξης του μισθολογικού κόστους και της παραγωγικότητας. Η Ελλάδα είναι μάλιστα η μόνη εξεταζόμενη χώρα όπου καθ’ όλη τη δεκαετία το μισθολογικό κόστος αυξάνεται ταχύτερα από την παραγωγικότητα (μέση ετήσια διαφορά 13%).

Βίαιη διόρθωση στα χρόνια της κρίσης

Αντιθέτως, στη δεκαετία του 2010, κατά την διάρκεια της εντονότερης κρίσης που γνώρισε η Ελλάδα μεταπολεμικά, μισθοί και παραγωγικότητα ακολούθησαν αντίρροπες πορείες. Η παραγωγικότητα αυξήθηκε πολύ περισσότερο από τους μισθούς καθ’ όλη την διάρκεια της περιόδου, με πολύ μεγάλη διακύμανση μεταξύ των δύο μεγεθών. Οι υπόλοιπες εξεταζόμενες ευρωπαϊκές χώρες ακολουθούν την ίδια τάση με την Ελλάδα αλλά με μικρότερη ένταση.

Συνοπτικά:

● Η μεγαλύτερη αύξηση του μισθολογικού κόστους έναντι της παραγωγικότητας στη μεταποίηση, κυρίως κατά τη δεκαετία του 1980, σε συνδυασμό με την αύξηση του κρατικού παρεμβατισμού απέβη καταλυτική για την αποβιομηχάνιση της Ελλάδας και τη μονομερή στροφή του παραγωγικού μοντέλου στον κλάδο των υπηρεσιών.

● Το μισθολογικό κόστος δεν αποτελεί σήμερα αντικίνητρο ανάπτυξης στον κλάδο της μεταποίησης, καθώς από το 2013 και μετά η παραγωγικότητα του κλάδου αυξάνεται ταχύτερα από το μισθολογικό κόστος. Εμπόδια παραμένουν το μη μισθολογικό κόστος (φόροι και ασφαλιστικές εισφορές) και το αντιαναπτυξιακό ρυθμιστικό περιβάλλον.

● Κατά την περίοδο 1960-2018, το μισθολογικό κόστος στη χώρα μας αυξανόταν ετησίως κατά μέσο όρο 11% περισσότερο απ’ ό,τι η παραγωγικότητα.

● Η αποσύνδεση μισθολογικού κόστους και παραγωγικότητας κορυφώθηκε στην Ελλάδα κατά την περίοδο 1981-2000, όταν το μισθολογικό κόστος αυξήθηκε με ετήσιο μέσο όρο 27% περισσότερο απ’ ό,τι η παραγωγικότητα. Ειδικά τα έτη 1982 και 1997, η διαφορά αυτή έφτασε το 38%.

● Με την έναρξη της κρίσης, η παραγωγικότητα της μεταποίησης σημείωσε κατακόρυφη πτώση ενώ το μισθολογικό κόστος παρέμεινε αρχικά σχετικά σταθερό, με αποτέλεσμα η απασχόληση στη μεταποίηση να μειωθεί κατά 33% και ο αριθμός των επιχειρήσεων να μειωθεί κατά 28%.

Δείτε εδώ τη μελέτη του ΚΕΦΙΜ.

kathimerini.gr