Ανάστατη η οικογένεια, κρέμεται από το τηλέφωνο για να μάθει κάτι παραπάνω.

«Μακάρι να’ ναι αυτός, μακάρι να’ ναι αυτός», λέει η αδελφή του αλλά η απάντηση από την αστυνομία είναι αρνητική.

«Να μιλήσουν θέλω»

Η αγωνία στα μάτια της μητέρας του, κόβει την ανάσα.

«Λογικά ξέρουν. Κάποιος έχει δει κάτι. Να μιλήσουν θέλω. Πηγαίνω στα χωράφια να ψάξω και νομίζω θα μου μιλήσει το παιδάκι μου. Θα μου πει ‘μαμά εδώ είμαι’. Δεν μπορεί να χάθηκε. Το παιδί δεν είναι βελόνι. Και αυτός ο ίδιος να μιλήσει. Δεν γλιτώνει έτσι και αλλιώς. Είμαι 100% σίγουρη ότι το έχει κάνει. Εμένα μου μιλούσε πολύ ειρωνικά εκείνη την ημέρα. Ήταν φίλος του. Σηκώθηκε, πήγε στο χωριό, τεσσεράμισι ώρες μακριά και να μην πάρει ένα τηλέφωνο; Να μου πει, Γεωργία βρήκες τίποτα από τον Μπάμπη; Σαν φίλος. Αυτός τον πήγε εκεί. Ήταν πολύ στεγνός. Μου το έφαγε πισώπλατα το παιδί», λέει η άτυχη γυναίκα στο «Τούνελ».

H μητέρα του Μπάμπη διευκρινίζει πως αποκλείεται να φορούσε ρούχα για κυνήγι, αφού το παντελόνι το έχει σπίτι. Λέει ότι πρέπει να φορούσε μαύρο δερμάτινο μπουφάν και αθλητικά παπούτσια.

«Όπου και να πήγαινε μου έλεγε ότι θα πάει για καφέ, ότι θα πάει για κυνήγι, για να μην ανησυχώ. Εκείνη την ημέρα, δε μου είπε τίποτα. Ο κολλητός του φίλος μου είπε πού θα πήγαινε», αναφέρει.

«Το γνώριζα ότι του χρωστούσε λεφτά»

Το μυαλό της πλέον πηγαίνει στο κακό.

«Από αυτόν έχει γίνει. Γιατί χρωστούσε τα χρήματα. Τον πήγαινε αύριο και αύριο. Το γνώριζα ότι του χρωστούσε λεφτά από το καλοκαίρι. Του είχε δανείσει κοντά έναν χρόνο. Όλα μαζί, μαζεμένα 17.000 ευρώ. Τα 7.000 ευρώ είναι μέσω e-banking, περασμένα φαίνονται, τα άλλα είναι στο χέρι λογικά».


Πηγή