Το Ταμείο εκφράζει αμφιβολίες για τη βιωσιμότητα του χρέους μετά το 2032. Η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα, επισημαίνεται, δεν διασφαλίζεται υπό ρεαλιστικές μακροοικονομικές παραδοχές.
Επιφυλάξεις για τις προοπτικές ανάπτυξης, την οποία τοποθετεί στο 1,8% το 2019, στο 2,3% το 2020 και στο 2% το 2021, καθώς και για τη βιωσιμότητα του χρέους μακροπρόθεσμα, χαρακτηρίζουν την έκθεση του «άρθρου 4» του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, που συζητήθηκε χθες στο Εκτελεστικό Συμβούλιο, με την κυβέρνηση να εκφράζει ευθέως τις διαφωνίες της σε επιμέρους συμπεράσματα των τεχνοκρατών του. Συγκεκριμένα, στη δήλωση του εκπροσώπου της Ελλάδας στο Ταμείο Μιχάλη Ψαλιδόπουλου, η οποία επισυνάπτεται, ως είθισται, στην έκθεση, αντικρούονται –σύμφωνα με πληροφορίες– μια σειρά από επιχειρήματα, τα οποία υποβαθμίζουν τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.
Η έκθεση, όπως έγινε φανερό και από τη δήλωση συμπερασμάτων της αποστολής του Ταμείου του «άρθρου 4», τον Σεπτέμβριο, αναγνωρίζει μεν ότι η κυβέρνηση έκανε μια πολλά υποσχόμενη αρχή, απομακρύνοντας εμπόδια στις μεταρρυθμίσεις και τις ιδιωτικοποιήσεις, αλλά επισημαίνει ότι χρειάζεται μεγαλύτερη προσπάθεια, προκειμένου να καταστεί η χώρα ανταγωνιστική και να επιταχύνει τον ρυθμό ανάπτυξής της. Σημειώνεται ότι το Ταμείο προβλέπει μακροχρόνιο ρυθμό ανάπτυξη 0,9% και με βάση αυτόν εκτιμά ότι θα χρειαστεί μιάμιση δεκαετία για να φτάσει το πραγματικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ στα προ κρίσης επίπεδα.
Επίσης, εκφράζει αμφιβολίες για τη βιωσιμότητα του χρέους μετά το 2032. Η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα, επισημαίνεται, δεν διασφαλίζεται υπό ρεαλιστικές μακροοικονομικές παραδοχές. Στην έκθεση, η οποία αναμένεται να δοθεί στη δημοσιότητα έως αύριο, επαναλαμβάνονται, εξάλλου, οι θέσεις του Ταμείου υπέρ της περικοπής των συντάξεων και της μείωσης του αφορολογήτου. Ετσι, παρότι αναγνωρίζεται ότι οι φορολογικές ελαφρύνσεις είναι θετικές, επισημαίνεται ότι θα πρέπει να γίνουν περισσότερα για τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης. Μάλιστα, αναφέρεται ότι πρέπει να ανατραπεί η θεσμοθετημένη πλέον παροχή, εν είδει 13ης σύνταξης, την οποία ψήφισε και η σημερινή κυβέρνηση.
Την έκθεση του ΔΝΤ θα ακολουθήσει την ερχόμενη Τετάρτη η –πολύ πιο σημαντική– έκθεση της Κομισιόν για την τέταρτη αξιολόγηση. Εφόσον είναι θετική, όπως ελπίζει η κυβέρνηση, θα ανοίξει ο δρόμος για την έγκριση από το Eurogroup της 4ης Δεκεμβρίου της επόμενης δόσης επιστροφής των κερδών των ευρωπαϊκών κεντρικών τραπεζών (SMPs και ANFAs), ύψους περίπου 600 εκατ. ευρώ.
Με μεγάλο ενδιαφέρον αναμένεται και η ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους, η οποία θα συνοδεύει την έκθεση της Κομισιόν. Εφόσον αυτή διαπιστώνει βελτίωση της βιωσιμότητας του χρέους –σε αντίθεση με το ΔΝΤ– θα είναι μια θετική ένδειξη για τη διεκδίκηση, στη συνέχεια, της μείωσης του στόχου των πρωτογενών πλεονασμάτων για το 2021 και 2022.
Ο προϋπολογισμός
Στο τέλος της ερχόμενης εβδομάδας, εξάλλου, θα κατατεθεί και ο προϋπολογισμός του 2020 στη Βουλή. Εκεί θα αποτυπώνεται το περιθώριο για τη διανομή κοινωνικού μερίσματος φέτος, με βάση και τα στοιχεία για τα έσοδα που θα γίνουν γνωστά τις επόμενες ημέρες.