Υπάρχει πανεπιστημιακό άσυλο; Κι αν υπάρχει τι ακριβώς είναι; Δημιουργεί άβατα και… «πυρήνες ανομίας» ή προστατεύει την πανεπιστημιακή γνώση -κι αν χρειαστεί- αγωνιζόμενα κομμάτια του λαού; Τα παραπάνω ερωτήματα είναι κομμάτια μιας επίκαιρης συζήτησης που κρατάει… 180 χρόνια!

Από τον παραπάνω αριθμό το πρώτο συμπέρασμα που προκύπτει είναι πως η συγκεκριμένη κουβέντα μόνο εύκολη δεν είναι και σίγουρα αυτό που δεν χωράει είναι αφορισμοί, κατάρες και αναθέματα.

Πολλοί νόμοι έχουν προσπαθήσει μέσα σε αυτά τα 180 χρόνια (αν και η αλήθεια είναι πως νομοθετικά πρέπει να μιλάμε για την περίοδο από το 1982 και έπειτα) να περιγράψουν τι είναι άσυλο και ποιους προστατεύει. Και κάπου εδώ φτάνουμε στον μεγαλύτερο «μύθο»:

Καμία κυβέρνηση μέχρι σήμερα δεν έχει νομοθετήσει την ύπαρξη του πανεπιστημιακού ασύλου ως άβατο εγκληματικών πράξεων και αυτό είναι ξεκάθαρο σχεδόν σε όλους τους σχετικούς νόμους.

Και τότε, προς τι το μίσος και ο αλληλοσπαραγμός; Εδώ, ακριβώς, είναι που μπαίνει στη μέση το πολιτικό κόστος ή η προσπάθεια αλίευσης πολιτικής υπεραξίας πάνω σε ένα θέμα που αγγίζει ευαίσθητες χορδές της κοινωνίας και τα πράγματα μπερδεύονται. Αλλά ας πάρουμε την ιστορία από την αρχή…

Εν αρχή είναι τα «Σκιαδικά»

Τον Μάη του 1859 ο τότε υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας διατυπώνει την άποψη πως οι πλούσιες οικογένειες θα πρέπει να ενισχύσουν την εγχώρια παραγωγή. Ο γιος του διαδίδει αυτή την ιδέα σε φοιτητικούς κύκλους. Έτσι στις 10 Μάη πραγματοποιείται από φοιτητές μια συμβολική πορεία στην οποία οι συμμετέχοντες φορούν ψάθινα καπέλα από τη Σίφνο που ονομάζονταν «σκιάδια».

Οι εισαγωγείς καπέλων, ωστόσο, απαντούν στέλνοντας στο πεδίον του Άρεως υπαλλήλους φορώντας κουρελιασμένα ρούχα για να κοροϊδέψουν τους φοιτητές οι οποίοι με τη σειρά τους αντιδρούν και… αρχίζει το ξύλο! Καλείται η αστυνομία η οποία αφήνει ανέγγιχτους τους υπαλλήλους και συλλαμβάνει μόνο φοιτητές.

Ως αντίδραση την επόμενη ημέρα οι εξαγριωμένοι φοιτητές συγκεντρώθηκαν στα Προπύλαια και ζήτησαν διαδοχικές συναντήσεις από τον υπουργό Εσωτερικών μέχρι και τον ίδιο τον Όθωνα προκειμένου να ζητήσουν το «κεφάλι» του διοικητή της αστυνομίας. Το αίτημα τους δεν έγινε δεκτό και ενώ απειλούνταν επεισόδια ο φρούραρχος της Αθήνας έστειλε μεγάλη στρατιωτική δύναμη στο σημείο και εκδίωξε τους φοιτητές. Τελικά στο τέλος της ημέρας παύθηκε ο διοικητής της αστυνομίας και οι συλληφθέντες φοιτητές αφέθηκαν ελεύθεροι.

Την επόμενη ημέρα η είσοδος του στρατού στο πανεπιστήμιο καταγγέλθηκε στη Γερουσία ως καταπάτηση «του ασύλου των επιστημών» το οποίο και αποτελεί την παρθενική μνεία ενός άγραφου θεσμού της νεοελληνικής ιστορίας.

Η χούντα, το πολυτεχνείο και ο πρώτος νόμος

Από το 1859 και έπειτα, λοιπόν, αν και δεν υπήρχε κάποιος σχετικός… κανονικός νόμος, υπήρχε αυτός ο «άγραφος νόμος» ο οποίος επί της ουσίας θεσμοθετούσε την ύπαρξη πανεπιστημιακού ασύλου το οποίο κανείς (με ελάχιστες εξαιρέσεις) δεν αμφισβήτησε.

Ακόμα και η δικτατορία των συνταγματαρχών όταν πρώτα στα γεγονότα της Νομικής τον Φεβρουάριο του 1973 και στη συνέχεια βέβαια στο Πολυτεχνείο του 1973, δεν αμφισβήτησε την ύπαρξη αυτού του άγραφου νόμου. Παρά το γεγονός ότι έστελνε ασφαλίτες διαρκώς στα πανεπιστημιακά ιδρύματα, στα γεγονότα της Νομικής τον Φεβρουάριο δεν έκανε κάποια σχετική κίνηση. Ενώ στην δεύτερη και ξεχασμένη Νομική (τα γεγονότα του Μαρτίου της ίδια χρονιάς), οι αστυνομικοί εισέβαλαν αφού πρώτα έλαβαν τη σχετική άδεια από τις πρυτανικές αρχές.

Σε ότι αφορά τα σαφώς πιο σημαντικά γεγονότα της μεγάλης εξέγερσης του Νοέμβρη και παρά το γεγονός ότι έγινε η πιο εμβληματική καταπάτηση του πανεπιστημιακού ασύλου με την εισβολή του τανκ, η χούντα ένιωσε την ανάγκη να απολογηθεί (και στην ουσία να αναγνωρίσει και η ίδια την ύπαρξη του ασύλου) τονίζοντας πως «η μεγάλη πλειονότης των συγκεντρωθέντων εντός του Ιδρύματος απετελείτο από πρόσωπα διαφόρων κατηγοριών ξένων προς το Πολυτεχνείον»!

Σχεδόν με την έναρξη της μεταπολιτευτικής περιόδου άρχισαν και οι πρώτες προσπάθειες για να δημιουργηθεί και ο πρώτος κανονικός νόμος που θα θεσμοθετούσε το πανεπιστημιακό άσυλο. Οι κόντρες των κυβερνήσεων Καραμανλή και Ράλλη, ωστόσο, με την αντιπολίτευση και κυρίως με το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου δεν το επέτρεψαν.

Τελικά, ο πρώτος νόμος για το πανεπιστημιακό άσυλο έγινε από την «κυβέρνηση της αλλαγής» η οποία με τον Ν. 1268/82 θεσμοθέτησε και τυπικά την ύπαρξή του, δημιουργώντας ένα προστατευτικό κέλυφος γύρω από τα ιδρύματα. Από τότε μέχρι και σήμερα έχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι και κάθε προσπάθεια να αλλάξει αυτό το καθεστώς σημαίνει… οδομαχίες και πολιτικές κόντρες δίχως έλεος.

Όλοι οι σύγχρονοι νόμοι και τι αναφέρουν σχετικά με το άσυλο

Ουσιαστικά, από το 1982 μέχρι και αρχικά το 2007 και εν συνεχεία το 2011, και με μικρές επί μέρους παρεμβάσεις ο νόμος του ΠΑΣΟΚ για το πανεπιστημιακό άσυλο, «πειράχθηκε» ελάχιστα. Οι πιο σημαντικές ήταν με τον περιβόητο νόμο της Μαριέττας Γιαννάκου (Ν. 3549/2007) που οδήγησε σε πολύμηνη φοιτητική εξέγερση με τα επεισόδια στο κέντρο της Αθήνας και άλλων μεγαλουπόλεων να γίνονται κάθε εβδομάδα. Ο νόμος τελικά ψηφίστηκε εν μέσω πύρινων οδοφραγμάτων και σφοδρών συγκρούσεων.

Το ίδιο πάνω κάτω έγινε και με το Ν. 4009/11 της Άννας Διαμαντοπούλου που ψηφίστηκε και από τη Νέα Δημοκρατία και κατά πολλούς αποτέλεσε και μια… πρόβα συγκυβέρνησης των δυο κομμάτων, λίγο αργότερα και εν μέσω των μνημονιακών χρόνων.

Με τη σειρά του ο Ν. 4009/11 της Άννας Διαμαντοπούλου αποσύρθηκε για να πάρει τη θέση του ο Ν. 4485/2017 του Κώστα Γαβρόγλου επί ΣΥΡΙΖΑ και ο οποίος είναι ότι πιο κοντινό στον πρώτο νόμο του 1982.

Όλοι αυτοί οι νόμοι κατέγραφαν πως το άσυλο κατοχυρώνει την ακαδημαϊκή ελευθερία και την ελεύθερη διακίνηση ιδεών και προστατεύει το δικαίωμα στη μάθηση, τη γνώση και την εργασία. Η περιγραφή, λοιπόν του τι είναι άσυλο ήταν ξεκάθαρη και άρα οτιδήποτε δεν είχε σχέση με αυτό αυτόματα σήμαινε πως το αρμόδιο όργανο (μοναδική εξαίρεση εδώ ο νόμος Διαμαντοπούλου) δηλαδή το Πρυτανικό Συμβούλιο, έπρεπε να καλεί την αστυνομία να επέμβει.

Απλώς ανάλογα με την περίοδο και φυσικά την κυβέρνηση ήταν δυσκολότερο (βλέπε ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του 1980 και ΣΥΡΙΖΑ), ή ευκολότερο (βλέπε ΝΔ και… σύγχρονο ΠΑΣΟΚ).  Αν και δεν έλειπαν τα… οξύμωρα.

Στο νόμο του 1982, για παράδειγμα, το Πρυτανικό Συμβούλιο δεν μπορούσε να εξασφαλίσει την ομοφωνία που απαιτούνταν  διότι οι φοιτητές συστηματικά διαφωνούσαν. Αυτό βέβαια δεν απέτρεψε την πιο εμβληματική άρση ασύλου στο Πολυτεχνείο στα εξεγερσιακά γεγονότα του Νοέμβρη του 1995.

Αντίθετα αν και ο νόμος Διαμαντοπούλου επέτρεπε στην αστυνομία να μη διαφοροποιεί την αντιμετώπιση αξιόποινων πράξεων εντός και εκτός πανεπιστημιακών ιδρυμάτων δεν επενέβαινε ακόμη κι όταν εκαλείτο διότι φοβόταν τις γενικότερες αντιδράσεις αλλά και γιατί υπήρχε στην ατμόσφαιρα το «φάντασμα» της… «πολιτικής κάλυψης»!

Το ίδιο και με το νόμο Γιαννάκου το 2007 όπου κατήργησε τις πολύπλοκες διαδικασίες του 1982, μεταφέροντας την αρμοδιότητα άρσης του ασύλου στο ολιγομελές Πρυτανικό Συμβούλιο και οριοθέτησε τον θεσμό ώστε να καλύπτει μόνο εκπαιδευτικές λειτουργίες. Παρ’ όλα αυτά η κυβέρνηση Καραμανλή ουδέποτε έστειλε τα ΜΑΤ στις σχολές ακόμα και στην μεγάλη εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008!

Ο νόμος του Κώστα Γαβρόγλου, που βρισκόταν σε ισχύ μέχρι και πριν λίγα 24ωρα, προέβλεπε ότι «επέμβαση δημόσιας δύναμης σε χώρους των ΑΕΙ επιτρέπεται αυτεπαγγέλτως σε περιπτώσεις κακουργημάτων (όπως είναι η εμπορία και διακίνηση ναρκωτικών), καθώς και εγκλημάτων κατά της ζωής και ύστερα από απόφαση του Πρυτανικού Συμβουλίου σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση».

Η σχετική διάταξη επαναφέρει την αρμοδιότητα του πρυτανικού συμβουλίου και διακηρύσσει πως ο θεσμός προστατεύει –πλην των ακαδημαϊκών λειτουργιών– «την κατοχύρωση των δημοκρατικών αξιών».

Οι άρσεις ασύλου και τα… παράδοξα

Όπως γίνεται εύκολα κατανοητό, λοιπόν, από το 1982 μέχρι και σήμερα, ο νόμος είτε με απλό τρόπο, είτε με πιο σύνθετο, πάντα έδινε το δικαίωμα στην αστυνομία να επεμβαίνει εντός των ιδρυμάτων. Το αν τελικά γινόταν η επέμβαση ή όχι είχε να κάνει περισσότερο με πολιτικούς παράγοντες ή με τον φόβο της αστυνομίας να προχωρήσει σε σκληρή καταστολή αν μέσα σε ένα προαύλιο, για παράδειγμα, υπήρχαν χιλιάδες άτομα.

Την περίοδο από το 1983 έως και το 2006 (τότε δηλαδή που θεωρητικά η άρση γινόταν πιο δύσκολα) σημειώθηκαν τουλάχιστον 13 εισβολές αστυνομικών ή ακόμα και στρατονόμων σε πανεπιστημιακούς χώρους. Αντίθετα από το 2007 και έπειτα που θεωρητικά με τους νόμους Γιαννάκου και Διαμαντοπούλου τα πράγματα ήταν πιο απλά οι επεμβάσεις ήταν μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού και όχι όταν αφορούσαν αναταραχές μεγάλης κλίμακας.

Πως όμως άρχισαν οι πανεπιστημιακοί χώροι να χρησιμοποιούνται ως… πεδία μάχης μεταξύ ομάδων αναρχικών και αστυνομικών; Αυτό είναι πιθανότατα το πιο παράδοξο σε όλη αυτή την 180χρονη ιστορία. Για πρώτη φορά σε τόσο μεγάλη κλίμακα αυτό έγινε στις 9 Μαΐου 1985. Τότε ομάδες αναρχικών συγκεντρώθηκαν στην πλατεία Εξαρχείων, διαμαρτυρόμενοι για τις καθημερινές «επιχειρήσεις αρετής» της αστυνομίας. Η συγκέντρωση απαγορεύθηκε όπως συνηθιζόταν τότε κι ο αστυνομικός διευθυντής Δ. Χοχτούλας προειδοποίησε με ντουντούκα τους συγκεντρωμένους: «Εδώ δεν είναι Νομική να υπάρχει άσυλο. Θα σας συλλάβουμε και θα σας ισοπεδώσουμε»! Μετά από μερικές στιγμές αμηχανίας το μήνυμα είχε ληφθεί. Οι συγκεντρωμένοι έφυγαν από το σημείο και πήγαν στο πλησιέστερο πανεπιστημιακό κτίριο. Το Χημείο! Εκεί παρέμειναν για τέσσερις ημέρες οπότε και αποχώρησαν… ειρηνικά, μετά από πολύωρες μάχες με τους αστυνομικούς!

Τέλος και για ιστορικούς μόνος λόγους να αναφερθεί πως μετά την ψήφιση του νόμου 1268/82, η πρώτη κόντρα για το πανεπιστημιακό άσυλο έγινε στις 5 Ιανουαρίου του 1983. Τότε ένας αστυνομικός εισέβαλε στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο για να συλλάβει έναν εργαζόμενο που είχε διαπληκτισθεί με τον εργολάβο καθαρισμού (εργάζονταν εντός του ιδρύματος) μετά την απόλυσή του. Οι φοιτητές αντέδρασαν και κατήγγειλαν την παραβίαση, ενώ ο πρύτανης δήλωσε… άγνοια του νόμου!

Πηγή