Ο Τζέιμς Κάμερον και ο Ρόμπερτ Ροντρίγκεζ ενώνουν τις δυνάμεις τους για τη μεταφορά του ιαπωνικού manga «Αλίτα: Ο άγγελος της μάχης».

Η Μάγκι Τζίλενχαλ ερμηνεύει υποδειγματικά τη «Νηπιαγωγό» της Σάρα Κολαντζέλο, η Λιβανέζα Ναντίν Λαμπακί  ταρακουνάει τις συνειδήσεις μας με την «Καπερναούμ», ενώ το κύκνειο άσμα των αδερφών Ταβιάνι αφηγείται την ιστορία ενός ιδιαίτερου ερωτικού τριγώνου.

Καπερναούμ (Capharnaum)
Σκηνοθεσία: Ναντίν Λαμπακί
Παίζουν: Ζάιν Αλ Ραφέα, Γιορντάνος Σιφερό, Καουσάρ Αλ Χαντάντ, Φαντί Γιουσέφ

Λίβανος, αίθουσα δικαστηρίου. Ο Ζάιν, ένας δωδεκάχρονος παρουσιάζεται ενώπιον του δικαστή, ο οποίος τον ρωτάει γιατί θέλει να μηνύσει τους ίδιους του τους γονείς. «Επειδή με έφεραν στον κόσμο!», απαντάει o μικρός, κάνοντας έτσι τη δική του επανάσταση απέναντι στους γονείς του και τις άθλιες συνθήκες διαβίωσής τους. Αντιμέτωπος με αδιανόητες δυσκολίες και εμπόδια, ο μικρός Ζάιν θα ξεκινήσει ένα απίστευτο, γεμάτο δυσκολίες ταξίδι για να αναζητήσει τη δική του ταυτότητα, μέσα στον αμείλικτο κόσμο που έχουν φτιάξει γι’ αυτόν οι μεγάλοι.

Η  Λιβανέζα Ναντίν Λαμπακί  αφηγείται  με όρους ντοκιμαντέρ  την  ιστορία ενός μικρού αγοριού  που μήνυσε τους γονείς του επειδή τον έφεραν στον κόσμο  , αποσπώντας   μια υποψηφιότητα για το   Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας, αλλά και το Βραβείο Κριτικής Επιτροπής και Οικουμενικό Βραβείο  στο Φεστιβάλ Καννών.
Ο Ζάιν είναι ένα  μικρό παιδί χωρίς χαρά, που αγνοεί παντελώς πόσο χρόνων  είναι, αφού οι γονείς του δεν  φρόντισαν  να του βγάλουν πιστοποιητικό γέννησης, κι εργάζεται κάτω από  άθλιες συνθήκες στις παραγκουπόλεις της Βηρυτού. Θύμα κακοποίησης κι εκμετάλλευσης,  αναγκάζεται να  συμπεριφέρεται ως ενήλικας και να φροντίζει τη μικρότερη αδερφή του, η οποία δίνεται   νύφη  στην ηλικία των  έντεκα ετών. Απηυδισμένος τότε  ο Ζάιν  εγκαταλείπει το σπίτι του και ξεκινάει την περιπλάνησή του μακριά από την οικογένειά του.  Τυχαία θα συναντήσει μια παράνομη μετανάστρια από την Αιθιοπία, που θα τον πάρει υπό την προστασία της. Εκείνη  δουλεύει σκληρά,  μεγαλώνοντας με αγάπη τον  μικρό της γιο, όταν μια μέρα    συλλαμβάνεται, αφήνοντας τον Ζάιν μόνο με το  μωρό.

Ξεκινώντας από μια δίκη, όπου ο  Ζάιν  κατηγορείται επειδή μαχαίρωσε τον άντρα της  αδερφής του, ενώ ο ίδιος δηλώνει πως θέλει  να καταθέσει μήνυση εναντίον των γονιών του, η Ναντίν Λαμπακί, μετά τις βραβευμένες επιτυχίες «Caramel» και «Where Do We Go Now?» μέσα από φλας μπακ κι ακολουθώντας μια μη γραμμική αφήγηση   αφηγείται την οδύσσεια του  μικρού της ήρωα στις φτωχικές  συνοικίες του Λιβάνου, καταγράφοντας σχεδόν όλες τις εκδοχές της παιδικής κακοποίησης.

Παράνομη μετανάστευση, παραμελημένα παιδιά, προσφυγική ζωή,  ρατσισμός και  ξενοφοβία,  ανήλικα κορίτσια   που  πεθαίνουν στα  γαμήλια κρεβάτια τους,  σεξουαλική παρενόχληση, παράνομες σπείρες υιοθεσίας, είναι μόνο  μερικές από τις περιπτώσεις που  αντιμετωπίζει η «Καπερναούμ». Σίγουρα μια τόσο δυνατή ιστορία     επηρεάζει το συναίσθημα  και η Λαμπακί δεν  φοβάται να δημιουργήσει ισχυρό συναισθηματικό σοκ στο κοινό της, ακόμα αν  κάποιες στιγμές εκβιάζει τη συγκίνησή.  Παρόλα αυτά  η  ειλικρίνεια και η ευαισθησία της είναι τόσο έντονες   που η ταινία της καταγράφεται στην καρδιά του θεατή.

Χωρίς να αποφεύγει κάποιες μεγαλοστομίες – κυρίως  στους λόγους των γονέων του Ζάιν του στο δικαστήριο, που  απολογούμενοι  δηλώνουν   ότι έκαναν  τελικά αυτό  η κοινωνία τους έμαθε,- η Λαμπακί  με μια καλά  δομημένη  σκηνοθεσία και καθοδηγώντας εξαιρετικά τους ερασιτέχνες ηθοποιούς της,   δημιουργεί ένα  δράμα που θυμίζει σε σημεία ταινίες του ιταλικού νεορεαλισμού, από το οποίο δεν λείπει το χιούμορ και η ομορφιά που μπορεί να βρει κανείς στον βούρκο.
Ο δε μικρός πρωταγωνιστής της ο Ζάιν,  πρόσφυγας από τη Συρία που  η σκηνοθέτης τον ανακάλυψε να εργάζεται ως delivery boy στον Λίβανο,      αποτελεί μια ζωντανή απόδειξη της παιδικής αθωότητας που τόσο   βάναυσα   έχει καταρρακωθεί από τον κόσμο των μεγάλων.
Αξίζει επίσης να αναφέρουμε ότι η ομάδα, πίσω από την παραγωγή δημιούργησε το Ίδρυμα Capernaum, μία μη κυβερνητική οργάνωση που έχει στόχο να παρέχει μόνιμη οικονομική στήριξη στις οικογένειες όλων των ηθοποιών που έπαιξαν στην ταινία.  Πλέον, ο μικρός Ζάιν και η οικογένειά του  ζουν στη Νορβηγία, εκείνος και τα αδέρφια του πηγαίνουν σχολείο και συμμετέχουν σε ένα ειδικό πρόγραμμα ένταξης για να μάθουν νορβηγικά και να προσαρμοστούν στην κουλτούρα της χώρας.
Από την άλλη, η Σεντρά Ιζάμ (Σαχάρ στην ταινία) και η Φάρα Χάσνο (Μαϊσούν στην ταινία) δεν γυρνάνε πια στους δρόμους. Με τη βοήθεια της Unicef θα πάρουν μέρος σε ένα ειδικό ταχύρυθμο εκπαιδευτικό πρόγραμμα , ενώ η Τρέζουρ Μπανκόλε (Γιόνας στην ταινία),  που  ζούσε παράνομα με την οικογένειά της στον Λίβανο, υπό τη συνεχή απειλή της σύλληψης και της απέλασης από τις αρχές, έχει επιστρέψει στην Κένυα και  πηγαίνει σχολείο.

Η Νηπιαγωγός (The Kindergarten Teacher)
Σκηνοθεσία:  Σάρα Κολαντζέλο
Παίζουν: Μάγκι Τζίλενχαλ, Γκαέλ Γκαρσία Μπερνάλ

 
H Λίζα Σπινέλι είναι μια ευαίσθητη δασκάλα σε νηπιαγωγείο,  που ζει μια συμβατική ζωή στο Στέιτεν Αϊλαντ. Παρακολουθεί μαθήματα ποίησης σε νυχτερινό σχολείο, έχοντας πλήρη συναίσθηση της μετριότητάς της.  Όταν ανακαλύπτει τυχαία πως ένα αγόρι στην τάξη που διδάσκει έχει έμφυτο ταλέντο στην ποίηση, βάζει σκοπό της ζωής της να αποκαλύψει  την ιδιαιτερότητα του μικρού στον κόσμο.
Η Σάρα Κολαντζέλο υπογράφει  το  ριμέικ της ομότιτλης ισραηλινής ταινίας του Ναντάβ Λαπίντ ( 2014), αποσπώντας το  βραβείο σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ του Σάντανς.
Η Λίσα είναι μια στοργική νηπιαγωγός με καλλιτεχνικές ανησυχίες. Η ίδια παρακολουθεί μαθήματα  ποίησης,  αν και δεν φαίνεται να έχει κάποια ιδιαίτερη κλίση, ζει με τον σύζυγό της  μια βαρετή καθημερινότητα και αδυνατεί να επικοινωνήσει ουσιαστικά με τα δύο παιδιά της.  Όταν ανάμεσα στους μαθητές της ανακαλύψει ένα εξαιρετικό ταλέντο, που μπορεί να δημιουργεί από το τίποτα αριστοτεχνικά ποιήματα, η Λίζα αποκτάει εμμονή και βάζει σκοπό της  ζωής της να προβάλλει το μικρό της προστατευόμενο.
Η Κολαντζέλο δημιουργεί έναν από τους πιο  δυνατούς γυναικείους χαρακτήρες που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια, μια      ψυχοπαθολογική μεν περίπτωση με  αγαθές προθέσεις, που η ανάγκη της  για  ομορφιά την οδηγεί στα όρια.  Η Λίσα   προσπαθεί μανιασμένα να αποκαταστήσει τη ποίηση μέσα σε  έναν κόσμο  που  πρωταγωνιστούν τα smartphones και ο πόλεμος,   θέτοντας τελικά το ερώτημα στον θεατή κατά πόσο έχουμε ανάγκη την τέχνη κι αν τελικά η  μεγαλοφυΐα  βρίσκει τη θέση της στους ξέφρενους ρυθμούς της σύγχρονης ζωής.
Δομώντας την ιστορία ως ένα ψυχολογικό θρίλερ, η     Αμερικανίδα  σκηνοθέτης και  συγγραφέας, χτίζει λεπτό το λεπτό το σασπένς και κινηματογραφεί την εσωτερική διαδρομή της υπέροχης Μάγκι Τζίλενχαλ στην ψύχωση , δημιουργώντας έναν ανοιχτό διάλογο σχετικά με την έννοια και τη χρησιμότητα της τέχνης σήμερα,  χωρίς όμως  ούτε στιγμή  να θυσιάζει στο όνομα μιας ιδέας την κινηματογραφικότητα, πράγμα που συνήθως δεν αποφεύγουν οι ταινίες που μιλούν για την τέχνη σε ένα  φιλοσοφικό επίπεδο.  Εδώ αντίθετα  έχουμε την    ενδιαφέρουσα περίπτωση ενός  καλοστημένου θρίλερ, που  θέτει ανάλογα  ερωτήματα  και παραμένει σινεφιλικά απολαυστικό.


Αλίτα: O Άγγελος της Μάχης (Alita: Battle Angel
Σκηνοθεσία: Ρόμπερτ Ροντρίγκεζ
Παίζουν: Ρόζα Σαλαζάρ, Μαχερσάλα Άλι, Έιζα Γκονζάλεζ, Τζένιφερ Κόνελι, Μισέλ Ροντρίγκεζ

 
Όταν η Αλίτα ξυπνά χωρίς να θυμάται ποια είναι σε έναν  κόσμο που δεν αναγνωρίζει, την περιμαζεύει ο Ίντο, ένας ευγενικός επιστήμονας,  που αντιλαμβάνεται ότι κάπου μέσα σε αυτό το ανθρωποειδές κρύβεται η καρδιά και η ψυχή μιας νεαρής γυναίκας με ξεχωριστό παρελθόν. Καθώς  εκείνη  μαθαίνει να περιπλανιέται στη νέα της ζωή και στους επικίνδυνους δρόμους της Άιρον Σίτι, οΊντο προσπαθεί να την προφυλάξει από το αινιγματικό παρελθόν της, τη στιγμή που ο νέος της φίλος Χιούγκο είναι διατεθειμένος να τη βοηθήσει να ξυπνήσει τις μνήμες της. Όταν οι φονικές και διεφθαρμένες δυνάμεις της πόλης καταδιώκουν την Αλίτα, εκείνη ανακαλύπτει ένα σημαντικό  στοιχείο για το παρελθόν της.
Ο Τζέιμς Κάμερον  και ο Ρόμπερτ Ροντρίγκεζ  ενώνουν τις δυνάμεις τους  και μεταφέρουν στη μεγάλη οθόνη  το  διάσημο ιαπωνικό manga  του Γιουκίτο Κισίρο «Gunnm».
Η Αλίτα, ένα  ιδιαίτερο  ανθρωποειδές με χρυσή καρδιά,  «ξυπνάει»  σ’ έναν  άγνωστο γι’ αυτήν κόσμο  με τη βοήθεια του γιατρού Ίντο. Η ίδια  δεν  θυμάται τίποτα  από το παρελθόν  της , όμως η περιπλάνησή της στους φουτουριστικούς δρόμους του Άιρον Σίτι θα της αποκαλύψει  ότι διαθέτει εξαιρετικές πολεμικές ικανότητες. Με τη βοήθεια ενός φίλου της, του Χιούγκο, η Αλίτα θα έρθει  αντιμέτωπη με τη διεφθαρμένη εξουσία της πόλης  και θα αγωνιστεί για τη σωτηρία του κόσμου.
Ο Τζέιμς Κάμερον,  φανατικός  λάτρης της τεχνολογίας  που μελετά μετά μανίας όλες τις νέες  εφαρμογές , ως παραγωγός  θέτει στην  υπηρεσία του Ροντρίγκεζ  το  σύστημα Simulcam και το 3DFusionCamera. Το αποτέλεσμα είναι ένα   υπερθέαμα  πλούσιων οπτικών εφέ,  με αριστοτεχνική κινηματογράφηση που  προχωράει  ένα βήμα παρακάτω την  νέα  εποχή του κινηματογράφου.  Σίγουρα η ιστορία της Αλίτα έχει  υπαρξιακές και πολιτικές διαστάσεις, που εδώ περνούν εξ απαλών ονύχων  καθώς  οι δυο δημιουργοί  ενδιαφέρονται περισσότερο για τον   ψηφιακό κόσμο, παρά για βαθυστόχαστες  αναλύσεις. Έτσι    ναι μεν   καταφέρνουν να δημιουργήσουν   ένα φαντασμαγορικό φουτουριστικό παραμύθι, που διατηρεί την αισθητική των manga και  σίγουρα θα βρει ανταπόκριση στο νεανικό κοινό, αλλά μέχρι εκεί.
To all star cast  με τις  ερμηνείες του προσθέτει  ακόμα περισσότερο λάμψη στο όλο εγχείρημα, που όπως εμμέσως πλην σαφώς, όπως  υπονοεί το φινάλε με την παρουσία του Έντουαρντ Νόρτον,  αναμένεται να  έχει και συνέχεια.

Μια Προσωπική Ιστορία (Una Questione Privata)
Σκηνοθεσία: Πάολο και Βιτόριο Ταβιάνι
Παίζουν: Λούκα Μαρτινέλι, Λορέντζο Ριτσέλμι, Βαλεντίνα Μπελιέ
 

Το καλοκαίρι του 1943,  ο νεαρός Μίλτον ερωτεύεται τη Φούλβια, η οποία, όπως φαίνεται,  δεν τρέφει ανάλογα συναισθήματα και απλώς της αρέσει το βάθος της σκέψης του και τα γράμματα που της γράφει. Έναν χρόνο μετά, ο Μίλτον έχει μπει στην Αντίσταση και πολεμά στο πλάι των ανταρτών ενάντια στους Ναζί. Όταν τυχαία μαθαίνει ότι η Φούλβια ήταν κρυφά ερωτευμένη με τον επίσης αντάρτη και κοινό τους φίλο, Τζόρτζιο, ο Μίλτον αποφασίζει να πάει να τον βρει. Ο Τζόρτζιο, όμως, έχει μόλις συλληφθεί από τους Φασίστες, οπότε  ο Μίλον πρέπει να ισορροπήσει την επιθυμία του να πολεμήσει τους Ναζί, τη φιλία του με τους άλλους συμπολεμιστές του στην Αντίστασης, αλλά και την αγάπη του για την Φούλβια.
Το κύκνειο άσμα των αδερφών Ταβιάνι- ο  Βιτόριο  βέβαια απεβίωσε τον  Απρίλιο, οπότε έμεινε ο Πάολο για να συνεχίσει το σκηνοθετικό τους όραμα-   αφηγείται την τραγική ιστορία ενός ερωτικού τριγώνου στα χρόνια του Ιταλικού Εμφύλιου.
Εμπνευσμένοι από την αυτοβιογραφική νουβέλα «Μία Προσωπική Ιστορία» του Μπέπε Φενόλιο, οι αδελφοί Ταβιάνι μάς μεταφέρουν σε μια εποχή που οι ίδιοι έχουν ζήσει και γνωρίζουν καλά, την εποχή του ιταλικού Εμφυλίου που έφερε αντιμέτωπους φασίστες κι αντάρτες, και ξεκινώντας από μια προσωπική ιστορία, του  νεαρού Μίλτον που ερωτεύεται την Φούλβια, ενώ εκείνη  τρέφει  αισθήματα  για τον κοινό  τους φίλο, τον Τζόρτζιο, καταγράφουν πώς η μοίρα του  ατόμου είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την κοινωνία στην οποία ζει και  κατά συνέπεια έχει δημιουργήσει.
Με μια αέρινη, ατμοσφαιρική  κινηματογράφηση στα ορεινά τοπία της Ιταλίας, οι Ταβιάνι  αποδίδουν τη  σκληρότητα του εμφυλίου σπαραγμού,  ενώ ταυτόχρονα   μέσα από την εσωτερική διαδρομή του κεντρικού τους ήρωα, του Μίλτον, υμνούν  την αθωότητα του νεανικού έρωτα.  Σε αυτήν την πορεία τίθενται  νευραλγικά ηθικά διλλήματα  και πολιτικοί προβληματισμοί, όμως οι απαντήσεις για τους Ταβιάνι δεν είναι προφανείς, ούτε εύκολες. Έτσι ισορροπώντας επιδέξια ανάμεσα σε μια ονειρώδη ρομαντική αφήγηση και στην απεικόνιση μιας ολόκληρης εποχής, οι σπουδαίοι κινηματογραφιστές πειραματίζονται ακόμα μια φορά με τη φόρμα και υπογράφουν μια απόλυτα προσωπική ταινία, που  μπορεί να μην είναι η σημαντικότερή τους, σίγουρα όμως αποτελεί το επιστέγασμα του έργου τους.

Έρωτας Χωρίς Τέλος (Sin Fin)
Σκηνοθεσία: Σεζάρ Εστέμπαν Αλέντα και Χοσέ Εστέμπαν Αλέντα
Παίζουν: Χαβιέρ Ρέι, Μαρία Λεόν

Όταν ο  ντροπαλός και  κοινωνικά αμήχανος Χαβιέ συναντά τη Μαρία, ένα δραστήριο, εξωστρεφές και διασκεδαστικό κορίτσι,  γεννιέται ένας μεγάλος  έρωτας. Δεκαπέντε χρόνια μετά, η  εμμονή του Χαβιέ για τη δουλειά του και τα ανεκπλήρωτα όνειρα της Μαρίας εμφανίζονται στο προσκήνιο και  η σχέση τους περνάει κρίση.  Ο Χαβιέ συνειδητοποιεί ότι υπάρχει μόνο ένας τρόπος να την βοηθήσει: πρέπει να ταξιδέψει πίσω στο χρόνο για να ξαναγράψουν τη μοίρα της Μαρίας και να αποφύγουν την άθλια πραγματικότητα που ζουν.  

Ρομάντζο  και  επιστημονική φαντασία μπερδεύονται στην  ταινία των αδελφών Αλέντα,  που ήταν υποψήφιοι για Βραβείο Γκόγια πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη.
Ο Χαβιέ, ένας ιδιοφυής  επιστήμονας που πειραματίζεται με τον χωροχρόνο, έχει να αντιμετωπίσει την κρίση της σχέσης του με τη Μαρία, η οποία έχει καταρρεύσει από  την αδιαφορία του. Ο μόνος τρόπος για να   διορθώσει τα πράγματα είναι να ταξιδέψει πίσω στον χρόνο, ώστε οι δυο τους να ξαναζήσουν την αρχή του έρωτά τους, τότε που εκείνος ήταν ένα  ντροπαλό κι εσωστρεφές  αγόρι  κι εκείνη ένα κορίτσι γεμάτο πάθος και  όρεξη να ζήσει .
Η ιδέα  ανθρώπων που ταξιδεύουν στον χρόνο, προσπαθώντας να  επέμβουν στα λάθη τους  ή να ξαναθυμηθούν  την εποχή της χαμένης  νιότης τους, δεν είναι   άγνωστη στον κινηματογράφο. Οι αδερφοί Αλέντα  ξεκινούν  από αυτή την   κρυφή ανθρώπινη επιθυμία  και κινούνται σε τρεις χρόνους – παρελθόν,   παρόν και μέλλον – αλλά και σε δύο διαστάσεις- αυτές όμως δεν είναι σαφείς στην ταινία τους- μέσα από την ερωτική σχέση δύο γοητευτικών ηρώων. Κι ενώ η συναισθηματική  πλευρά της ιστορίας τους έχει ενδιαφέρον και   μια γλυκόπικρη   διάθεση, το  sci fi στοιχείο μοιάζει εντελώς παρωχημένο ως και ακατανόητο.
Έτσι από τη μια  η σχέση των  δυο κεντρικών χαρακτήρων λειτουργεί από μόνη της  και  υπηρετεί τις προθέσεις των  Ισπανών  δημιουργών που προφανώς εστιάζουν στο πώς μπορεί να επιβιώσει  ή να κρατηθεί ζωντανός ένας έρωτας, αλλά οι σεναριακές εξηγήσεις σχετικά  με το θέμα του ταξιδιού στον  χρόνο είναι τόσο συγκεχυμένες, που  πραγματικά απορείς γιατί επέλεξαν να   μπερδέψουν τόσο πολύ μια  καλή  ιδέα.
Παρόλα αυτά οι δυο πρωταγωνιστές τους, ο Χαβιέρ Ρέι και  η  Μαρία Λεόν, έχουν    ιδιαίτερη χημεία και υποδύονται  με ευαισθησία και κέφι τις δυο διαφορετικές ηλικίες των  ηρώων τους, αν και σαφώς είναι πολύ καλύτεροι στα νεανικά τους χρόνια, όταν δηλαδή η ταινία θυμίζει περισσότερο μια τρυφερή ρομαντική κομεντί.


H ταινία LEGO 2  (Lego Movie 2)

Σκηνοθεσία: Μάικ Μίτσελ
Mε τις φωνές των ( στα ελληνικά): Τζίνης Παπαδοπούλου, Σταύρου Σιούλη, Ντορίνας Θεοχαρίδου,  Θανάση Κουρλαμπά κ.α

Οι πολίτες του Μπρίκσμπουργκ, μετά από πέντε χρόνια ηρεμίας,  αντιμετωπίζουν μια τεράστια νέα απειλή: οι εισβολείς LEGO DUPLO® από το διάστημα καταστρέφουν τα πάντα στο πέρασμά τους με αστραπιαία ταχύτητα. Ο αγώνας για να τους νικήσουν και να αποκαταστήσουν το σύμπαν της LEGO, θα στείλει τους Έμετ, Λούσι, Μπάτμαν και την υπόλοιπη παρέα σε απομακρυσμένους, ανεξερεύνητους κόσμους, συμπεριλαμβανομένου ενός παράξενου γαλαξία με φανταστικούς πλανήτες, αλλόκοτους κατοίκους και κολλητικά τραγούδια. Η περιπέτεια θα δοκιμάσει το θάρρος τους, την επινοητικότητα και τις δεξιότητές τους στο κτίσιμο, ενώ ταυτόχρονα θα τους κάνει να συνειδητοποιήσουν πόσο ξεχωριστοί είναι.

Τo πολυαναμενόμενο σίκουελ της παγκόσμιας εμπορικής επιτυχίας έρχεται με ακόμα περισσότερη δράση και φυσικά  περισσότερα τουβλάκια.

Δεν έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που  στην πόλη Μπρίκσμπουργκ, ένας πολύ φιλικός, ζωηρός και αιώνια αισιόδοξος τύπος, ο Έμετ,   άλλαξε τη ζωή του εντελώς και έγινε ο ήρωας μιας τεράστιας εμπορικής επιτυχίας. Αφού ξεπέρασε κάθε δισταγμό και μία καταφανή έλλειψη οποιασδήποτε δεξιότητας ή εμπειρίας, αυτή η μικροσκοπική φιγούρα με το χτυπητό πορτοκαλί γιλέκο ακολούθησε το πεπρωμένο του και, με τη βοήθεια των φίλων του, έσωσε την πόλη και κέρδισε την καρδιά της Λούσι. Πέντε χρόνια μετά, συνεχίζει να είναι χαμογελαστός και να πίνει τον καφέ του με 25 κύβους ζάχαρη κάθε μέρα. Όλα τα υπόλοιπα όμως έχουν καταρρεύσει. Η αιφνιδιαστική εισβολή των Duplo έχει ισοπεδώσει το Μπρίκσμπουργκ που μοιάζει πια με έρημο.
Όλα θα αλλάξουν,   όταν  η Λούσι κι οι καλύτεροι του φίλοι απάγονται.
Τότε ο  Έμετ θα αναγκαστεί να ξαναγίνει ήρωας και να ταξιδέψει στα πέρατα του σύμπαντος για να τους σώσει, με τον δικό του τρόπο.
 
Επαναπροβολή:

Μνήμες υποανάπτυξης (Memorias de subdesarrollo/  Memories of ynderdevelopment-  1968)  
Σκηνοθεσία: Τόμας Γκουτιέρεζ Αλέα
Παίζουν: Σέρτζιο Κοριέρι, Ντέιζι Γκρανάντος, Εσλίντα Νούνιεζ, Ομάρ Βαλντές

 
Ένας  αστός  παρατηρεί και σχολιάζει τις αλλαγές  που βιώνει η χώρα του εξαιτίας της κουβανικής επανάστασης.

Ο σκηνοθέτης Τόμας Γκουτιέρεζ Αλέα θίγει το θέμα των αστικών κατάλοιπων της παλιάς τάξης και των δυσκολιών προσαρμογής στη νέα κοινωνική πραγματικότητα.
Η ιστορία του φιλμ τοποθετείται το 1961 στην Κούβα,  δύο χρόνια μετά την επικράτηση του νέου καθεστώτος. Ο Αλέα αφομοιώνοντας τις αισθητικές αρχές της νουβελ-βαγκ και τις αφηγηματικές τεχνικές του σινέ –βεριτέ, στήνει την ταινία του στο ενδιάμεσο της μυθοπλασίας και του ντοκιμαντέρ, κινηματογραφώντας την εύθραυστη περιοχή,  όπου τέμνονται οι μικρές ασήμαντες ανθρώπινες ιστορίες και οι προσωπικές μνήμες με τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα.

Ο κεντρικός ήρωας είναι ένας καλλιεργημένος αστός,  που αρνήθηκε να ακολουθήσει τη γυναίκα του, τους γονείς του και τους φίλους του στην Αμερική κι μένει μόνος του στην Κούβα. Παρατηρώντας και σχολιάζοντας  τις αλλαγές που γίνονται στη χώρα του, μολονότι υποστηρίζει την επανάσταση, έστω κι αν δεν καταλαβαίνει πλήρως τους στόχους της, δεν αποφασίζει να πάρει μέρος στο χτίσιμο της νέας κοινωνίας.  Έτσι στέκει  απελπιστικά αδρανής,  όταν ξεσπά η κρίση στον Κόλπο των Χοίρων κι όλη η χώρα κινητοποιείται για να αντιμετωπίσει την αμερικανική εισβολή.


Πηγή